Καίτη Φίνου: «Τον πρώτο καιρό αισθανόμουν άσχημα που έμενα στο “ Σπίτι του ηθοποιού ” αλλά δεν είχα άλλη επιλογή»
Η Καίτη Φίνου τον τελευταίο χρόνο φιλοξενείται στο «Σπίτι του ηθοποιού» αφού τα οικονομικά της δεν ήταν καθόλου καλά
Η ηθοποιός μίλησε στοπεριοδικό «Down Town της Κύπρου» για τα οικονομικά προβλήματα αλλά και για τα λάθη που έχει κάνει στα επαγγελματικά της.
Τον τελευταίο χρόνο μένεις στο «Σπίτι του ηθοποιού». Πώς είναι η ζωή σου εδώ;
Το πρώτο διάστημα ομολογώ ότι αισθανόμουν άσχημα, αλλά μετά συνήθισα. Δεν είναι εύκολο, εκεί που είχες το δικό σου χώρο, να μετακομίζεις κάπου όπου κάθε μέρα θα βλέπεις τα ίδια πρόσωπα - πόσο μάλλον όταν είσαι ένας άνθρωπος που δεν θέλεις να εξαρτάσαι από κανένα. Αλλά, αφού δεν μπορούσα με τα χρήματα του θεάτρου να συντηρώ ένα σπίτι, δεν είχα άλλη επιλογή. Τις πρώτες μέρες ήμουν στα χαμένα! Ωστόσο, από τότε που ήρθα εδώ ηρέμησα. Είναι πολύ σημαντικό για έναν ηθοποιό να έχει το μυαλό του μόνο στην παράσταση και να μην αγχώνεται πώς θα πληρώσει το ενοίκιό του και το λογαριασμό του ρεύματος.
Είναι πάντως δύσκολο να πιστέψει κανείς, όταν για πολλά χρόνια ήσουν πρωταγωνίστρια, ότι δεν πέρασαν χρήματα από τα χέρια σου...
Αυτοί που πληρώνονταν καλά, τη δεκαετία του '80 που ξεκίνησα εγώ, ήταν μόνο οι άντρες κωμικοί: ο Μουστάκας, ο Ψάλτης, ο Τσιβιλίκας. Αυτοί μπορούσαν με δύο ταινίες που θα γύριζαν να αγοράσουν ένα διαμέρισμα. Αμφιβάλλω αν τα χρήματα που πήρα για όλες τις ταινίες που έκανα, φτάνουν την αμοιβή που έπαιρνε για μία ταινία ένας από αυτούς τους πρωταγωνιστές. Για να καταλάβεις τη διαφορά, στον «Παρθενοκυνηγό», εγώ πήρα 10.000 δραχμές και ο Ψάλτης 200.000. Τα μισά και παραπάνω χρήματα που έβγαζα, τα έδινα για να αγοράσω ρούχα για την επόμενη ταινία. Το ίδιο συνέβαινε και στο θέατρο. Όταν παίζεις σε μουσικές κωμωδίες ή σε επιθεωρήσεις, πρέπει να φορέσεις και την τουαλέτα σου και το ωραίο το κόσμημα, οπότε ήξερες πως όσα έβγαζες, θα πήγαιναν στη μοδίστρα και στην κομμώτρια.
Μήπως ήσουν σπάταλη;
Έχω κάνει σπατάλες. Εκείνη την περίοδο, επειδή δεν υπήρχαν πολλά μαγαζιά, έρχονταν άνθρωποι στο θέατρο που έφερναν τσάντες, φορέματα, καλσόν, ή άλλα αξεσουάρ από το εξωτερικό. Αγόραζα, λοιπόν, τρεις τσάντες, αλλά για να μην αισθάνονται άσχημα οι άλλες κοπέλες του θιάσου, του έλεγα: «άσε και στα κορίτσια από μία». Πηγαίναμε να διασκεδάσουμε με τις συναδέλφους μου στα μπουζούκια και θα πλήρωνα πάντα εγώ τον λογαριασμό, γιατί έπαιρνα τα διπλά ή τα τριπλά από τις άλλες. Όσο δούλευα στο θέατρο, ήμουν καλά, γιατί έφτασα λ.χ. να παίρνω μισθό 500.000 δραχμές και με 90.000 δραχμές τότε μπορούσες να νοικιάσεις τριάρι στο Καλαμάκι. Αλλά δεν περίσσευαν χρήματα για να βάλω στην άκρη. Οι οικονομικές δυσκολίες ξεκίνησαν στις αρχές του 2000, όταν λόγω ενός προβλήματος που έχω με τον θυρεοειδή μου, πήρα κάποια κιλά και σταμάτησα να έχω προτάσεις.
Πιστεύεις ότι έκανες λάθος επαγγελματικές επιλογές;
Ναι. Το 1991 ο Νίκος Φώσκολος μου πρότεινε έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στη «Λάμψη». Μου είχαν φέρει, θυμάμαι, το ρόλο στο καμαρίνι μου, στο «Θέατρο Μινώα», και είχα ενθουσιαστεί. Όταν το συζήτησα με τον Γιώργο Λύρα, με τον οποίον ήμουν παντρεμένη τότε, μου έβαλε το δίλημμα: «ή θα κάνεις τηλεόραση και θα ασχολείσαι και με το "Ideal", ένα club που είχε τότε πίσω από το ξενοδοχείο Caravel, ή θα έχεις το θέατρο και το μαγαζί». Προτίμησα το θέατρο. Ε, μετά από αυτό, είχα δώδεκα χρόνια να δεχτώ τηλεοπτική πρόταση. Είναι κάτι που μετανιώνω. Ήμουν αρκετά μεγάλη ώστε να έχω μάθει ότι δεν αξίζει, για να κάνεις το χατίρι ενός άντρα, να αφήνεις στην άκρη τις επιθυμίες και τα «θέλω» σου.