Μαρινέλλα: «Είναι το λιμάνι μου η οικογένεια. Τρώμε μαζί κάθε μεσημέρι»
Η Μαρινέλλα σε συνέντευξή της μίλησε για το πώς είναι σαν μαμά και γιαγιά και τι της αρέσει να κάνει όταν είναι σπίτι της.
Τι σας αρέσει να κάνετε στο σπίτι; Πώς περνά ο χρόνος σας όταν δεν τραγουδάτε;
Ήρεμα… Θα δω την κόρη μου και τον γαμπρό μου, θα παίξω με τα εγγόνια μου.
Είναι η οικογένειά σας το προστατευτικό σας κουκούλι;
Μόνο η οικογένειά μου! Είναι το λιμάνι μου. Τρώμε μαζί κάθε μεσημέρι. Αλλά κάθε μεσημέρι όμως. Απ' τον καιρό που γεννήθηκα έτσι έμαθα. Μιάμιση με δυο πρέπει να φάμε. Και αυτό κάνω όλα αυτά τα χρόνια. Αν δεν είσαι σπίτι, τότε μετά δεν έχει. Αν δεν έφαγες, το βράδυ πάλι. Έτσι μας έλεγε η μάνα μου. Υπάρχει πειθαρχία, πάντα μου άρεσε αυτό. Την Κυριακή θα φάμε με τη Λούλα, την αδελφή μου. Σήμερα έκανε ψάρι στον φούρνο: με το σκορδάκι του, την ντομάτα του, το κρασί του…
Εσείς μαγειρεύετε;
Εμένα από μικρή με έβγαζαν απ' την κουζίνα. Η μάνα μου συνήθως… Επειδή τραγουδούσα, δεν ήθελε να με κουράζει με αυτό. Όταν όμως μπαίνω, μαγειρεύω καλά. Κάνω όμως χειρωνακτικές δουλειές.
Όπως;
Ράβω. Δεν έχω διδαχθεί, αλλά ξέρω πώς να μαντάρω κάτι, να βάλω μανίκια σε μια μπλούζα. Θα ασχοληθώ με τον κήπο μου, θα φυτέψω ντοματιές. Να σου πω μια ωραία ιστορία; Μια μέρα δεν είχα τι να κάνω, ήταν καλοκαίρι. Αυτό το σπίτι το έχω 39 χρόνια. Πριν 5-6 χρόνια το γκρεμίσαμε και φτιάξαμε εκ θεμελιών αυτό που βλέπεις σήμερα. Όπως το είχα παλιά, πίσω είχα την πισίνα. Και είχα κάνει μια τύπου ταβέρνα, όπου ερχόντουσαν τα παιδιά μας, ανίψια, φίλοι. Είχα λοιπόν κάτι καφέ τεράστιες, ψηλές γλάστρες. Πήγα και πήρα μια άσπρη μπογιά και τις έβαψα όλες! Μετά πήγα και πήρα χρώματα και ξεκίνησα να τις ζωγραφίζω, εγώ, που δεν είχα πιάσει πινέλο στη ζωή μου. Έφτιαξα κάτι τεράστια μπουκέτα με πασχαλιές, με τριαντάφυλλα. Έβλεπες από πάνω τα ανθισμένα και από κάτω τα ζωγραφισμένα λουλούδια. Μετά που γκρεμίσαμε το σπίτι, τα χάρισα σε φίλους. Θέλω να πω, τα χέρια μου πιάνουν. Με τα ηλεκτρικά, να κρεμάσω ένα κάδρο, να στολίσω το σπίτι. Χριστούγεννα και πρωτοχρονιά γίνεται ένας χαμός εδώ. Τα τραπέζια και το φτιάξιμό τους είναι ειδικότητά μου. Το ντεκόρ μού περνά…
Περνάτε δηλαδή χρόνο σπίτι.
Μα άμα δεν έχω δουλειά, εδώ είμαι, εδώ έρχονται τα εγγόνια μου, το παιδί μου, οι φίλοι μου. Βλέπεις, το σπίτι είναι ανοικτό. Δεν είναι τυχαίο. Τα εγγόνια μου μεγάλωσαν εδώ με τα ποδήλατα και τα πατίνια τους. Τράβαγα τη μια πολυθρόνα στην άκρη και τους άφηνα να σουλατσάρουν πέρα δώθε. Τα έπιπλα δεν είναι για να τους δίνεις σημασία. Δεν μπορεί επειδή είναι άσπρος ο καναπές να μην αφήνω τα παιδιά να παίξουν. Και αν πέσει κάτι, παίρνεις το σφουγγάρι και το καθαρίζεις. Αυτά είναι για να μας χρησιμεύουν. Και αν το ποτήρι που πίνουμε τώρα καφέ σπάσει, πήγαινε στη λαϊκή και πάρε άλλα. Δεν πρέπει να σε νοιάζουν αυτά!
Υπήρξατε καλή μητέρα;
Νομίζω ναι. Όπως και καλή γιαγιά. Είναι σημαντικό να μη δίνεις πολλά στα παιδιά. Εννοώ υλικά. Αγάπη να δώσεις, αγκαλιές επίσης. Κανείς δεν έπαθε κάτι μ' αυτά. Έρχεται ένας πιτσιρικάς σήμερα και ζητάει απ' τον πατέρα του ένα πενηντάρικο. Τι να κάνει όμως πενήντα ευρώ; Ή θέλει ο εγγονός μου ένα πεντάευρω να πάρει ένα σάντουιτς. Του κάνω εγώ απ' το σπίτι, που είναι και πιο υγιεινό.
Κλασική Ελληνίδα γιαγιά, δηλαδή.
Μα να μην του το φτιάξω εγώ; Αφού θα 'ναι καλύτερο απ' τα έτοιμα! Να το πάρει και το έτοιμο, αλλά να μην το παίρνει κάθε μέρα, απ' τη στιγμή που μπορεί να το φτιάξει η μαμά ή η γιαγιά. Πρέπει τα παιδιά να αντιλαμβάνονται ότι η οικογένεια είναι το άλφα και το ωμέγα. Από την οικογένεια περνάνε όλα αυτά που μπορούν να σε διαμορφώσουν, να σε χτίσουν. Σήμερα πολλά παιδιά δεν είναι ευγενικά. Σου μιλάνε λες και παίζετε μαζί πρέφα. Και εγώ δεν μπορώ τους ανάγωγους, τους αγενείς ανθρώπους. Εγώ τον Τσιτσάνη, και φίρμα που έγινα, τον έλεγα κύριε Τσιτσάνη. «Μα είσαι τρελή τώρα, να μου μιλάς στον πληθυντικό;» μου έλεγε.
Πηγή:Φιλελεύθερος