Ο Χρυσός Διάβολος της «Vogue»
G-Fashion

Ο Χρυσός Διάβολος της «Vogue»

Οι συντάκτες και οι σχεδιαστές την τρέμουν, αλλά η Άννα Γουίντουρ κρατά ψηλά την κυκλοφορία και το ύφος του περιοδικού.

Στα 62 της χρόνια η αινιγματική Άννα Γουίντουρ θεωρείται «ιερό τέρας» όχι μόνο στον κόσμο των εκδόσεων, αλλά και στο παράλληλο σύμπαν της μόδας όπου κυριαρχεί από το 1988, οπότε και ανέλαβε τα καθήκοντα της διευθύντριας της αμερικανικής «Vogue». Διατηρώντας εδώ και δεκαετίες την ίδια αυστηρή κόμμωση και φορώντας πάντα μεγάλα μαύρα γυαλιά, η φιγούρα της Γουίντουρ παραμένει αμετάβλητη μέσα σε έναν λαμπερό κόσμο όπου όλα αλλάζουν από τη μία μέρα στην άλλη. Το ίδιο αναλλοίωτη παραμένει και η επιρροή της στον κόσμο της μόδας: οι σχεδιαστές την τρέμουν, ενώ οι μεγάλοι οίκοι την πολιορκούν και την κολακεύουν αναγνωρίζοντας τη σημασία που έχει η προβολή των προϊόντων τους μέσα από τις σελίδες ενός περιοδικού που δικαίως θεωρείται η Βίβλος του στυλ. Άλλωστε και εν μέσω κρίσης, δεν έχει πληγεί ιδιαίτερα- αν και προπύργιο της πολυτέλειας όσο τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης. Η Γουίντουρ όσο καιρό βρίσκεται εκεί έχει απογειώσει το περιοδικό...

Γεννημένη το 1939 στο Λονδίνο, από οικογένεια με μακρινή αριστοκρατική καταγωγή, η Γουίντουρ μεγάλωσε σε μια εποχή, τη δεκαετία του ΄60, κατά την οποία η βρετανική μεγαλούπολη εθεωρείτο το κέντρο της παγκόσμιας μόδας. Η Μέρι Κουάντ λανσάριζε τις μίνι φούστες, η Τουίγκι έδινε τα πρώτα δείγματα ανορεξίας και ο Βιντάλ Σασούν παρουσίαζε τα γεωμετρικά του κτενίσματα, στα οποία η Γουίντουρ παραμένει ακόμη πιστή. Ο πατέρας της ήταν εκδότης της εφημερίδας «Εvening Standard» και αναζητούσε τη συμβουλή της Άννας κάθε φορά που ήθελε να πληροφορηθεί για τις τάσεις στον χώρο της νεολαίας.

Σε ηλικία μόλις 15 ετών και με τη βοήθεια του πατέρα της άρχισε να εργάζεται στην ιστορική μπουτίκ του Λονδίνου Βiba και έναν χρόνο αργότερα εγκατέλειψε το κολέγιο για να εργαστεί στα πολυκαταστήματα Ηarrods. Οι γονείς την προέτρεψαν να πάρει μαθήματα μόδας σε ένα άλλο κολέγιο, αλλά και αυτή τη φορά αποφάσισε να εγκαταλείψει τις σπουδές της δηλώνοντας: « Ή γνωρίζεις τη μόδα ή όχι. Αν τη γνωρίζεις, δεν χρειάζεται να τη σπουδάσεις ». Ξεκίνησε την πορεία της στη δημοσιογραφία το 1970 στο περιοδικό «Ηarpers & Queen», από όπου αποχώρησε ύστερα από λίγα χρόνια εξαιτίας των καθημερινών καβγάδων της με τον διευθυντή του περιοδικού. Αναγνωρίζοντας ότι το Λονδίνο άρχιζε να παρακμάζει ως πρωτεύουσα του στυλ, αποφάσισε να μετακομίσει στη Νέα Υόρκη όπου το 1975 άρχισε να εργάζεται στο περιοδικό «Ηarper΄s Βazaar».

Το 1983 ξεκίνησε τη συνεργασία της με την αμερικανική «Vogue» και δύο χρόνια αργότερα της ανατέθηκε η διεύθυνση της βρετανικής έκδοσης. Η Γουίντουρ κατάφερε να αυξήσει θεαματικά την κυκλοφορία του περιοδικού με αποτέλεσμα δύο χρόνια αργότερα να επιστρέψει στη Νέα Υόρκη για να αναλάβει τη διεύθυνση πρώτα του «Ηouse & Garden» και στη συνέχεια της «Vogue».

Στα 22 χρόνια που η Άννα Γουίντουρ βρίσκεται στο τιμόνι της, η «Vogue» αύξησε την κυκλοφορία της και τα διαφημιστικά της έσοδα σημείωσαν πρωτοφανή άνοδο. Ακόμη και στην οικονομική κρίση παραμένει ένα από τα προπύργια της πολυτέλειας, που δεν έχουν πληγεί αξιοσημείωτα, τουλάχιστον όχι όσο τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης. Η επαγγελματική επιτυχία της Γουίντουρ συνοδεύτηκε και από μια «μυθολογία» γύρω από τον δύσκολο χαρακτήρα της και τον σχεδόν δικτατορικό τρόπο με τον οποίο ελέγχει το περιοδικό και τον κόσμο της μόδας. Ο «Στάλιν του στυλ», όπως την αποκαλούν, μπορεί να εμπνέει τον φόβο και τον τρόμο σε υφισταμένους και σχεδιαστές, αλλά ουδείς αμφισβητεί το ένστικτό της στη μόδα. Θεωρείται ως η γυναίκα που καθιέρωσε μεγάλα ταλέντα όπως ο Τζον Γκαλιάνο και οΑλεξάντερ Μακ Κουίν. Η ίδια δηλώνει αδιάφορη για τη φήμη της ως «ο Διάβολος που φοράει Ρrada». Όπως έχει δηλώσει στο παρελθόν, «δεν φιλοδόξησα ποτέ να γίνω η Μητέρα Τερέζα».
Πηγή: Βήμα

©2010-2024 Gossip-tv.gr - All rights reserved