Έτσι είναι σήμερα ο γιος του Σπύρου Καλογήρου - Είναι παίκτης στον Μονομάχο του Φερεντίνου
Ο Μονομάχος: Παίκτης στο τηλεπαιχνίδι που παρουσιάζει ο Χρήστος Φερεντίνος είναι ο γιος του αείμνηστου ηθοποιού Σπύρου Καλογήρου.
Ο Κωνσταντίνος Καλογήρου, είναι πάρα πολύ καιρό στο παιχνίδι και τον βλέπουμε σε όλα τα επεισόδια καθώς δεν έχει έρθει ακόμα η σειρά του να παίξει ως μονομάχος. Παρόλα αυτά δίνει τον καλύτερό του εαυτό κάθε φορά και διεκδικεί μια θέση μέχρι το τέλος προκειμένου να πάρει κάποιο χρηματικό ποσό εάν χάσει ο εκάστοτε μονομάχος.
Σήμερα 16/1, αφού έδωσε μια σωστή απάντηση, εξήγησε στον παρουσιαστή τον λόγο που έκανε τη συγκεκριμένη επιλογή κι έτσι ο Χρήστος Φερεντίνος δεν παρέλειψε να μας θυμίσει ποιος ήταν ο σπουδαίος πατέρας του.
«Να θυμίσουμε ότι ο Κωνσταντίνος λέγεται Καλογήρου στο επίθετο και είναι ο γιος του Σπύρου Καλογήρου. Μεγάλος ηθοποιός! Τα ξέρεις από πρώτο χέρι εσύ Κωνσταντίνε!», είπε μεταξύ άλλων ο Χρήστος Φερεντίνος στον αέρα του ΣΚΑΙ.
Δείτε το σχετικό απόσπασμα από τον Μονομάχο στο βίντεο που ακολουθεί:
Να θυμίσουμε σε αυτό το σημείο ότι δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε τον Κωνσταντίνο Καλογήρου σε τηλεπαιχνίδι. Παλαιότερα, και συγκεκριμένα τον Σεπτέμβρη του 2017, είχε εμφανιστεί και στο Still Standing που παρουσίαζε τότε η Μαρία Μπεκατώρου στον ΑΝΤ1.
Ποιος ήταν ο Σπύρος Καλογήρου
Γεννημένος στην Κυψέλη, στις 3 Νοεμβρίου 1922. Ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου, που ταυτίστηκε με τον ρόλο του κακού στην μεγάλη οθόνη. Χαρακτηριστική ήταν η τρεμάμενη φωνή του και το άγριο παρουσιαστικό του.
Έφυγε από τη ζωή στην Αθήνα, στις 27 Ιουνίου 2009.
Μετά το δημοτικό τελείωσε την Σεβαστουπούλειο Εργατική Σχολή, όπου γράφτηκε για το φαγητό που προσέφεραν στους σπουδαστές μιας και η οικογένειά του ήταν πολύ φτωχή.
Από τα εφηβικά του χρόνια εργαζόταν ως φωτογράφος και διατηρούσε ένα φωτογραφείο μαζί με τον αδερφό του, το οποίο του εξασφάλιζε ικανοποιητικά κέρδη. Παράλληλα ασχολούνταν ερασιτεχνικά με το θέατρο και έγραφε και στίχους, τους οποίους διάβαζε στον ραδιοφωνικό σταθμό των Ενόπλων Δυνάμεων. Εκεί τον άκουσε κάποτε ένας σκηνοθέτης και τον προέτρεψε να ασχοληθεί επαγγελματικά με την ηθοποιία και να γραφτεί σε μια σχολή υποκριτικής. Όταν ο Καλογήρου αρνήθηκε, ο σκηνοθέτης της ΥΕΝΕΔ επέμεινε και τελικά τον πήρε από το χέρι και τον πήγε στη Δραματική Σχολή του Ελληνικού Ωδείου.
Εκεί εκτός από τα εφόδια που πήρε για την μετέπειτα καριέρα του, είχε την τύχη να γνωρίσει το 1952 και την γυναίκα της ζωής του, την κατά 13 χρόνια μικρότερή του ηθοποιό Ευαγγελία Σαμιωτάκη (1935-2017).
Καριέρα
Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1955, με τον θίασο του Νίκου Χατζίσκου στον «Ερωτόκριτο» και ακολούθησε ο «Άμλετ». Η θεατρική του σταδιοδρομία άρχισε ουσιαστικά να διαμορφώνεται με την ένταξή του στο Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» του Καρόλου Κουν, το 1960, με το οποίο έπαιξε σε ιστορικές παραστάσεις (π.χ. «Όρνιθες», «Πέρσες») σε Ελλάδα και εξωτερικό. Συνεργάστηκε με τους θιάσους των Λεού, Ροντήρη, Μινωτή, Σολομού, Κουν, Κατράκη, Μυράτ, Λαμπέτη, Κατερίνας κ.ά.
Έπαιξε σε πολλές ταινίες, και στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο, και όταν έκανε αντίστοιχους ρόλους ήταν πολύ πειστικός. Συμμετείχε και σε πολλές θεατρικές παραστάσεις αλλά δεν είχε πολλές συνεργασίες με τη γυναίκα του, καθώς εκείνη ήταν στο Εθνικό Θέατρο και ο ίδιος ασχολούνταν με το ελεύθερο θέατρο. Μετά το '80 έκαναν τον δικό τους θίασο, ανέβασαν παραστάσεις και πραγματοποίησαν περιοδείες.
Έπαιξε σε περίπου διακόσια θεατρικά έργα και σε όλα τα είδη του θεάτρου, κλασικούς και σύγχρονους συγγραφείς, από θέατρο του παραλόγου (Ευγένιος Ιονέσκο) μέχρι επιθεώρηση, αλλά και σε πολλά του ελληνικού δραματολογίου.
Όπως αναφέρει και το wikipedia, από τους τελευταίους, χαρακτηριστικούς ρόλους του στη σκηνή, στον οποίο υπήρξε απολαυστικός, ήταν αυτός του Λουκά στο «Λόγω φάτσας» του Γιώργου Διαλεγμένου, που σκηνοθέτησε ο Αντώνης Αντύπας στο «Απλό Θέατρο» (1993-1995). Το καλοκαίρι του 1996 εμφανίστηκε με τον Θύμιο Καρακατσάνη στο «Καραγκιόζη-Ντριμ», ερμηνεύοντας τον μπαρμπα-Γιώργο, ενώ το 1999 έπαιξε στο πλευρό της Μιμής Ντενίση στο «Εγώ η Λασκαρίνα».
Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε το 1955 στην ταινία του Ντίμη Δαδήρα, Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας. Έκτοτε συμμετείχε σε περισσότερες από 60 ταινίες, μαζί με τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού σινεμά. Εμφανίστηκε σε περίπου 55 ταινίες, ανάμεσά τους οι: Η Αθήνα τη νύχτα, Στεφανία, Κοντσέρτο για πολυβόλα, Η νεράιδα και το παλικάρι, Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά, Η Μαρία της σιωπής, Ο άνθρωπος με το γαρίφαλο, Στάκαμαν. Όμως, η ταινία που άφησε εποχή ήταν η Λόλα, στην οποία ο Σπύρος Καλογήρου είχε πει την αξέχαστη φράση «Είναι πολλά τα λεφτά Άρη», προς τον τότε συμπρωταγωνιστή του Νίκο Κούρκουλο για τα «μάτια» της Τζένης Καρέζη.
Το 1966, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, του απονεμήθηκε τιμητική διάκριση για την ερμηνεία του στη μικρού μήκους ταινία Τζίμης ο Τίγρης του Παντελή Βούλγαρη και οι κριτικοί κινηματογράφου τού απένειμαν το 1971 τον Αργυρό Απόλλωνα για τον ρόλο του στην ταινία Κατάχρηση εξουσίας. Τιμήθηκε με τη Χρυσή Κεφαλή του «Θεάτρου Βαχτάγκοφ» της Μόσχας. Εμφανίστηκε και σε τηλεοπτικές σειρές (Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή).
Προσωπική ζωή
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής είχε υιοθετήσει την τακτική «να τα πουλάς και να τα αγοράζεις όλα. Να τον ξεγελάσεις, να τον κλέψεις, να τον φέρεις βόλτα τον Γερμανό». Ο ίδιος υποστήριζε ότι υπήρξε σαλταδόρος, μαυραγορίτης, έμπορος λαθραίων τσιγάρων και λωποδύτης, χωρίς ποτέ κανείς να μάθει αν έλεγε αλήθεια ή όχι.
Αν και με την σύζυγό του είχαν αρκετά χρόνια διαφορά (εκείνος ήταν 30 και εκείνη 18), συνέχισαν την γνωριμία τους και λίγο αργότερα παντρεύτηκαν. Το ζευγάρι έμεινε μαζί για περισσότερα από 50 χρόνια και απέκτησαν έναν γιο, ο οποίος τους χάρισε στην συνέχεια μια εγγονή, την μικρή Ευαγγελία.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής τους είχαν αποσυρθεί από το χώρο του θεάματος και περνούσαν τις περισσότερες ημέρες στο εξοχικό τους. Πέθανε στο Τζάνειο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν από την Πρωτομαγιά. Ήταν υποστηρικτής του Παναθηναϊκού.