Βίκυ Καγιά: «Ένιωσα πολύ βαθιά αδικημένη. Βασανίστηκα, ταλαιπωρήθηκα πολύ στον Πρωινό Καφέ»
Μπορεί η τηλεόραση να μην της έχει λείψει αλλά με χαρά θα ξαναέκανε η Βίκυ Καγιά το «Next top model».
«Με χαρά μεγάλη και με πολλή όρεξη. Γιατί είναι η δουλειά μου και την αγαπώ. Ήμουν πολύ τυχερή και ευλογημένη που δοκίμασα θέατρο, σινεμά, τηλεόραση. Πόσο συχνά συμβαίνει αυτό; Όμως το background μου είναι η μόδα και οτιδήποτε σχετικό με αυτό το κάνω με μεγάλη μου χαρά. Ακόμη με ενθουσιάζει, δεν είναι τρομερό;». Μιλώντας για την τηλεόραση απαντά στο πώς βλέπει σήμερα από απόσταση τη σεζόν του Πρωινού Καφέ. Τότε είχε δεχτεί έντονη κριτική, κάποιες φορές ιδιαίτερα αρνητική. «Στενοχωρήθηκα και ένιωσα πολύ βαθιά αδικημένη τότε. Γιατί μου ζήτησαν να κάνω κάτι για δύο μήνες, να το προσπαθήσω. Δεν βγήκα ποτέ να πω ότι "εγώ θα είμαι ή επόμενη Μενεγάκη" ή "εγώ θα βάλω το θρόνο μου στην πρωινή τηλεόραση και θα καθίσω εκεί για δεκαπέντε χρόνια". Υπήρχε μια μεταβατική περίοδος στον ΑΝΤΙ, μου ζήτησαν να το καλύψω, το έκανα με πολύ μεγάλη χαρά και κέφι, σε μια περίοδο με πολλές αλλαγές στο κανάλι. Βασανίστηκα, ταλαιπωρήθηκα πολύ στον Πρωινό Καφέ, πάλευα μέρα-νύχτα να κάνω το καλύτερο που μπορούσα, γιατί πού να ξέρω κι εγώ από αυτά. Από εκεί και πέρα, πρέπει να δεχόμαστε την κριτική. Δεν κρύβω ότι έκλαψα, αλλά δεν το μετανιώνω, γιατί έμαθα πολλά. Και για το κύκλωμα, και για το σύστημα, και για την πρωινή ζώνη, και για το τι πραγματικά σημαίνει καθημερινή τηλεόραση. Γιατί πριν έκανα εβδομαδιαία πράγματα, προστατευμένα», λέει η ίδια στο περιοδικό Instyle. Παρ' όλα αυτά, η Βίκυ δεν θεωρεί ότι εκείνος ο Πρωινός Καφές δεν πέτυχε. «Πάρα πολλές ιδέες που προτείναμε μέσα από τον Καφέ αντιγράφονται ακόμη. Οπότε, δεν τα πήγαμε και τόσο άσχημα. Απλά κάθε καινούρια προσπάθεια έχει την πολύ κακή και την πολύ καλή της κριτική. Κι αυτά τα τρελά τρέιλερ, όπου γελούσαμε και τραγουδούσαμε, αλλά και το κομμάτι της μόδας και του lifetsyle, με τη γιόγκα και τις πιο εναλλακτι¬κές προτάσεις, χαίρομαι που τα βλέπω ακόμη στις εκπομπές. Μέσα στις βρισιές που ακούσαμε, έμεινε και κάτι».