Ευχάριστη είδηση: Η Κύπρια κούκλα που θα παίξει στο πλευρό του Jude Law! (photos)
Καθαρό πρόσωπο, αδρά χαρακτηριστικά. Η ξεχωριστή κι όμως απολύτως μεσογειακή ομορφιά της Κίκας Γεωργίου σίγουρα αποτέλεσε έναν βασικό λόγο για μια μεγάλη διεθνή επιτυχία: τον ρόλο της στην τηλεοπτική σειρά «Τhe New Pope», η οποία θα προβληθεί στις περισσότερες χώρες του κόσμου το 2020.
Στη συνέχεια του επιτυχημένου «The Young Pope» η ταλαντούχα ηθοποιός θα ενσαρκώσει - υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του πολυβραβευμένου Ιταλού σκηνοθέτη Πάολο Σορε-ντίνο - μια μυστηριώδη ηρωίδα, ισότιμο μέλος σε ένα καστ που περιλαμβάνει μεγάλους σταρ όπως ο Τζόυντ Λο, ο Τζον Μάλκοβιτς, η Σάρον Στόουν, ακόμη και ο Μέριλιν Μάνσον.
Υπενθυμίζουμε πως η Κύπρια καλλιτέχνις που έχει ζήσει πολλά χρόνια στην Αθήνα και απέκτησε πρόσφατα το πρώτο της παιδί, έχει διαγράψει μια ενδιαφέρουσα πορεία στο θέατρο και έχει διακριθεί στο σινεμά, αφού για την ερμηνεία της στην ταινία του Γιώργου Γκικαπέππα «Η πόλη των παιδιών» τιμήθηκε το 2012 με το Βραβείο Α' Γυναικείου Ρόλου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.
Πώς προέκυψε η συμμετοχή σας στη δεύτερη σεζόν της επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς «The Young Pope» που θα προβληθεί με τον τίτλο «Τhe New Pope»;
«Ήμουν πολύ τυχερή διότι οι παραγωγοί της σειράς δεν ήθελαν μία ήδη γνωστή ηθοποιό για αυτόν τον ρόλο αλλά μπήκαν στη διαδικασία να βρουν ένα νέο πρόσωπο. Διοργάνωσαν λοιπόν ακροάσεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Έκανε αίτηση εκ μέρους μου το γραφείο με το οποίο συνεργάζομαι, το ΚΡ Talent Management, που δραστηριοποιείται στην Αθήνα και στο Λονδίνο, και τους στείλαμε audition video από την Κύπρο. Πέρασα λοιπόν και στον τρίτο γύρο και μια ωραία πρωία με πήραν και μου είπαν ότι ο ρόλος ήταν δικός μου».
Είχατε δει τον πρώτο κύκλο της σειράς;
«Για να είμαι ειλικρινής, όχι. Βλέπω συνήθως ταινίες και όχι σειρές. Ο Πάολο Σορεντίνο είναι ωστόσο ο αγαπημένος μου κινηματογραφικός σκηνοθέτης. Είχα συγκλονιστεί από την "Τέλεια Ομορφιά" και όταν είδα το όνομά του ενθουσιάστηκα, είπα πως αν δεν δουλέψω τώρα μαζί του δεν θα δουλέψω ποτέ, αν δεν προσπαθήσω τώρα με όλες μου τις δυνάμεις δεν θα τα καταφέρω ποτέ. Το πήρα πολύ ζεστά και έκανα σκληρή προετοιμασία. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα πάντως. Και επρόκειτο για μια πολύ έντονη περίοδο στη ζωή μου, το παιδί μου ήταν ακόμη μωρό, είχα δουλειά στο θέατρο με απαιτητικές πρόβες, με πολλά λόγια να μάθω, έζησα μια τρέλα γενικώς».
Ποια ήταν η αλληλουχία των συναισθημάτων που νιώσατε όταν πλέον ετοιμαζόσασταν για τα γυρίσματα;
«Είχα σαφώς αγωνία, αλλά και πολύ μεγάλη χαρά. Ήταν και λίγο αστεία η κατάσταση, γιατί όταν πήγα στα αρχικά γυρίσματα που έγιναν στη Βενετία ήταν η πρώτη φορά μετά από καιρό που είχα την πολυτέλεια να κοιμηθώ τα βράδια γιατί με το μικρό παιδί στο σπίτι είχα χάσει τον ύπνο μου. Και έτσι υπήρχε η δυνατότητα να συγκροτηθώ. Όταν βέβαια εργάζεσαι σε τόσο μεγάλες παραγωγές είναι όλα τόσο οργανωμένα που έχεις να ανησυχήσεις αποκλειστικά και μόνο για τη δουλειά σου. Ήταν ξεκούραστα, ο καθένας ασχολιόταν με το δικό του καθήκον. Το έντονο καρδιοχτύπι το βίωσα το βράδυ πριν παίξω στην πρώτη μου σκηνή γιατί είχα ακούσει ότι ο Σορεντίνο είναι αυστηρός και ήθελα να δώσω τον καλύτερο εαυτό μου. Στο πρώτο μου γύρισμα, μια μικρή σκηνή που έκανα με τον Τζον Μάλκοβιτς -ο οποίος παρεμπιπτόντως ήταν καταπληκτικός, πραγματικά υπέροχος-, ήταν ωστόσο παρών και ο Χα-βιέρ Κάμαρα (σ.σ.: ο Ισπανός ηθοποιός που γνωρίζουμε από την ταινία "Μίλα της" του Πέδρο Αλμοδόβαρ) και μόλις εμφανίστηκε στον χώρο όπου γινόταν η επιμέλεια του μακιγιάζ, άρχισε να μου μιλάει στα ελληνικά. Ήταν τόσο ζεστός και ευχάριστος που αμέσως μου άλλαξε τη διάθεση».
Να υποθέσω και πως ο Σορεντίνο δεν ήταν τόσο αυστηρός τελικά;
«Είναι ο πιο γλυκός, υποστηρικτικός, θετικός σκηνοθέτης με τον οποίο έχω δουλέψει. Άκουσα μόνο καλά λόγια από το στόμα του. Ξέρει πολύ καλά τι θέλει και δεν περιμένει εσένα για να δει πώς θα προχωρήσει. Σε καθοδηγεί πολύ προσεκτικά. Μου αρέσει πολύ η δουλειά του. Καταργούνται τα όρια μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας στις ταινίες του και το ίδιο συμβαίνει και σε αυτή τη σειρά».
Πείτε μας μερικά λόγια για τον ρόλο σας.
«Κατ' αρχάς θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι ο ρόλος μου είναι αρκετά μικρός και δεν έχω καθόλου εικόνα του τι θα μείνει μετά το τελικό μοντάζ. Υποδύομαι τη γυναίκα με την κόκκινη στολή, την αρχηγό μιας μεγάλης ομάδας φανατικών οπαδών του Πάπα, ας τους πούμε φονταμενταλιστές καθολικούς. Πρόκειται για μια αινιγματική φιγούρα, γι' αυτό και. δεν θα ήθελα να πω περισσότερα...».
Τον Τζόυντ Λο τον γνωρίσατε;
«Είχα μαζί του μία σκηνή. Δεν παρατήρησα να τον διακρίνει καμία από τις ιδιοτροπίες των σταρ, ήταν άνετος, θερμός και επικοινωνιακός. Δούλευες εύκολα και αβίαστα μαζί του».
Τα επόμενα επαγγελματικά σχέδια σας ποια είναι;
«Έχω ζητήσει από την ατζέντισσά μου να κάνει αίτηση σε όλες τις ακροάσεις ξένων παραγωγών που υπάρχουν προκειμένου να κάνω εξάσκηση. Μου φαίνεται μεγάλη πρόκληση το να παίζεις σε ξένη γλώσσα. Κάνω αυτή την περίοδο μια μικρή παύση από το θέατρο, διότι όσο περνούν τα χρόνια καταλαβαίνω πως ό,τι έχει να κάνει με κάμερα, κυρίως ο κινηματογράφος αλλά και η τηλεόραση, με ελκύει περισσότερο. Θα ήθελα να επικεντρωθώ σε αυτές τις δραστηριότητες και επειδή οι ευκαιρίες δεν παρουσιάζονται κάθε μέρα θα ήθελα να είμαι όσο πιο προπονημένη και έτοιμη γίνεται. Γράφω επίσης τραγούδια, έναν δικό μου μονόλογο, έχω την ανάγκη να εκφράζομαι κι εγώ δημιουργικά».
Τα τελευταία χρόνια έχετε επιστρέψει στην Κύπρο. Πώς ήταν η προσαρμογή στη ζωή εκεί έπειτα από τόσα χρόνια απουσίας;
«Η αλήθεια είναι πως από .το 2001 μέχρι πρόπερσι η βάση μου ήταν η Αθήνα. Και μέχρι πριν από μερικά χρόνια δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι θα επέστρεφα κάποια στιγμή στην Κύπρο. Πήραμε την απόφαση με τον σύντροφό μου να πάμε στην Κύπρο όταν προέκυψε το παιδί. Ήθελα να έχω τους γονείς μου κοντά μου, να μη νιώθω μοναξιά, και αισθάνθηκα τελικά μια σύνδεση με τον τόπο που δεν υπήρχε παλαιότερα. Γι' αυτό και έχουμε μείνει εκεί. Μου αρέσει ο τρόπος ζωής, έχω φυσικά και βοήθεια από τους παππούδες και τις γιαγιάδες, υπάρχει μια ποιότητα, κάποιες ευκολίες στην καθημερινότητα. Στην Αθήνα είναι πιο δύσκολα τα πράγματα».
Με την υποκριτική πώς ασχοληθήκατε, αλήθεια;
«Πάντα λάτρευα το τραγούδι, αλλά ήμουν αυτό που θα λέγαμε "ντροπαλή τραγουδίστρια". Δεν πίστευα ότι είχα καμιά φοβερή φωνή, δεν μου άρεσε να εμφανίζομαι σε μπαρ ή νυχτερινά μαγαζιά και απέφευγα την πολλή έκθεση. Πήγα στην Αμερική, στο Σικάγο, σπούδασα τραγούδι και στη συνέχεια μουσικό θέατρο, δούλεψα πολύ επάνω στη φωνή μου δηλαδή. Όταν ολοκλήρωσα τις σπουδές μου είχα πεθυμήσει τα ελληνικά, επειδή όμως δεν ήθελα να γυρίσω στην Κύπρο αποφάσισα να έρθω στην Αθήνα. Συνειδητοποίησα ότι τελικά με γοήτευε το performing και στράφηκα στο θέατρο για να με βοηθήσει στο τραγούδι, για να εμπλουτίσω τα ερμηνευτικά μου μέσα. Άρχισα να δουλεύω ως ηθοποιός, η μία παράσταση έφερε την άλλη, και εκεί κατάλαβα ότι αυτό είναι το επάγγελμα μου. Γνώρισα κατόπιν και τον κινηματογράφο, με την "Πόλη των Παιδιών", και δεν το πίστευα πόσο συνδέθηκα με αυτό το καλλιτεχνικό μέσο. Στην Αθήνα είχα κάνει βέβαια και δύο live με δικές μου διασκευές, είναι και αυτό κάτι που μου άρεσε».
Με ποιους σκηνοθέτες και ηθοποιούς ονειρεύεστε να συνεργαστείτε μια μέρα;
«Μου είναι δύσκολο να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση. Θα αναφέρω πολύ αυθόρμητα τον Γιώργο Λάνθιμο και τους αδελφούς Κοέν, για τους οποίους έχω την αίσθηση ότι πρέπει να είναι τόσο ωραίοι τύποι... Θαυμάζω και πολλές ηθοποιούς. Γνώρισα χάρη στη σειρά τη Λουναβίν Σανιέ και τη Σεσίλ ντε Φρανς, και εντυπωσιάστηκα με την απλότητα, τον επαγγελματισμό και το ταλέντο τους. Ας μην επεκταθώ άλλο ωστόσο, διότι η λίστα μου είναι ατελείωτη».
Πηγή: ΒHMAgazino