Μόνικα Μπελούτσι: «Οι Ιταλοί και οι Έλληνες ξέρουμε από το γέλιο και το κλάμα»
Κάθε φορά που μιλάει για την Ελλάδα και την Κάλλας η φωνή της Μπελούτσι ανεβαίνει αρκετούς τόνους υψηλότερα.
Εξάλλου ως Ιταλίδα έχει μάθει να αγαπάει τις κωμωδίες-σήμα κατατεθέν της πατρίδας της και δεν φοβάται να εκφράζεται, να αυτοσαρκάζεται ή να παρωδεί τον εαυτό της.
«Οι Ιταλοί και οι Ελληνες ξέρουμε από το γέλιο και το κλάμα», όπως ομολογεί.
Ο φυσικός της τρόπος να αντιδρά στα σχόλια και ο ζεστός της χαρακτήρας έρχεται, ωστόσο, σε αντιδιαστολή με τον μύθο της μοιραίας γυναίκας που μπορεί να έχει πλάσει κανείς για εκείνη, καθώς σου δημιουργεί την αίσθηση ότι μιλάς με μια φίλη. Απόλυτα οικεία και προσηνής, δεν έχει βεντετισμό και, παρότι κορυφαίο όνομα, δεν θα επιτρέψει να σκεφτείς ότι δεν είναι μεσογειακή, απλή και ενθουσιώδης.
Οντως πανέμορφη και όντως η γυναίκα που δικαιολογημένα έχει κάποια στιγμή κάθε άνδρας ονειρευτεί. Τα μελιά μάτια και η ζεστή σέξι φωνή που συνιστά αναμφίβολα στοιχείο της γοητείας της είναι τα στοιχεία που σου μένουν για πάντα. Δεν φαίνεται για την ώρα να την απασχολεί, αφού φροντίζει να διαχωρίζει με κάθε τρόπο την ιδιωτική από τη δημόσια εικόνα της:
«Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ταυτίζεις τη δημόσια εικόνα με την προσωπική γιατί αν το κάνεις, χάθηκες», λέει. «Είναι πολύ επικίνδυνο. Πρέπει να καταλαβαίνεις ότι άλλο οι ρόλοι που καλείσαι να ενσαρκώσεις ως δημόσιο πρόσωπο και άλλο αυτό που ζεις στην καθημερινότητα και στην προσωπική σου ζωή - εντελώς άλλο».
Ρωτήθηκε πόσο μπορεί να ισορροπεί ανάμεσα στις δύο εκφάνσεις της προσωπικότητάς της και πόσο επιδέξια χειρίζεται αυτό το παιχνίδι του σκύλου με τη γάτα τόσο με τον ίδιο της τον εαυτό όσο και με τους ανθρώπους.
«Βοηθάει το ένστικτο και αυτό είναι που πρέπει κανείς να ακούει πρώτο. Ευτυχώς μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να με προδίδει. Ειδικά όσον αφορά τις απαντήσεις που πρέπει να δώσω αναφορικά με συνεργασίες, είναι η εσωτερική φωνή που με παροτρύνει ώστε να ανταποκριθώ θετικά ή αρνητικά. Είναι αυτή που θα μου υπαγορεύσει αν κάτι μου ταιριάζει ή όχι - και στη συνέχεια το συγκροτώ στο μυαλό μου ανάλογα με τα επιχειρήματα. Ετσι, ακόμα και αν κάτι που επιλέγω δεν έχει επιτυχία, υπάρχει κάποιος λόγος που το ένστικτό μου με έχει παρακινήσει να κινηθώ προς αυτή την κατεύθυνση και αυτό το καταλαβαίνω εκ των υστέρων. Πολλές από τις επιλογές μου μπορεί ενίοτε να μοιάζουν ατυχείς, αλλά απλώς με προετοιμάζουν για το επόμενο πρότζεκτ».
Κάποιες από τις ταινίες που έχει κάνει έχουν αποκαλύψει εκ των υστέρων το νόημά τους: τα ματωμένα δόντια της ως νεαρή σέξι ακόλουθος του Κόμη Δράκουλα στην ομώνυμη ταινία του Κόπολα είναι που τη βοήθησαν να δαγκώσει επιδέξια το δύσκολο σώμα της διασημότητας, το οποίο εκμεταλλεύτηκε με τον κατάλληλο τρόπο: ως η ερωτική γυναίκα που δεν επιβαλλόταν μόνο με την εμφάνιση αλλά και με την προσωπικότητα. Σόκαρε, αντίστοιχα, με τη «Μαλένα» αλλά και με το «Μη αναστρέψιμος», αφού κανείς δεν μπορούσε να δεχτεί αυτή την αδιανόητη ομορφιά να συντρίβεται υπό το βάρος ενός ωμού βιασμού που ο Νοέλ δεν φοβήθηκε να αναπαραστήσει με κάθε λεπτομέρεια.
Η Μόνικα δεν ακολούθησε την πεπατημένη, είχε προλάβει να γυρίσει εναλλακτικές ταινίες επειδή γούσταρε το σενάριο, τον ρόλο ή τον δημιουργό τους και σε μία από αυτές, στο «Διαμέρισμα», γνώρισε τον πρώην σύζυγο της, τον Βενσάν Κασέλ, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Και είναι τρομερό πόσο συγκλονιστικά της μοιάζει η μεγαλύτερή της κόρη, η Ντίβα (ναι, αυτό είναι το όνομα της!).
Συμφωνεί, επομένως, με την επισήμανσή ότι καλώς το ένστικτό της την έσπρωξε σε πιο low voice δουλειές που τώρα φαίνεται ότι είχαν λόγο και σκοπό να γίνουν. «Μα είναι λογικό η δουλειά ενός ηθοποιού να έχει να κάνει πολύ με τη φάση που περνάει», απαντάει.
«Για να καταλάβεις πόσο μετράει μια δουλειά πρέπει να συνυπολογίσεις μια σειρά από διαφορετικούς και ετερόκλητους παράγοντες που, ευτυχώς, δεν αφορούν πάντα την επιτυχία. Αλλωστε πολλές ταινίες που προαλείφονται για μεγάλο σουξέ βλέπεις να αποτυγχάνουν στην πορεία και άλλες να μη βγαίνουν καν στις αίθουσες. Οπότε το μέτρο και η λογική της επιτυχίας είναι πάντα σχετικά. Ειδικά αν έχεις μια καριέρα αρκετών χρόνων, επιβάλλεται να βλέπεις και να κρίνεις τα πράγματα από απόσταση, κοιτώντας προς τα πίσω και αυτό, τολμώ να πω, σημαίνει ωριμότητα. Αλλιώς μετράς τα πράγματα στα είκοσι, αλλιώς στα πενήντα. Για να μιλήσω ειλικρινά, δεν θα μπορούσα με τίποτα να φανταστώ να έχω την πολυτέλεια να απορρίπτω ή να δέχομαι προτάσεις στην ηλικία που βρίσκομαι. Το θεωρώ μεγάλο δώρο το ότι μπορώ να είμαι ακόμα δημιουργική ως προς τις επιλογές μου και αυτό που κάνω ύστερα από τόσα χρόνια», είπε στο Πρώτο Θέμα.