Αλέξης Γεωργούλης: «Η αγάπη χτίζεται. Και μπορεί να μην ξεκινήσει από έναν έρωτα»
Η ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του για τις Ευρωεκλογές 2019, ως υποψήφιου Ευρωβουλευτή στο ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ ξάφνιασε πολλούς. Όχι όμως όσους τον ξέρουν καλά.
Ο Αλέξης Γεωργούλης χρόνια τώρα έχει δείξει ενδιαφέρον για την πολιτική ζωή και τα κοινά. Δραστηριοποιήθηκε κιόλας στις Δημοτικές Εκλογές στο παρελθόν και εκλέχθηκε Δημοτικός Σύμβουλος στην πατρίδα του τη Λάρισα. Και μοιράζοντας τη ζωή του ανάμεσα σε τρεις χώρες τα τελευταία χρόνια (Ελλάδα- Αμερική και Αγγλία) σίγουρα έχει επαφή με το τι συμβαίνει στο εξωτερικό. Και θέλει να προσφέρει.
Σε μια χρονιά που τα επαγγελματικά του τον ξαναέφεραν για μεγάλο διάστημα στην Ελλάδα. Από τη μία η συμμετοχή του στο εξαιρετικά πετυχημένο YFSF στον ρόλο του κριτή καθώς και ο πρωταγωνιστικός ρόλος στο "Ζητείται Ψεύτης" στο Παλλάς, αλλά και η συμμετοχή του στην πολύ πετυχημένη αγγλική σειρά "The Durrells", τον έβαλαν και πάλι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας με τον Αλέξη να είναι ίσως στην καλύτερή του στιγμή.
Πιο άμεσος από ποτέ, πιο επικοινωνιακός, πιο καλά με τον εαυτό του -δεν το λέμε εμείς, ο ίδιος το λέει- δείχνει έτοιμος για το επόμενό του βήμα. Λίγο πριν την εκλογική μάχη των Ευρωεκλογών μας μιλάει για όλα.
-Λίγες μόλις μέρες μετά τον τελικό του YFSF, τι γεύση σου άφησε αυτή η τηλεοπτική σου συμμετοχή σε ρόλο κριτή;
«Πέρασα ειλικρινά πάρα πολύ όμορφα. Ο σημαντικότερος λόγος που αποφάσισα να κάνω αυτή τη δουλειά και κατά συνέπεια να μείνω και στην Ελλάδα, ήταν η καλή ενέργεια που ένιωσα μέσα στο κανάλι.
Και περάσαμε ωραία μέχρι το τέλος. Εντυπωσιάστηκα πάρα πολύ και από το ταλέντο που είχαν όλοι οι συμμετέχοντες. Γι’ αυτό και θα έλεγα πως πιο κερδισμένοι από όλους τελικά ήταν οι κριτές γιατί ήταν εκεί και απόλαυσαν αυτές τις προσπάθειες και τις τόσο ωραίες ερμηνείες που έκαναν τα παιδιά».
-Την περίμενες την νίκη του Ίαν Στρατή;
«Ήταν ένα από τα παιδιά που από τις πρώτες εμφανίσεις που έκανε στο show σκέφτηκα πως αυτό το παιδί έχει τόσο ταλέντο που δεν έχει ταβάνι. Το θεώρησα πολύ φυσιολογικό το ότι κέρδισε. Το άξιζε σίγουρα».
- Στο YFSF έδειξες ένα πρόσωπο πιο χαλαρό και μια πλευρά σου που δεν ξέραμε.
«Ναι, αλήθεια είναι. Αυτή όμως είναι και η δουλειά του ηθοποιού. Ο ηθοποιός δεν δείχνει τον εαυτό του. Μέσα από την δική του οπτική γωνία, υπηρετεί έναν ρόλο που μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι και αντίθετος με τον εαυτό του.
Σε ένα show όμως τέτοιου είδους είσαι ο εαυτός σου. Έτσι θα έλεγα, άνοιξαν κάποια «παράθυρα» και κάποιες «πόρτες» να είσαι ο Αλέξης, όπως είναι στην καθημερινότητά του».
-Έδειξες και μια μεγάλη αδυναμία στην Εύα Τσάχρα…
«Όχι, όχι, δεν ισχύει. Σκέψου ότι στην Κάλλας όλοι της έβαλαν 12 κι εγώ 11. (γελάει) Μεγάλη αδυναμία έχω και δεν το κρύβω, στον Αργύρη Αγγέλου. Γιατί τον ξέρω πολύ καιρό, είμασταν μαζί και στη σχολή, σε διαφορετικά τμήματα γιατί εγώ λόγω της δουλειάς και του Πολυτεχνείου -εκείνο το διάστημα πήγαινα το πρωί Πολυτεχνείο, το μεσημέρι στη σχολή και το βράδυ στη δουλειά».
-Σε μια πρόσφατη συνέντευξή σου διάβασα που είπες πως δεν τον συμπαθούσες και πολύ τον εαυτό σου και τον συμπαθείς περισσότερο τώρα, μεγαλώνοντας…
«Εντάξει, δεν είμασταν τσακωμένοι και δεν του μιλούσα. Μιλούσαμε και γι’ αυτό τα βρήκαμε κιόλας στο τέλος… (γελάει).
Αυτό που εννοούσα είναι πως όταν ήμουν μικρότερος λογοκρινόμουνα πολύ στο πως μιλούσα και πως εκφραζόμουνα.
Νομίζω όλοι γεννιόμαστε με ανασφάλειες. Αυτό το πράγμα άρχισα να το ανακαλύπτω κομμάτι, κομμάτι. Να πολεμάω τους φόβους και να ρίχνω τους τοίχους μου σιγά σιγά.
Η μοναξιά με έφερε πολλές φορές αντιμέτωπο με όλο αυτό και άρχισα να το δουλεύω. Ειδικά το εξωτερικό, που δεν ήμουν γνωστός, μου κατέβασε το εγώ μου εκεί που έπρεπε να είναι.
Και μου έφερε σημαντικές και αληθινές φιλίες που για μένα ήταν και είναι το αληθινό κέρδος στη ζωή».
-Εσύ έχεις και φίλους από τα παιδικά σου χρόνια που κρατάς και μάλιστα και ως συνέταιρους αφού μαζί τους έχεις κάνει το μαγαζί με τα ρούχα στη Λάρισα.
«Οι παιδικοί φίλοι έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Είτε ακολουθείς τους ίδιους δρόμους, είτε όχι.
Ναι, κάναμε και δουλειά μαζί. Όπως λέμε οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους, έτσι ισχύει και ανάποδα, οι καλοί φίλοι, κάνουν τους καλούς λογαριασμούς. Έχουμε το μαγαζί με τα ρούχα το οποίο εξελίσσουμε. Πλέον έχουμε φτιάξει κι ένα e-shop και όλα πάνε καλά.
Οι φίλοι, να ξέρεις, όταν κρατιούνται, σε κρατάνε σε επαφή και με τις ρίζες σου. Δεν θεωρώ ότι πρέπει να μένουμε στις ρίζες μας, αλλά πρέπει πάντα να κρατάμε επαφή μαζί τους. Αυτό μας δίνει περισσότερη δύναμη. Βγαίνοντας προς τα έξω και μένοντας μόνος άρχισα να ξανακαλύπτω πράγματα που ίσως και να θεωρούσα δεδομένα και έτσι αναθεώρησα και πολλά».
-Πόσο εύκολο είναι για έναν άνθρωπο που είναι επιτυχημένος σε αυτό που κάνει στη χώρα του να πάει κάπου όπου είναι no name και να ξαναπεράσει τις ίδιες αγωνίες και να ξεκινήσει ουσιαστικά από την αρχή;
«Επειδή το ξαναπερνάς και είναι δική σου επιλογή, δεν είναι τόσο δύσκολο. Όμως όταν βλέπεις πως δεν σου βγαίνει όπως σου βγήκε την πρώτη φορά, αισθάνεσαι 10 φορές πιο άσχημα από ότι όταν ξεκίναγες εδώ. Γιατί έχει μεγαλώσει η προσδοκία σου.
Το έκανες μια φορά και πέτυχε. Κι αν δεν πετύχει πάλι η σφαλιάρα που τρως είναι πολύ μεγαλύτερη. Ευτυχώς εγώ αυτό που πέρασα εκεί, δεν ήταν έτσι γιατί όταν πήγα, πήγα σαν επισκέπτης να εξερευνήσω το κομμάτι του σεναρίου.
Τα δύο πρώτα χρόνια που πήγαινα κι ερχόμουνα πήγαινα γιατί είχα μαγευτεί από την ποσότητα της πληροφορίας. Και να μου προέκυπτε ευκαιρία, δεν θα μπορούσα να δουλέψω γιατί δεν είχα χαρτιά».
-Είχες όμως την αβάντα να έχεις κάνει μια σημαντική δουλειά, το «My life in Ruins» που σου έδωσε και μια σημαντική φιλία, αυτήν που έχεις με την Nia Vardalos…
«Και που κρατάει ακόμα και τώρα και είναι από τους φίλους που και να έχουμε να βρεθούμε έξι μήνες, είναι σαν να μην έχει περάσει ούτε μια μέρα»
-Πετάχτηκα να ένα burger ή ένα τσιγάρο και γύρισα, τύπου….
«Ναι, αν και ούτε τσιγάρο, ούτε burger πια για μένα».
-Δεν τρως κρέας; Είσαι Vegan;
«Δεν τρώω κρέας εδώ και 5 χρόνια. Όχι, όμως, δεν είμαι Vegan, είμαι Pescatarian προς το παρόν τουλάχιστον. Δηλαδή τρώω ψάρια, λαχανικά και τα ζωικά παράγωγα».
-Πώς και πήγες προς αυτήν την κατεύθυνση;
«Τι να σου πω, δεν ξέρω. Ένα Πάσχα νήστεψα όλη τη Σαρακοστή και την Κυριακή του Πάσχα δεν μου πήγαινε καθόλου να φάω κρέας. Ούτε αρνί, ούτε κοκορέτσι, ούτε τίποτα. Και από τη στιγμή που ο οργανισμός μου δεν το ζητούσε δεν πιέστηκα.
Και όσο περνούσε ο καιρός, είχα ακόμα και αποστροφή. Και θα σου πω κι ένα περίεργο. Ενώ πριν που έτρωγα κιόλας κρέας, είχα χαμηλό αιματοκρίτη στο 39, επειδή είμαι αιμοδότης και δίνω συχνά αίμα, πάω να δώσω αίμα και είχα καλύτερο αιματοκρίτη 41,7».
-Πώς είναι να μεγαλώνεις με τρία αδέρφια;
«Μέχρι τα 11 μου, ήμουν το παραχαϊδεμένο και το στερνοπούλι. Ήμουν 11 όταν γεννήθηκε η αδερφή μου. Και μετά έγινε εκείνη το παιδί μας. Φαντάσου ότι η ίδια λέει πως μεγάλωσε με 4 μπαμπάδες. Και νομίζω ότι μου έκανε καλό. Γιατί αυτό που είχα ως εκείνη την ηλικία το έδωσα σε κάποιον άλλον».
-Πόσο δύσκολα πέρασε αυτό το κορίτσι με 4 «μπαμπάδες»;
«Εγώ πάντως δεν ήμουν ο αδερφός που την περιόριζε. Εγώ της έλεγα να κάνει πράγματα. Ο μεσαίος αδερφός μου και ο μεγάλος ήταν πιο αυστηροί και μου την έλεγαν κιόλας που την άφηνα πιο ελεύθερη».
-Μοιάζετε μεταξύ σας ως χαρακτήρες;
«Δεν θα το έλεγα. Νομίζω ότι είμαστε εντελώς διαφορετικοί και αυτό οφείλεται στους γονείς μας που δεν μας επέβαλαν να είμαστε ίδιοι. Μας άφησαν να εξελιχθούμε σε αυτό που ήταν ο καθένας μας.
Και ο τρόπος που μας μεγάλωσαν με έχει επηρρεάσει και στη φιλοσοφία της ζωής μου, ακόμα και του τρόπου που αντιμετωπίζω την πολιτική. Ο καθένας από εμάς πρέπει να έχει την ελευθερία της έκφρασης και των πράξεων του αλλά παράλληλα θα πρέπει να προσφέρει και στο γενικό σύνολο. Είμαστε μονάδες μεν αλλά σε ένα σύνολο».
-Για πες, τι έκανε έναν έφηβο, νομίζω ήσουν γύρω στα 16 τότε, να μπει κρυφά στο τρένο για να πάει στην Καλαμάτα;
«Που το ανακάλυψες αυτό; (γελάει) Ε, ήθελα να πάω να δω μια φίλη μου. Το είχα στο μυαλό μου πως θα πάω στην Καλαμάτα όπως πηγαίναμε στον Αγιόκαμπο για μπάνιο και γυρίζαμε. Δεν ήξερα ούτε πόσο έχουν τα εισιτήρια, ούτε τίποτα.
Όταν μπήκα στο τρένο κι έφτασα στα Κτελ στην Αθήνα συνειδητοποίησα πως δεν θα έχω λεφτά να γυρίσω πίσω. Έτσι ξέμεινα στην Αθήνα όπου ευτυχώς σπούδαζε τότε ο αδερφός μου και δεν είχα άλλη επιλογή από το να πάω εκεί και να φανεί πως ναι μεν το έσκασα αλλά για να δω τον αδερφό μου».
-Σε κάλυψε;
«Ναι, δεν είπε τίποτα. Μαζί του είδα και για πρώτη φορά την Αθήνα και μου άρεσε πάρα πολύ. Κυρίως η ποικιλία που υπήρχε στα ροκ μπαράκια. Τότε ήμουν ροκάς ξέρεις και είχα μαλλιά μέχρι τη μέση και στη Λάρισα δεν είχαμε πολλά τέτοια μαγαζιά».
-Αυτές τις φωτογραφίες ήθελα να ήξερα τι τις έχεις κάνει; Τις έκαψες;
«Όχι αλήθεια. Δεν ξέρω πως την είχα δει τότε. Την εποχή του Λυκείου δεν ήθελα καθόλου να βγάζω φωτογραφίες. Με τίποτα όμως. Και δεν έχω καθόλου φωτογραφίες από εκείνη την εποχή.
Μέχρι και που έγινα ηθοποιός δεν μου άρεσαν οι φωτογραφίες. Και ξαφνικά βρέθηκα να κάνω 2 φωτογραφίσεις την εβδομάδα. Αυτό που δεν ήθελα καθόλου το λούστηκα. Ήταν απίστευτο. Τώρα το συνήθισα σε γενικές γραμμές αν και ειλικρινά προτιμώ να κάνω ένα 8ωρο γύρισμα από μια φωτογράφηση ακόμα και τώρα».
-Ξάφνιασες πολλούς με την απόφασή σου να κατεβείς υποψήφιος Ευρωβουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ, παρόλο που έχεις ξαναδοκιμάσει τις δυνάμεις σου στην πολιτική και είχε εκλεγεί και Δημοτικός Σϋμβουλος στην Λάρισα….
«Εμένα αυτό που με έκανε να θέλω να προσφέρω κυρίως μέσα από το δικό μου αντικείμενο στην χώρα μου είναι το κομμάτι του ΕΚΟΜΕ ( σ.σ. Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων & Επικοινωνίας).
Όταν δούλευα στο εξωτερικό, έβλεπα πως υπάρχει παντού νομοθεσία για επιστροφή χρημάτων στις οπτικοακουστικές παραγωγές η οποία ουσιαστικά ευνοεί και το ίδιο το κράτος αφού το κάνει ιδιαιτέρως ελκυστικό για εισροή χρημάτων και δημιουργία θέσεων εργασίας για πολύ κόσμο, αφού μέσω αυτής της νομοθεσίας υποχρεώνεις την ξένη παραγωγή να έχει και συγκεκριμένο ποσοστό ντόπιων εργαζόμενων σε αυτήν.
Και τα χρήματα της επιστροφής, δεν βγαίνουν από τα κρατικά χρήματα αφού τα έχεις εισπράξει ως κράτος από την εταιρεία.
Μου φαινόταν απίστευτο που εμείς δεν το κάνουμε και χάνουμε τόσες παραγωγές που θα μπορούσαν να γίνονται εδώ και όχι σε χώρες που έχουν το εν λόγω καθεστώς. Αυτό κινεί σε μεγάλο βαθμό την αγορά με πολλαπλά οφέλη. Και τεράστια, δωρεάν διαφήμιση της χώρας.
Σκέψου πως για κάθε ξένη παραγωγή που γυρίστηκε στη χώρα μας, υπάρχει έρευνα που δείχνει πως είχαμε αύξηση του τουρισμού με κατακόρυφη αύξηση.
Το Mamma Mia ένα γυρίστηκε στην Ελλάδα επειδή επέμενε πάρα πολύ ο Tom Hanks γι’ αυτό, αλλά το Mamma Mia 2 δεν γυρίστηκε εδώ γιατί δεν είχαμε να τους προσφέρουμε αυτό το νομικό πλαίσιο ενώ στην Κροατία το έχουνε.
Στο My Life in Ruins το ίδιο, κάναμε μόνο τα απολύτως απαραίτητα και μετά γυρίζαμε στην Ισπανία. Όλα αυτά τα χρήματα θα μπορούσαν να έχουν έρθει εδώ».
INFO: Το γύρισμα έγινε στο Θέατρο Παλλάς.
Φωτογραφίες-βίντεο: Λευτέρης Παρτσάλης