Ζέτα Δούκα: Η εξομολόγησή της για τη νευρική ανορεξία και πώς κατάφερε να βγει νικήτρια!
Η Ζέτα Δούκα αναγκάστηκε να παλέψει για χρόνια με την νευρική ανορεξία και τελικά βγήκε νικήτρια.
Η ηθοποιός σε μία εκ βαθέων εξομολόγηση μιλά για την νευρική ανορεξία και τη διαδικασία της θεραπείας της.
Η ηθοποιός τόνισε: «Υπήρξα ένας άνθρωπος που πάντοτε το μυαλό του δούλευε πολύ, τόσο προς τη σωστή όσο και προς τη λάθος κατεύθυνση. Eίχα συνεχώς διάφορες και διαφορετικές ανησυχίες. Επομένως, οτιδήποτε μου συνέβαινε στη ζωή το περνούσα από κόσκινο. Το ανέλυα μέχρι εκεί που δεν έπαιρνε. Πρόκειται για αυτό το βασανιστικό χαρακτηριστικό που έχουν όσοι θέλουν να είναι τελειομανείς. Μιλάμε, βέβαια, για την απόλυτη φούσκα και ψευδαίσθηση. Η τελειομανία δεν είναι κάτι χειροπιαστό ούτε αληθινό. Κάποια στιγμή, λοιπόν, μπήκα στη διαδικασία να σκέφτομαι την τροφή. Τι θα φάω, τι θα κόψω από τη διατροφή μου, τι θα προτιμήσω περισσότερο. Αυτή η υπερανάλυση μου έδειξε ότι κάτι δεν πάει καλά. Κατάλαβα ότι υπήρχε μια εμμονή. Τότε δεν ήξερα ότι είναι ανορεξία. Όταν μου κόπηκε η περίοδος, επισκέφτηκα πολλούς γιατρούς, κανείς όμως δεν διέγνωσε τη νόσο. Ωστόσο, από την αρχή ήξερα ότι κάτι δεν πάει καλά. Πέρασαν πέντε χρόνια που ήμουν άρρωστη.»!
Και υπογράμμισε στο περιοδικό People: «Είχα φτάσει να ζυγίζω πολύ λίγα κιλά και κάπου εκεί μπήκα στη διαδικασία των βουλιμικών επεισοδίων. Κατάλαβα ότι είναι κάτι που μου κάνει κακό και πρέπει να το σταματήσω όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Το “όσο το δυνατόν πιο σύντομα”, βέβαια, ήταν άλλα έξι χρόνια από τη ζωή μου. Βλέπεις, αν δεν ζητήσεις βοήθεια εξαρχής και συγκεκριμένα από ειδικό, τότε χάνεις πολύ χρόνο, προσπαθώντας να δεις πώς θα τα τακτοποιήσεις μόνος σου – αν τα τακτοποιήσεις. Τις περισσότερες φορές δεν μπορείς να θεραπευτείς χωρίς βοήθεια ειδικού. Όλοι οι άνθρωποι, τόσο τα κορίτσια όσο και τα αγόρια –γιατί δεν είναι γυναικεία νόσος, είναι μεγάλο το ποσοστό των αντρών που πάσχουν–, γνωρίζουν από την αρχή τι κάνουν στο σώμα τους και στον εαυτό τους.
Η ανορεξία έχει αποτυπωθεί μέσα μου σαν μια ανάμνηση και ένα βίωμα που το έχω χρησιμοποιήσει προς όφελος δικό μου και της κοινωνίας. Δεν μου έχει αφήσει τραύματα. Θεωρώ ότι αν υπάρχει ένα κομμάτι δημοσιότητας που πρέπει να δοθεί σε αυτό, τότε ακόμα μεγαλύτερο πρέπει να έχει το κέντρο της ΑΝΑΣΑΣ και το έργο που γίνεται εκεί. Δεν με ξαναγυρίζει πίσω στα δύσκολα χρόνια το να μιλάω γι’ αυτό. Όταν, μάλιστα, συναναστρέφομαι με ανθρώπους που πάσχουν, ξέρω τι να τους πω. Νιώθω περήφανη!».