Ηθοποιός από τα «Κλεμμένα όνειρα» εξομολογείται: «Η μάνα μου δεν μπορούσε να δεχτεί ότι είμαι ηθοποιός μέχρι το τέλος της»
Για την δυσκολότερη στιγμή της ζωής του, όταν «έχασε» τη μητέρα του αλλά και τις σχέσεις που είχε μαζί της, αφού δεν ήθελε να παραδεχτεί ότι ο γιος της είναι ηθοποιός, μίλησε σε πρόσφατη συνέντευξη του, πρωταγωνιστής της σειράς «Κλεμμένα όνειρα».
Ποια ήταν η δυσκολότερη στιγμή στη ζωή σας;
«Έχασα» τη μητέρα μου πριν από 1,5 χρόνο. Δεν τα πήγαινα καλά μαζί της... Αν και ήταν χρυσός άνθρωπος, δεν ήθελε να ασχολούμαι με το Θέατρο. Ήμουν 20 χρόνια ηθοποιός και όταν τη ρώταγαν: «Τι κάνει ο Γιώργος;», εκείνη απαντούσε: «Τον στείλανε στην Πτολεμαΐδα, στη ΔΕΗ». Μέχρι και το τέλος της ζωής της δεν με ήθελε ηθοποιό»
Τη ρωτήσατε ποτέ για ποιο λόγο; «Γιατί θεωρούσε ότι έκανα τη βλακεία της ζωής μου. Δεν το έκανε με σκληρότητα, απλώς πίστευε ότι θα ήταν για το καλό μου να είμαι δημόσιος υπάλληλος. Όταν πέθανε, στεναχωρήθηκα πάρα πολύ», εξομολογείται στο περιοδικό Λοιπόν ο Γιώργος Σουξές.
Όσο για το αν αναγκάστηκε να κάνει κάποια άλλη δουλειά;
«Σε αυτό ήμουν αποφασισμένος, όχι. Αν αναγκαζόμουν να κάνω άλλη εργασία, θα σταματούσα με τα πάντα, τηλεόραση, θέατρο και θα στρεφόμουν αλλού. Δεν θα μπορούσα να δουλεύω αλλού και να ασχολούμαι και με την υποκριτική. Κάποτε ήμουν δημόσιος υπάλληλος και παραιτήθηκα, γιατί ήθελα να ασχοληθώ με αυτό. Δούλευα στη ΔΕΗ και αν έμενα, θα είχα πάρει σύνταξη εδώ και 12-13 χρόνια. Το πρώτο μου ένσημο το κόλλησα το 1976. Στη δημόσια υπηρεσία με έσπρωξαν οι γονείς μου. Τους έλεγα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός κι αυτοί προσπαθούσαν να βρουν έναν τρόπο και με έκαναν δημόσιο υπάλληλο. Μου έλεγαν ότι αν πάω στη σχολή της ΔΕΗ, θα μου δώσουν τα λεφτά για να πάω στη δραματική σχολή. Η ΔΕΗ είχε σχολή μαθητείας, 3 χρόνια. Τα λεφτά δεν μου τα έδωσαν ποτέ. Δεν κακίζω ούτε τον μπαμπά ούτε τη μαμά μου, γιατί ήταν βασανισμένοι άνθρωποι, πολύ καλοί και οι δύο, έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν. Είμαστε τρία αγόρια και τελικά κατάφεραν ένας από τους τρεις να είναι στη ΔΕΗ. Ο πατέρας μου ευτυχώς ζει ακόμα», καταλήγει.