Λουκία: «Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα μπορούσα να φτάσω εδώ που έφτασα»
Το οικονομικό ήταν πάντα ένα θέμα στη ζωή της Λουκίας.
Από τα φτωχικά χρόνια στην Αγία Παρασκευή μέχρι τα χρόνια στο Λονδίνο, όπου έστρωνε τραπέζια στα καλέσματα των πλούσιων κυριών και παράλληλα σπούδαζε στο Saint Martins.
Εξαιτίας της έλλειψης επαρκών οικονομικών πόρων, άλλωστε, μπήκε στην black list των Harrods και αποχαιρέτησε τον δρόμο για μια καριέρα στο εξωτερικό που της ανοίχτηκε διάπλατα.
«Ημουν στο ξεκίνημα της καριέρας μου όταν μια φίλη μου που ζούσε στο Λονδίνο πήρε τα ρούχα μου και τα έδειξε στα Harrods. Κράτησαν όλη μου τη συλλογή και μου αφιέρωσαν τη βιτρίνα τους κατά τη διάρκεια της Εβδομάδας του Μεταξιού. Φανταστείτε μια ολόκληρη βιτρίνα στα Harrods να γράφει: "ΛΟΥΚΙΑ"! Στη συνέχεια έκαναν μια τεράστια παραγγελία για τα δεδομένα της εποχής, αλλά δεν είχα τα χρήματα να ανταποκριθώ, κι έτσι απευθύνθηκα στους κρατικούς οργανισμούς στην Ελλάδα για επιχορήγηση. Το κράτος μου γύρισε την πλάτη, όπως κάνει συνήθως σε όλους, και κάπως έτσι ακύρωσα την παραγγελία και έγινα για τα Ηarrods persona non grata και κάπως έτσι χάθηκε μια ευκαιρία που θα ήταν για μένα πολύ σπουδαία. Τότε μάλιστα, ένα φόρεμα από τα δείγματα που είχαν κρατήσει το αγόρασε αργότερα η πριγκίπισσα Νταϊάνα. Ομως δεν μπορείς να κλαις πάνω από το χυμένο γάλα... Τελειώνει αυτό και προχωράς. Εξάλλου, έπρεπε να γυρίσω στην Ελλάδα εξαιτίας της αρρώστιας της μητέρας μου και τηρουμένων των αναλογιών, καλά τα πήγα κι εδώ. Ικανοποιημένη είμαι γιατί δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα μπορούσα να φτάσω εδώ που έφτασα».
Φίλη καρδιάς ήταν και η Δέσπω Διαμαντίδοφιλίυ: «Μ' έκανε να γελάω απίστευτα. Ηταν καταπληκτικός άνθρωπος, πολύ έξυπνη και καλλιεργημένη γυναίκα που αγαπούσε τη ζωή. Δεν ήθελε να φύγει από τη ζωή, αλλά από τότε που "έφυγε" η Μελίνα κατέπεσε. Την πείραξε πολύ ο θάνατος της. Θυμάμαι τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής της περνούσε καθημερινά από το ατελιέ και το γέλιο της γέμιζε τον χώρο. Την έχασα και, πιστέψτε με, ακόμα μου λείπει πολύ». Συνεργάστηκε στο «Γλυκό πουλί της Νιότης» το 1980 και με τη Μελίνα Μερκούρη, ενώ της έραψε πολλά βραδινά ρούχα όσο ήταν υπουργός. «Εξαιρετικά γοητευτική γυναίκα. Οταν την έραβες ένιωθες ότι στέκεται μπροστά σου ένα γλυπτό από το οποίο δεν μπορούσες να πάρεις τα μάτια σου από πάνω του. Οχι γιατί ήταν όμορφη, αλλά γιατί ήταν "αλλιώς". Η Μελίνα είχε ένα έμφυτο γούστο και γέμιζε τον χώρο χωρίς να προσπαθεί. Κυριαρχούσε σε αυτόν. Της άρεσαν πολύ οι αιθέριες μεταξωτές πουκαμίσες και το λευκό ως χρώμα. Με ρωτάτε αν είμαι ευχαριστημένη από τη ζωή μου. Μα, πώς να μην είμαι... Εγώ, ένα παιδί που ξεκίνησα από το πουθενά, βρέθηκα να μ' αγαπήσουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι και να μ' εμπιστευτούν. Ο Ντασσέν, ο Πλωρίτης, εξαίρετες προσωπικότητες, μοναδικοί άνθρωποι. Η αύρα και μόνο που έχουν αφήσει εδώ μέσα δεν μου δίνει το δικαίωμα να το παίξω μίζερη. Δεν μου το χρώσταγε κανείς όλο αυτό, έτσι δεν είναι;».
Από τον χώρο της μόδας ξεχωρίζει τη δουλειά του Αλεξάντερ ΜακΚουίν, αλλά και του Τζον Γκαλιάνο. «Θυμάμαι, όταν είδα πρώτη φορά δουλειά του Γκαλιάνο είπα: "Το παιδί αυτό θα σώσει τη μόδα"». Θεωρεί τις Ελληνίδες κομψές ενώ έχει πελάτισσες και πολύ νέα κορίτσια: «Μ' αρέσει που γυμνάζονται και έχουν καλοφτιαγμένα σώματα, που συνδυάζουν μια μπλούζα από μένα, ένα τζιν απ' αλλού, που μπερδεύουν τα υλικά», είπε στο Gala.