23 χρόνια από τον θάνατo της Αλίκης! Η ζωή, οι έρωτες, τα πάθη, τα μίση και το πικρό τέλος (photos)
Η ζωή της υπήρξε κινηματογραφική! Όπως ακριβώς και η επαγγελματική πορεία της όσα χρόνια βρισκόταν στην κορυφή και ήταν το πιο... λαμπρό αστέρι!
Σήμερα συμπληρώνονται 23 χρόνια από τον θάνατο της Αλίκης Βουγιουκλάκη όπως συνεχίζει να μας συντροφεύει, όχι μόνο μέσα από τις ταινίες αλλά και μέσα από τις αποκαλυπτικές ιστορίες που κάθε φορά έχει να πει και κάποιος που ήρθε έστω και μία φορά σε επαφή με την αξέχαστη Αλίκη.
Ποιος τη βάφτισε «Εθνική σταρ»;
Όχι πως δεν ήταν, είναι και θα είναι η Αλίκη Βουγιουκλάκη η «Εθνική σταρ» της Ελλάδας αλλά από κάπου πρέπει να ξεκίνησε όλο αυτό. Από την πρώτη κιόλας επιτυχία της με την «Αστέρω» το 1959, η Αλίκη «βαφτίστηκε» «Εθνική σταρ» από την Ελένη Βλάχου και πάντα στα κείμενά της αναφερόταν στην ηθοποιό με τον τίτλο που της είχε χαρίσει!
Όλα στη ζωή της υπήρξαν ένα παιχνίδι της μοίρας. Πιο τρανό παράδειγμα η αρχή και το τέλος αυτής της μυθιστορηματικής ζωής. Γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1934 και πέθανε ακριβώς 62 χρόνια και τρεις ημέρες μετά, στις 23 Ιουλίου του 1996 μετά από σύντομη αλλά πολύ σκληρή και άνιση μάχη με τον καρκίνο.
Τότε μία τέτοια λέξη δεν λεγόταν. Προτιμούσαν να την αναφέρουν στα δελτία ειδήσεων -γιατί ήταν υπόθεση όλων η μάχη που έδινε η Αλίκη για τη ζωή της- ως «νόσο» που την είχε προσβάλλει και που ήταν πολύ σκληρή μαζί της.
Τον Μάιο του 1996 -μόλις δύο μήνες πριν πεθάνει- έφυγε για την Αμερική μαζί με τον γιο της Γιάννη Παπαμιχαήλ και τον τότε σύντροφό της Κώστα Σπυρόπουλο σε ένα ταξίδι ελπίδας για να σωθεί.
Ξαναγύρισε αλλά μόνο επειδή δεν υπήρχε καμία ελπίδα. Η Αλίκη τα γνώριζε όλα από την αρχή και κατά την αναχώρησή της για το συγκεκριμένο ταξίδι, με δάκρυα στα μάτια και την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της, ζητούσε από όλη την Ελλάδα να προσευχηθεί να πάνε όλα καλά.
Ήθελε να δείξει δυνατή αλλά δεν μπορούσε. Όταν επέστρεψε ήταν απλά θέμα χρόνου να αφήσει τη «νόσο» να τη νικήσει καθώς οι γιατροί πλέον δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα για να τη σώσουν.
«Έφυγε» όμως χορτασμένη και έχοντας στο πλευρό της το μεγαλύτερο επίτευγμα της ζωής της, αυτό που ξεπερνούσε κάθε επαγγελματική επιτυχία της, τον γιο της Γιάννη.
Μανιάτισσα στην ψυχή
Η «σκούφια» της Αλίκης κρατάει από το χωριό Λάγια της Μάνης και ο πατέρας της, Ιωάννης Βουγιουκλάκης ήταν δικηγόρος στο επάγγελμα ενώ είχε διατελέσει και Νομάρχης Αρκαδίας. Η μητέρα της Αιμιλία Κουμουνδούρου έφερε στον κόσμο άλλα δύο παιδιά, τον Αντώνη και τον Τάκη.
«Είμαι μια μητέρα που είχε τη χαρά να δει το παιδί της ν' ανεβαίνει το ένα μετά το άλλο τα σκαλοπάτια της επιτυχίας. Είναι ίσως εγωιστικό που το λέω, αλλά κάθε γονιός θέλει να καμαρώνει το παιδί του» είχε πει η μητέρα της σε σπάνια συνέντευξη στην εφημερίδα Εμπρός στις 18 Νοεμβρίου του 1961.
«Ωστόσο, αν σήμερα νιώθω υπερήφανη για την Αλίκη, υπήρξε εποχή που κάθε άλλο παρά ευχαρίστως άκουγα την Αλίκη να μου λέει ότι θέλει να γίνει ηθοποιός. Όχι γιατί δεν αγαπούσα το θέατρο ή τον κινηματογράφο, αλλά γιατί δεν ήθελα να μείνει μια μετριότης. Στο σχολείο οι καθηγηταί της πολλές φορές μου είπαν ότι η Αλίκη έχει ταλέντο κι ότι εγώ έπρεπε να την αφήσω να γίνει ηθοποιός. Μια μητέρα, όμως, που έχει μεγαλώσει τρία παιδιά, δύσκολα θα μπορούσε να δεχθεί, ώστε η μονάκριβη κόρη της να ακολουθήσει τον δρόμο που ήθελε. Πολλές φορές είχα συζητήσει με την Αλίκη. Της είχα προτείνει να την στείλω στο εξωτερικό, να σπουδάσει ό,τι ήθελε. Εκείνη όμως επέμενε να βγει στο θέατρο. Κι όταν μια μέρα μου ανήγγειλε ότι έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή κρυφά από μένα, δεν αντέδρασα, αλλά μέσα μου παρακαλούσα και ευχόμουν ν' αποτύχει στην προσπάθειά της…
... Με την κόρη μου είμαστε δυο αγαπημένες φίλες. Αγαπάει την οικογένειά της με μια αγάπη που με κάνει να είμαι ευτυχισμένη. Κι αν αντέδρασα στα πρώτα της βήματα, το έκανα γιατί την αγαπούσα και γιατί ο δρόμος του καλλιτέχνη έχει λίγα τριαντάφυλλα και πολλά αγκάθια. Καταλάβαινα όμως πως θα έμενε πικραμένη σε όλη της τη ζωή, αν δεν την άφηνα να περάσει σ' αυτόν τον δρόμο. Την είδα σαν ηθοποιό στο πρώτο της έργο στο Εθνικό. Ήταν ο «Κατά φαντασίαν ασθενής» του Μολιέρου. Εκεί έκλαψα, εκαμάρωσα και... συμμάχησα με την κόρη μου. Τη βραδιά εκείνη απεφάσισα να βοηθήσω όσο και όπως μπορούσα την Αλίκη» είχε πει στην ίδια συνέντευξη η Έμυ Βουγιουκλάκη η οποία εμπράκτως πράγματι υπήρξε σύμμαχος της Αλίκης στα χρόνια που ήρθαν.
Οι φήμες και τα κουτσομπολιά δεν την άγγιζαν. Οι μυθοπλασίες για την λαμπερή ζωή της κόρης της δεν την στενοχωρούσαν. Αντιθέτως, η Έμυ ήταν το απάγκιο και απανέμι της μεγάλης σταρ.
«Με θλίβει πάρα πολύ ο φθόνος, που είναι μια λέξη αποκλειστικά ελληνική. Σε καμία άλλη γλώσσα ή διάλεκτο δεν υπάρχει, δεν εκφράζεται με μια λέξη ο φθόνος» είχε τονίσει η Αλίκη σε συνέντευξή της. «Μαγεία προσπαθώ να δώσω στον κόσμο, σε αυτή τη γη. Μαγεία θέλω να πάρω κι όταν βρεθώ στον ουρανό» είχε πει σε μία άλλη.
Γεννήθηκε θεατρίνα
Η Αλίκη είχε τονίσει πολλές φορές σε συνεντεύξεις της ότι γνώριζε από πολύ νεαρή ηλικία ότι θα γινόταν ηθοποιός. Ήταν οκτώ ετών όταν διαπίστωσε πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος για εκείνη παρά μόνο η υποκριτική. Έκανε το θεατρικό της ντεμπούτο το 1953, όταν ήταν στο δεύτερο έτος της Δραματικής Σχολής. Ενσάρκωσε στο θεατρικό σανίδι το μικρό ρόλο της Λουιζόν στον «Κατά Φαντασίαν Ασθενή» του Μολιέρου. Στον κινηματογράφο το ντεμπούτο της έγινε το 1954 με την ταινία «Το Ποντικάκι».
Το 1960, κέρδισε το βραβείο ερμηνείας Α' Γυναικείου ρόλου στο 1ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στην ταινία Μανταλένα, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, ενώ η ίδια ταινία εκπροσώπησε την Ελλάδα στο διεθνές κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών, όπου άφησε πάρα πολύ καλές εντυπώσεις.
Επειδή όμως ήταν μία καθαρόαιμη θεατρίνα, δεν μπορούσε να ζήσει μακριά από το σανίδι. Έτσι, το 1961 δημιούργησε τον δικό της θίασο ανεβάζοντας τα έργα Καίσαρ και Κλεοπάτρα, Χτυποκάρδια στο θρανίο, Ο Πρίγκιψ και η χορεύτρια κ.ά.
Στις αρχές του ‘60 γνωρίστηκε με τον Φιλοποίμενα Φίνο ξεκινώντας τη συνεργασία της με τη Finos Film γεγονός που έφερε αργότερα τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές επιτυχίες για τη χώρα μας.
"Αστέρω", "Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο", "Μανταλένα, "Το κλωτσοσκούφι", "Η Αλίκη στο ναυτικό", "Η Λίζα και η άλλη", "Η ψεύτρα", "Το δόλωμα", "Η αρχόντισσα κι ο αλήτης", "Υπολοχαγός Νατάσσα", "Η κόρη του ήλιου", "Η Μαρία της Σιωπής" είναι μόνο μερικές από τις ταινίες που πέρασαν στην ιστορία και συνεχίζουν να μεγαλώνουν γενιές και γενιές.
Από τη δεκαετία του '70 και μετά, όταν ο ελληνικός κινηματογράφος άρχισε να σημειώνει κάμψη, αφοσιώθηκε στη μεγάλη της αγάπη, το θέατρο όπου για ακόμη μία φορά πρωτοτύπησε αλλάζοντας τον τρόπο με τον οποίο ανέβαιναν μέχρι τότε τα μιούζικαλ στη χώρα μας. Έφερε τα μιούζικαλ-υπερπαραγωγή και φυσικά όλες οι παραστάσεις της σημείωναν τεράστια επιτυχία.
Έζησε τελικά τον μεγάλο έρωτα;
Φυσικά και ο μεγάλος έρωτας της ζωής της ήταν ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ με τον οποίο γνωρίστηκε την εποχή που ήταν συμφοιτητές στη Δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου.
Γράφτηκαν απίστευτα πράγματα για εκείνους. Τι καβγάδες, τι ξυλοδαρμοί, τι χωρισμοί και ξανά επανασυνδέσεις… Η ίδια η Αλίκη συχνά έχανε την ψυχραιμία της και μιλούσε σε συνεντεύξεις της για τον «πόλεμο» και τη «λάσπη» που δεχόταν για κάθε τι στη ζωή της.
Πάντως, με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ έζησαν δέκα ολόκληρα χρόνια -από 18 Ιανουαρίου 1965 που παντρεύτηκαν μέχρι το 1975 που χώρισαν οριστικά-, που τα είχαν όλα. Εντάσεις, ευτυχισμένες στιγμές, καβγάδες και φυσικά ένα πολύκροτο διαζύγιο που εκδόθηκε στις 5 Ιουλίου 1975 λόγω… ασυμφωνίας χαρακτήρων.
Σχεδόν αμέσως μετά το διαζύγιό της, η Αλίκη γνώρισε και ερωτεύτηκε τον Κύπριο επιχειρηματία Γιώργο Ηλιάδη με τον οποίο φρόντισαν να κρύψουν πολύ καλά τη σχέση τους αλλά και τον γάμο τους που έγινε πέντε χρόνια μετά το διαζύγιό της από τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ και συγκεκριμένα στις 25 Ιανουαρίου του 1982 στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών.
Ο γάμος αυτός δεν κράτησε παρά μόνο λίγους μήνες και στην καρδιά της Αλίκης «φώλιασε» σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα ξανά ο έρωτας. Αυτή τη φορά για τον μικρότερό της, τότε και πολύ ταλαντούχο ηθοποιό και τραγουδιστή Βλάσση Μπονάτσο. Γνωρίστηκαν τη θεατρική περίοδο 1981-1982 στην παράσταση «Εβίτα» όπου πρωταγωνιστούσαν και οι δύο με τον Μπονάτσο να κάνει τα πρώτα επιτυχημένα βήματα της καριέρας του, έχοντας ξεχωρίσει ως μεγάλο ταλέντο.
Όπως έγραφαν τα περιοδικά της εποχής, η θυελλώδης σχέση τους ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1982 και έλαβε οριστικό τέλος το 1987.
Μετά τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, η πιο μακροχρόνια σχέση της ήταν αυτή με τον Κώστα Σπυρόπουλο με τον οποίο έζησε από το 1988 έως το τέλος της ζωής της.
Ο άντρας της ζωής της
Όταν η Αλίκη παντρεύτηκε τον Γιάννη Παπαμιχαήλ, ήθελε διακαώς να γίνει μητέρα. Προσπαθούσε τέσσερα ολόκληρα χρόνια μετά τον γάμο της να γίνει μητέρα αλλά δεν τα κατάφερνε. Τουλάχιστον έτσι έγραφαν τα σκανδαλοθηρικά περιοδικά της εποχής. Έμαθε πως ήταν έγκυος στα γυρίσματα της ταινίας «Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά» που γίνονταν στο Πήλιο και έκλαιγε για αρκετή ώρα με λυγμούς.
Συνέχισε τα γυρίσματα όμως η εγκυμοσύνη της ήταν πολύ δύσκολη και στο τέλος, από την πολλή κούρασε έπαθε αιμορραγία και παραλίγο να χάσει το παιδί. Μέχρι το τέλος της εγκυμοσύνης της άκουσε την αυστηρή οδηγία του γιατρού της Νίκου Παπανικολάου να μείνει στο κρεβάτι και αυτό και έκανε. Στις 4 Ιουνίου του 1969 ήρθε ο ήλιος στη ζωή της, ο άντρας που λάτρεψε όσο κανέναν άλλον, ο γιος της, Γιάννης.
Ο Γιάννης Παπαμιχαήλ, μετά το θάνατο και των δύο γονιών του αλλά κυρίως της μητέρας του, θέλησε να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη της, δημιουργώντας σελίδες της μεγάλης Αλίκης, αρχικά στο Facebook και εδώ και λίγο καιρό και στο instagram όπου ο ίδιος μοιράζεται πλούσιο και πολύτιμο φωτογραφικό υλικό από τη γεμάτη λάμψη ζωή της. Δείτε παρακάτω το βίντεο.