Γιώργος Αρμένης: «Ολα πρέπει να είναι ξερά, να έχουν μια απόσταση»
Ο Γιώργος Αρμένης πρωταγωνιστεί στη «Λωξάντρα», σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη, μια παράσταση βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Μαρίας Ιορδανίδου.
Τι τον γοητεύει περισσότερο στο έργο;
«Το γεγονός ότι αναφέρεται σε ένα κομμάτι του ελληνισμού, του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης, πολύ σημαντικό, με μια σπουδαία κουλτούρα σε όλα τα επίπεδα. Και μέσα σε άγριες εποχές αυτοί οι άνθρωποι έμειναν ενωμένοι. Η Λωξάντρα και σε προέκταση ο άνδρας της, ο Δημητρός, που υποδύομαι, είναι η οικογένεια που κρατά τα πράγματα ενωμένα. Πρόκειται νομίζω για μια πολύ ωραία παράσταση, με γέλιο και δάκρυ και μουσικές – τραγουδά η Ελένη Τσαλιγοπούλου, με γάμους και γιορτές. Αποτυπώνει τη ζωή του Έλληνα, αυτό το μεράκι που έχουμε να θρηνήσουμε, να γιορτάσουμε, να εξυμνήσουμε τον άνθρωπο».
Θεωρεί ότι σήμερα στο ελληνικό θέατρο πολλές φορές κάνουμε φόρμα για τη φόρμα;
«Αυτό είναι αλήθεια. Οι νέοι σκηνοθέτες βάζουν μια συνθήκη και προσπαθούν νομίζω να χωρέσουν το έργο σε έναν μύλο που τα αλέθει όλα. Και δημιουργείται ένα περίεργο ζουμί, που δεν ξέρεις τι γεύση έχει τελικά. Πειραματίζονται, αλλά το θέμα είναι να μπορέσεις να αναδείξεις το έργο του συγγραφέα, οι ηθοποιοί να «συναντήσουν» τους ήρωες. Δεν λέω να υπάρχει ταύτιση, αλλά πρέπει να είσαι κάπως κοντά. Τώρα υπάρχουν ταχυλογίες, λόγια γρήγορα, χωρίς αίσθημα, το αίσθημα δεν το θέλουν. Ολα πρέπει να είναι ξερά, να έχουν μια απόσταση. Φαίνεται η εποχή το ζητά. Το έζησα αυτό, παίζοντας έξω, γιατί στο θέατρο που δημιούργησα πλέον δεν μπορώ να κάνω τίποτα».
Γιατί;
«Γιατί βρίσκεται στα Εξάρχεια και υπάρχει φόβος. Κανείς δεν κατεβαίνει, φοβούνται ότι θα του κάψουν το αμάξι. Εχω πάει σε υπουργούς, σε δημάρχους, στην Περιφέρεια. Δεν έχουν τη διάθεση να βοηθήσουν, ενώ τους εξηγείς πόσο δύσκολα είναι. Την ίδια στιγμή, σκεφτείτε είμαι πάνω από 50 χρόνια στο θέατρο, και εφέτος δεν έλαβα επιχορήγηση. Απορώ ποιοι είναι οι άνθρωποι που στελεχώνουν αυτές τις επιτροπές, που παίρνουν αυτές τις αποφάσεις. Δεν ξέρω. Η συχωρεμένη η μάνα μου έλεγε πάντα: «Το καρπισμένο το δέντρο το πετροβολάν», λέει στο Βήμα