Gossip Specials

Θάνος Κανούσης-Ο βιογράφος του Καρρά στο gossip-tv: Η φιλία τους, το βιβλίο & τα τελευταία λόγια του

Ο Θάνος Κανούσης, αν και είναι πολλά περισσότερα, έγινε γνωστότερος στο ευρύ κοινό ως ο προσωπικός βιογράφος του Βασίλη Καρρά που πριν από έναν χρόνο έφυγε από τη ζωή. 

Για μία 20ετία στο παρελθόν όμως, υπήρξε ηθοποιός και μάλιστα με αξιώσεις, έχοντας παίξει και στην Επίδαυρο ως Ήφαιστος στον Προμηθέα Δεσμώτη, με τον αξέχαστο Γιάννη Βόγλη!

Από το προσωπικό αρχείο του Θάνου Κανούση, από τη σελίδα του στο faceboook.

Το 2004 απέκτησε τη δική του εταιρία παραγωγής συναυλιών και θεατρικών παραγωγών έχοντας ως βασικό συνεργάτη του τον Θάνο Μικρούτσικο για μια πενταετία. Συνεργάστηκε σχεδόν με όλους τους συνθέτες, τραγουδιστές και συγκροτήματα, όμως πάντα τον γοήτευε η συγγραφή και έτσι κάπως άρχισε να γράφει μυθιστορήματα (To κλάμα της βροχής, Εκδόσεις Δελφίνι 1997, Ο Άγγελος της Λίμνης, Εκδόσεις Ταξιδευτής 2007, Το Τανγκό της Μοναξιάς, Εκδόσεις Ταξιδευτής 2018, Ο Χωριάτης, Εκδόσεις Ταξιδευτής 2023). Μέχρι που το 2004 διασταυρώθηκαν οι δρόμοι του με εκείνους του μεγάλου Βασίλη Καρρά. «Είμαι πολύ τυχερός και ήταν πολύ τιμητικό να γράψω τη βιογραφία του Βασίλη, την οποία σημειωτέον, ξεκίνησε πολύ πριν αρρωστήσει, τρία χρόνια πριν το θάνατό του» εξηγεί ο ίδιος μιλώντας αποκλειστικά στο gossip-tv.

Η πρώτη γνωριμία με τον Βασίλη Καρρά

O Θάνος Κανούσης δεν θα ξεχάσει ποτέ την πρώτη του γνωριμία με τον αξέχαστο λαϊκό τραγουδιστή: «Γνώρισα τον Βασίλη το 2004, στην περιβόητη συναυλία των Πυξ Λαξ στον Λυκαβηττό. Εκεί ο Βασίλης μαζί με τον Νταλάρα και την Αλεξίου ήταν καλεσμένοι. Το στοιχείο που μας έδεσε ήταν ότι ο Βασίλης είχε μια αγάπη, έναν σεβασμό και μια τρέλα με αυτό που λέμε έντεχνο ροκ. Αγαπούσε πάρα πολύ αυτή τη σκηνή. Εγώ τότε ήμουν συνεργάτης για πέντε χρόνια με τον Θάνο Μικρούτσικο ως παραγωγός συναυλιών. Όταν λοιπόν έμαθε και τη δική μου ιστορία, βρισκόμασταν, στα καμαρίνια και συζητάγαμε. Με ρώταγε, για να μάθει μερικά πράγματα για αυτή τη σκηνή, τον ενδιέφερε πάρα πολύ.

Το 2010 που είχα κάνει τότε τη δική μου εταιρεία, την On The Road Production, με παίρνει τηλέφωνο και με τη μπάσα βραχνή φωνή του μου λέει «Ρε Θάνo, δηλαδή εμείς δεν μπορούμε να παίξουμε εκεί που παίζουν οι έντεχνοι;». Του λέω «Βεβαίως Βασίλη, τι θέλεις; Και μου λέει: «Θέλω να μου κλείσεις μερικές συναυλίες εκεί που παίζουν οι έντεχνοι».

Του κλείνω λοιπόν κάποιες συναυλίες και εκεί συνέβη το εξής: Στο θέατρο Αλκαζάρ, με παίρνει ο διευθυντής του θέατρου και μου λέει «Ρε συ Θάνο, κάτι περίεργο συμβαίνει εδώ με τον Καρρά. Με παίρνουν τηλέφωνο και με ρωτάνε πόσο πάει το μπουκάλι. Κλείσε μου ένα τραπέζι». Φοβερό! Ο Βασίλης βέβαια ήταν ξετρελαμένος.

Έτσι λοιπόν, μέσα από αυτές τις συναυλίες, ήρθαμε πολύ κοντά. Μία άλλη ιστορία, την οποία αναφέρω στην αρχή του βιβλίου, είναι αυτή με τον Θάνο Μικρούτσικο.

Ένα βράδυ, λοιπόν, στο καμαρίνι, εκεί που συζητάγαμε, μου λέει, «πες μου ένα τραγούδι που σου αρέσει να το πω». Του λέω, «Δεν λες την ''Πιρόγα, Το Ερωτικό'' του Άλκη Αλκαίου που τραγούδησε ο Μητσιάς;» Τρελάθηκε ο Βασίλης και μου λέει, «Πω πω τι τραγουδάρα είναι αυτή; Θα την πω». Μπαίνει την άλλη μέρα, λοιπόν, με τους μουσικούς του στο στούντιο και το γράφει. Ο παραγωγός του, του λέει, «Βασίλη μην ζητήσεις την άδεια από τον Θάνο (σ.σ. Μικρούτσικο), θα φας πόρτα». Ο Βασίλης ήταν στενοχωρημένος και του λέω, «τι έχεις Βασίλη;». «Ε, να» μου λέει, «μου είπε ο παραγωγός μου αυτό και αυτό». Του λέω, «άσε, θα το κάνω εγώ». «Μπορείς;». «Ε, πώς δεν μπορώ; Πέντε χρόνια ήμουν με τον Θάνο» του λέω.

Ο Θάνος λοιπόν δούλευε στο Σταυρό του Νότου και πάω και του λέω, «Θάνο, ο Βασίλης Κεσογλίδης θέλει να πει την «Πιρόγα». Μου λέει «Ποιος είναι αυτός»; Του λέω, «ο Βασίλης Καρράς»… Παύση. Και μου λέει: «Ο Βασίλης Καρράς θέλει να πει την ''Πιρόγα''; Και γιατί να τον εμποδίσω; Να την πει!» Του λέω ''Την έχει ήδη πει''… Του δίνω το cd και ο Μικρούτσικος, ο οποίος ήταν ζουζούνι και πάντα έκανε πλάκες στους συνεργάτες, με πήρε την άλλη μέρα και με τη βραχνή φωνή του Καρρά μου λέει το εξής: «Τι έγινε; Του Μικρούτσικου του άρεσε;» Και μου λέει ο Μικρούτσικος «πες του ότι την Πιρόγα την είπε καλύτερα από πολλούς άλλους». Όταν λοιπόν του το είπα αυτό του Βασίλη τρελάθηκε! Καταλαβαίνεις τώρα πώς δημιουργήθηκε η σχέση μας. Εγώ δεν είχα καμιά σχέση με τα μπουζούκια. Επειδή δεν του ζήτησα ποτέ τίποτα, με συμπάθησε, με αγάπησε και γίναμε φίλοι. Οικογενειακοί φίλοι. Και σιγά σιγά άρχισε να μου μιλάει για τη ζωή του, την οποία βεβαίως δεν γνώριζα. Ήξερε όμως ότι εγώ ως συγγραφέας είχα γράψει τέσσερα μυθιστορήματα. Τα δύο τελευταία τα είχε διαβάσει μάλιστα.

Εν αρχή... το βιβλίο

«Μου έλεγε διάφορες ιστορίες περίεργες για τη ζωή του, για τη νύχτα. Εγώ είχα μείνει κόκκαλο. Ήταν φοβερές ιστορίες. Του λέω «Η ζωή σου έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον. Πρέπει κάποια στιγμή όλες αυτές τις ιστορίες να γίνουν ένα βιβλίο». Και εκείνος μου απαντούσε: «Θα έρθει η ώρα».

Δεν ζήτησα ποτέ από τον Βασίλη να γράψω τη βιογραφία του. Πριν τέσσερα χρόνια, χτυπάει το τηλέφωνο και μου λέει, «έλα, ξεκινάμε να γράφουμε το βιβλίο». Πήγαινα εγώ Θεσσαλονίκη, εκείνος όταν ερχόταν στην Αθήνα στο ξενοδοχείο του, μέσα από πολλές συνεντεύξεις, κάναμε δουλειά. Αρχές του '23, είχε μαζευτεί ένα πολύ καλό υλικό, το βάλαμε σε μια τάξη με τον Βασίλη και το βιβλίο ουσιαστικά ήταν έτοιμο όταν μάθαμε τα κακά νέα για την υγεία του. Εκεί, λοιπόν, σταματήσαμε το βιβλίο που θα μπορούσε να είχε εκδοθεί τον Σεπτέμβρη του 2023.

Οι γιατροί ήταν πολύ ενθουσιώδεις... Λέγανε «Βασίλη τελειώσαμε, ο καρκίνος τελείωσε...» Ήταν όλα θετικά, γι' αυτό και ο Βασίλης εμφανιζόταν...

Δεν το κάναμε όμως γιατί ο Βασίλης ήθελε να είναι παρών στο βιβλίο. Και μάλιστα σκεφτόμασταν μήπως κάνουμε την παρουσίαση με εκείνον μέσα από το νοσοκομείο, με Skype, να μιλάει... Αυτό δεν μπόρεσε να γίνει ποτέ, γιατί η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε. Και εγώ άργησα να τον δω, τον είδα όταν βγήκε από το νοσοκομείο, αρκετά αδυνατισμένος. Οι γιατροί ήταν πολύ ενθουσιώδεις, τότε, δηλαδή λέγανε «Βασίλη τελειώσαμε, ο καρκίνος τελείωσε».

Ήταν όλα θετικά, γι' αυτό και ο Βασίλης εμφανιζόταν, έστω και αδύνατος... Του πήγαινε κιόλας.

Με φώναξε, λοιπόν και τον είδα. Αν με ρωτούσες τι είναι αυτό το βιβλίο, θα έλεγα με τίτλο «Η αλήθεια του Βασίλη Καρρά». Ο Βασίλης δεν μίλαγε. Εδώ άνοιξε την ψυχή του και είπε πράγματα τα οποία κάποιοι θα αποσιωπούσαν. Το πρώτο πράγμα που μου είπε μόλις βγήκε από την εντατική, ήταν «Θάνο, εδώ πρέπει να μιλήσουμε για τον καρκίνο. Πρέπει ο κόσμος να μάθει, μην ακούει δεξιά και αριστερά διάφορα».

Με έβαλε και πήρα συνέντευξη από τους τέσσερις γιατρούς του. Σε ένα κεφάλαιο οι γιατροί λένε επακριβώς τι είχε ο Βασίλης. Ο ίδιος ήθελε να μάθει ο κόσμος τι ακριβώς είχε στην λεπτομέρειά του, δεν έχει ξαναγίνει αυτό στην παγκόσμια βιβλιογραφία. Αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που μου είπε. Το δεύτερο είναι ότι μου μίλησε για τη νύχτα. Υπάρχουν κάπου 7-8 ιστορίες, σκληρές ιστορίες, μία από αυτές είναι και η απαγωγή, είναι ιστορίες στην Αλεξανδρούπολη… Μίλησε και για τα ελαττώματά του, για την ροπή που είχε με τον τζόγο, στα ζάρια. Στα ζάρια έχει χάσει πολλά λεφτά, πήγε να καταστραφεί. Και εγώ ήμουν εκείνος που του έλεγα, ''Ρε Βασίλη, είναι τώρα ανάγκη να μιλάμε;'' ''Όχι'', μου έλεγε. ''Αυτό πρέπει να μπει πρώτα από όλα. Γιατί; Επειδή είμαι ο Καρράς; Ο Καρράς είναι ένας άνθρωπος ο οποίος έχει αδυναμίες''. Για αυτό γενικά στο βιβλίο δεν θεοποίησα τον Καρρά. Έγραψα τα πάντα. Πράγματα που, ας πούμε αυτό το παράδειγμα με τον τζόγο, κάποιος δεν θα το έβαζε. Ή ακόμη και για την υγεία του. Ή ακόμη και για τη νύχτα».

Με έβαλε και πήρα συνέντευξη από τους τέσσερις γιατρούς του. Σε ένα κεφάλαιο οι γιατροί λένε επακριβώς τι είχε ο Βασίλης. Ο ίδιος ήθελε να μάθει ο κόσμος τι ακριβώς είχε στην λεπτομέρειά του

Μέσα από την εντατική

«Σε ένα κεφάλαιο στο βιβλίο μιλά για τους καλλιτέχνες, για τους συναδέλφους του, για όλους. Κάποιους τους ξέχασε όμως, λογικό είναι. Και πού τους θυμήθηκε; Τους θυμήθηκε μέσα στην Εντατική. Αν διαβάσει κανείς το βιβλίο, θα δει ότι για κάποιους λέει λίγα λόγια και για άλλους πιο πολλά. Αυτά τα λίγα ήταν γιατί τα έγραψε μέσα στην Εντατική. Με φώναξε, του έδωσα ένα χαρτί και ένα μολύβι και εκεί έγραψε δυο λόγια για αυτούς που είχε ξεχάσει. Ήθελε και ήταν αγαπητός γι' αυτόν τον λόγο ο Βασίλης. Ο Βασίλης δεν έλεγε ποτέ «εγώ είμαι πρώτο όνομα, θα πω αυτά τα τραγούδια».

Ήταν της άποψης: ''Βγες στη σκηνή και κάνε ό,τι θέλεις. Πες και παραπάνω τραγούδι''. Δεν είχε προβλήματα τέτοιου είδους. Ήταν αγαπητός και από την άλλη σκηνή. Το '17 που κάναμε συναυλίες για τα 40 χρόνια του στην ελληνική δισκογραφία στο Θέατρο Πέτρας και στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Στην αρχή μου είπε να φωνάξουμε, τους δικούς του, τους λαϊκούς, την Πάολα, τον Ρέμο, όλους αυτούς. Του λέω ''Βασίλη, γιατί να μην φωνάξουμε τα φιλαράκια σου τους έντεχνους;'' Και έτσι, λοιπόν ήταν ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ο Μπάμπης Στόκας, ο Πασχαλίδης, ο Ζουγανέλης... Ήταν άνθρωποι που με πολλή χαρά δέχτηκαν να τραγουδήσουν και να γιορτάσουν τα 40 χρόνια του. Ήταν και ο Ρέμος, ήταν και ο Μακρόπουλος κλπ. Ήταν αγαπητός από όλους, και από τους έντεχνους και από τους λαϊκούς».

Στα ζάρια έχει χάσει πολλά λεφτά, πήγε να καταστραφεί. Και εγώ ήμουν εκείνος που του έλεγα, ''Ρε Βασίλη, είναι τώρα ανάγκη να μιλάμε;'' ''Όχι'', μου έλεγε. ''Αυτό πρέπει να μπει πρώτα από όλα. Γιατί; Επειδή είμαι ο Καρράς;

Η πιο δύσκολη στιγμή

«Πάω τώρα στο τέλος. Ήταν μια από τις πιο δύσκολες στιγμές μου με τον Βασίλη. Το βιβλίο λοιπόν είχε τελειώσει. Το είχε διαβάσει, το είχαμε αλλάξει πολλές φορές.

Στις 18 Δεκεμβρίου (2023) με παίρνει ο Στράτος Γκιάτας (σ.σ. μάνατζέρ του) και μου λέει ‘’έλα επειγόντως πάνω, σε θέλει ο Βασίλης… Θέλει να σε δει’’. Δεν είχαμε να πούμε κάτι για το βιβλίο, είχε τελειώσει. Ακόμα και ο τίτλος, «Καλησπέρα και καλή βραδιά» ήταν τυπωμένο στο βιβλίο με τα δικά του γράμματα. Όλο το φωτογραφικό υλικό είναι φωτογραφίες που μου έδωσε ο ίδιος ο Βασίλης. Δεν υπήρχε κάτι που δεν ήθελε.

Κάθομαι δίπλα στο κρεβάτι του που ήταν στο σαλόνι, φωνάζει τη γυναίκα του, και μου λέει ‘’σε παρακαλώ, μπορείς να μου διαβάσεις το βιβλίο;’’ Έπαθα πλάκα... Πώς να διαβάσω τώρα την ιστορία ενός ανθρώπου ο οποίος ξέρω ότι πονάει; Πολλές φορές δάκρυσα, πολλές φορές κόμπιασα, εκείνος όμως -δεν θα πιστέψεις-, χαμογελούσε...

Ανεβαίνω λοιπόν στη Θεσσαλονίκη. Ο καρκίνος έχει κάνει μετάσταση στα οστά, ο Βασίλης πονάει πάρα πολύ, το ξέρουμε όλοι και όλοι δυστυχώς γνωρίζουμε την εξέλιξη της υγείας του. Γιατί τα πράγματα δεν είναι όπως ήταν πριν από έξι μήνες. Πονάει πάρα πολύ. Ανεβαίνω λοιπόν στο σπίτι του. Και εκεί έγινε η εξής σκηνή: Κάθομαι δίπλα στο κρεβάτι του που ήταν στο σαλόνι, φωνάζει τη γυναίκα του, ήταν ο Στράτος ο μάνατζέρ του και ο Γιώργος, ο ξάδελφός του και μου λέει ‘’σε παρακαλώ, μπορείς να μου διαβάσεις το βιβλίο;’’ Έπαθα πλάκα. Είχα το λάπτοπ μαζί μου και βέβαια όλο το βιβλίο. Πώς να διαβάσω τώρα την ιστορία ενός ανθρώπου ο οποίος ξέρω ότι πονάει και πόναγε πάρα πολύ. Επειδή ήμουν και πρώην ηθοποιός, κάπου έβαλα και την τέχνη μου και κάπως προσπάθησα, δεν τα κατάφερα. Πολλές φορές δάκρυσα, πολλές φορές κόμπιασα, εκείνος όμως -δεν θα πιστέψεις-, χαμογελούσε. Σε κάθε σελίδα, σε κάθε εικόνα που του έλεγα… Κάποιες στιγμές που πήγε ο ξάδελφός του να του πει κάτι, έλεγε ο Βασίλης ‘’άσε, άσε, άκου παρακάτω να δεις…’’

Εκεί λοιπόν, συνέβη το εξής: Μόλις το τελείωσα γιατί έπρεπε να φύγω, να πάρω το αεροπλάνο, μου είπε κάτι που θα το κουβαλάω σε όλη μου τη ζωή: «Θανούλη θέλω να μ’ αγαπάς και να με σκέφτεσαι» με ένα χαμόγελο και του λέω «τι είναι αυτά που λες Βασίλη; Εδώ θα είμαστε, εδώ θα τα ξαναπούμε…». Πέντε μέρες μετά πέθανε.

Το τελευταίο σημείωμα στη γυναίκα του

«Όταν, βγήκε πρώτη φορά από την εντατική, μου είχε δώσει ένα σημείωμα με την εντολή ότι αυτό το σημείωμα που απευθυνόταν στη Χριστίνα, θα μπει (σ.σ. στο βιβλίο) όταν δεν θα είναι κοντά μας, όταν θα έχει πεθάνει. Το σημείωμα αυτό, η Χριστίνα το διάβασε τρεις ή τέσσερις μήνες μετά τον θάνατό του. Ποτέ δεν της το είπε και ποτέ δεν διάβασε αυτό το σημείωμα. Το προσπερνούσε. Το σημείωμα έλεγε: «Χριστίνα, σε αυτό το ταξίδι δεν θα σε πάρω μαζί μου. Να μείνεις πίσω να βοηθάς τους ανθρώπους γιατί έχεις δικό σου τρόπο εσύ και γι’ αυτό σ’ αγαπώ… Βασίλης Καρράς».

Με τη μεγάλη αγάπη της ζωής του, τη σύζυγό του, Χριστίνα.

Ένα πράγμα που εγώ λάτρεψα στον Βασίλη ήταν ότι έχει βοηθήσει τόσο πολύ κόσμο που δεν μπορείς να φανταστείς. Αλλά μου είχε απαγορεύσει να τον ρωτήσω γι’ αυτό το πράγμα. Μου είχε πει: ‘’όχι, αυτά είναι δικές μου υποθέσεις. Το να μιλήσω εγώ για ποιους ανθρώπους έχω βοηθήσει, τι έχω κάνει, αυτό δεν είναι φιλανθρωπία. Είναι διαφήμιση του εαυτού μου''.

Ο Βασίλης έζησε ακραία φτώχεια. Ένα παιδί 10 χρονών άκουγε τον πατέρα του που του έλεγε ότι έπρεπε να ξυπνάει 3 το πρωί για να πουλήσει κουλούρια στις οικοδομές και μετά να πουλάει λαχεία και μετά να δουλεύει σαν μηχανικός

Ο κόσμος μέσα από το βιβλίο έμαθε αλήθειες για τον άνθρωπο Βασίλη Καρρά. Ακόμα και άνθρωποι που δεν άκουγαν Καρρά, μαθαίνοντας για τη ζωή του, είχαν συγκλονιστεί. Στην πραγματική του ζωή ήταν ένας πολύ απλός άνθρωπος και σε καμία περίπτωση δεν πίστευες ότι είναι ένας από τους μεγαλύτερους σταρ του λαϊκού τραγουδιού. Ο Βασίλης έζησε ακραία φτώχεια. Φαντάσου ότι ένα παιδί 10 χρονών άκουγε τον πατέρα του που του έλεγε ότι έπρεπε να ξυπνάει 3 το πρωί για να πουλήσει κουλούρια στις οικοδομές και μετά να πουλάει λαχεία και μετά να δουλεύει σαν μηχανικός. Όταν λοιπόν ένα παιδί αναγκάζεται από την ίδια τη ζωή να δουλέψει για να βοηθήσει στα οικονομικά της οικογένειας, είναι ακραία φτώχεια».

Τι σας λείπει σήμερα, έναν χρόνο μετά τον θάνατό του, από τον Βασίλη Καρρά;

«Δεν μπορώ να πιστέψω ότι έχει 'φύγει', διότι αυτός ο άνθρωπος είχε πολύ έντονη παρουσία στη ζωή μου. Αν και ήμασταν φίλοι, δεν ήμουν ο κολλητός του, αλλά νομίζω πως είχαμε μια πολύ ουσιαστική φιλία. Το ότι μου έδωσε το δικαίωμα να γράψω τη βιογραφία του, αυτό έχει να κάνει με τη σχέση που αναπτύξαμε τα 20 αυτά χρόνια.

Αυτό το θηρίο με τη βαριά φωνή και τη μαγκιά ήταν ο πιο ευαίσθητος άνθρωπος που γνώρισα

Και τώρα λοιπόν το βιβλίο πάει στην πέμπτη έκδοση...

Πάει στην πέμπτη έκδοση, πουλάει, συνεχίζει να πουλάει. Πρόκειται να μεταφραστεί και στα βουλγάρικα. Έχουμε δρόμο ακόμα, πάντως δεν έχω πάρει κάποια αρνητική κριτική για το βιβλίο. Όλοι είναι ενθουσιασμένοι με την ιστορία γιατί μάθανε καινούργια πράγματα για τον άνθρωπο που λατρεύανε».

Ποιο πιστεύετε ότι είναι το πιο σημαντικό κεφάλαιο του βιβλίου που δεν θα έπρεπε κανένας από τους ανθρώπους που αγάπησαν τον Βασίλη Καρά να χάσει;

«Ένα σημαντικό κεφάλαιο είναι αυτό που μίλησε για την αρρώστια του τόσο εκτενώς. Ήθελε ο κόσμος που τον αγαπούσε να μάθει την αλήθεια. Να μην λέει διάφορα ο καθένας και μάλιστα λέει σε πολλά σημεία του βιβλίου ότι πρέπει ο κόσμος εκτός από αυτό, να μάθει και να πολεμάει τον καρκίνο. Πολλοί έχουν επιζήσει από όλη αυτή την ιστορία. Μέχρι το τέλος ο Βασίλης ήταν αισιόδοξος ότι θα το ξεπεράσει.

Ο Βασίλης όταν σκεφτόταν τα παιδικά του χρόνια, πήγαινε εκεί που είχε μεγαλώσει με ένα ποτήρι ουίσκι κι ένα πακέτο τσιγάρα και έκλαιγε και θυμόταν. Είχε τέτοιες ευαισθησίες ο Βασίλης. Δεν ξέχασε ποτέ τη φτώχεια του

Ήταν πολύ απλός και για μένα ήταν ο πιο ευαίσθητος άνθρωπος που έχω γνωρίσει στη ζωή μου. Αυτό το θηρίο με τη βαριά φωνή και τη μαγκιά ήταν ο πιο ευαίσθητος άνθρωπος που γνώρισα και κατά τη διάρκεια της συγγραφής, τον είδα πολλές φορές να δακρύζει και να σταματά με το βιβλίο. Να πω μία άλλη ιστορία. Κάποια στιγμή πήγαμε και στην Ηλιούπολη, εκεί στο Ρέμα στη Θεσσαλονίκη. Δεν είχε μείνει τίποτα, υπήρχε όμως μια κληματαριά που είχε μείνει από τότε. Ο Βασίλης όταν σκεφτόταν τα παιδικά του χρόνια, πήγαινε εκεί με ένα ποτήρι ουίσκι κι ένα πακέτο τσιγάρα και έκλαιγε και θυμόταν. Είχε τέτοιες ευαισθησίες. Δεν ξέχασε ποτέ τη φτώχεια του, γιατί πολλοί άνθρωποι το ξεχνάνε αυτό όταν γίνονται πλούσιοι. Ο Βασίλης ήταν στο τέλος ένας πλούσιος άνθρωπος, μέσα από τη δουλειά του έβγαλε χρήματα. Στο βιβλίο είχα κάνει ένα δικό μου σχόλιο, ότι τελικά το συμπέρασμα είναι ότι για να γίνεις μεγάλος τραγουδιστής πρέπει να είσαι καλός άνθρωπος. Του άρεσε πάρα πολύ αυτό το Βασίλη και το έχω βάλει και το πιστεύω».

© 2010-2024 Gossip-tv.gr - All rights reserved