Γιάννης Μποσταντζόγλου: «Δεν σηκώνω τσαμπουκάδες 45 χρόνια στο σανίδι»
Για την απόφαση του να γίνει ηθοποιός αλλά και για πώς ανέλαβε την πρώτη του δουλειά, μίλησε σε πρόσφατη συνέντευξη του ο Γιάννης Μποσταντζόγλου.
Το ότι πηγαινοερχόσαστε στο σπίτι του Καρόλου Κουν ήταν η αφορμή για να γίνετε ηθοποιός;
«Μπήκα στη Σχολή Θεάτρου Τέχνης όχι λόγω γνωριμιών. Εκεί, αν δεν «τα έλεγες», έφευγες. Ο Κουν με είχε προειδοποιήσει: «Αν δεν έχεις την πρόοδο που θέλω μέχρι τον Δεκέμβριο, άσχετα με την οικογενειακή φιλία μας, θα κάνεις άλλο επάγγελμα». Αδέκαστος ο Καρολάκης, όπως τον έλεγα. Οι δάσκαλοί μου, ο Γιώργος Λαζάνης, ο Γιάννης Μόρτζος, δεν χαρίζονταν. Η ηθοποιός Αννα Κυριάκου, που ήταν στο Εθνικό Θέατρο και πολύ φίλη της μαμάς μου, τη ρωτούσε «γιατί ο Γιάννης δεν έρχεται στο Εθνικό» και η μητέρα μου σήκωνε τους ώμους. Είχα πεισμώσει. Και τα πήγαινα καλά»
Αποφοιτήσατε από εκεί;
«Εκανα το μέγα λάθος! Μου ζήτησαν να παίξω στην «Ιφιγένεια» του Μιχάλη Κακογιάννη με πρωταγωνίστρια την Ειρήνη Παππά. Το είδα ως ευκαιρία να νιώσω τον παλμό μιας μεγάλης κινηματογραφικής ταινίας. Ηθελα να μάθω τη δουλειά. Με παίρνει τηλέφωνο ο Λαζάνης και μου λέει «Μην τολμήσεις να πατήσεις το πόδι σου εδώ. Αφησες τα μαθήματά σου και τρέχεις στις ταινίες».
Πού; Στην «Ιφιγένεια» του Κακογιάννη! Τι έγκλημα έκανα; Και να σκεφτείτε ότι η Ειρήνη Παππά ήταν κολλητή φίλη της μάνας μου και μεγάλη σταρ, αν και γυναίκα της διανόησης. Αφού έφυγα από το σπίτι και πήγα να πλακωθώ άγρια! Με έδιωξαν από τη σχολή εν μια νυκτί κι έκανα έναν μήνα να κοιμηθώ. Το Θέατρο Τέχνης είχε μια φασίζουσα, καταπιεστική νοοτροπία. Ε, δεν πήγα να γυρίσω τσόντα ούτε βιντεοταινία! Που στην καριέρα μου μετέπειτα έπαιξα σε 25 βιντεοταινίες και δεν ντρέπομαι να το πω, έβγαλα το ψωμί μου. Εκ των υστέρων και οι βιντεοταινίες αυτές δικαιώθηκαν, αλλά στην Ελλάδα θα μας φάνε οι γνωστοί φαρισαϊσμοί.
Τότε, λοιπόν, αποφάσισα να πάω στη Σχολή Κατσέλη κι ένιωσα τι σημαίνει οικογένεια. Ο Πελοπίδας και η Αλέκα Κατσέλη ήταν πατρική και μητρική φιγούρα κι όχι «αποφασίζουμε και διατάσσουμε», που για ένα παιδί ως νοοτροπία αυτό είναι ό,τι χειρότερο. Μου έλεγε ο Κουν «Γιάννη, μη μου αντιμιλάς, μη μου υψώνεις τη φωνή». Ε, μετά από 50 χρόνια νομιμοποιούμαι να πω ότι αυτές ήταν ευθιξίες του... κώλου κι ότι ακόμη και στο Θέατρο Τέχνης τούς άρεσαν οι αυλικοί και τα γλειψίματα»
Η πρώτη δουλειά πώς ήρθε;
«Πάντως όχι επειδή ήμουν γιος του Μποστ. Ηταν στο Θέατρο Πορεία, αλλά έληξε η συνεργασία άδοξα. Τσακώθηκα -μόνο που δεν έριξα μπουνιές- με τον σκηνοθέτη Λεωνίδα Τριβιζά κι ας ήταν φίλος με τον πατέρα μου, επειδή δεν είχε πληρώσει τους συντελεστές. Του το ζήτησα ευγενικά κι αυτός μου απάντησε «έτσι είναι κι αν σας αρέσει». Δεν μου άρεσε και σηκώθηκα κι έφυγα πριν από τη γενική πρεμιέρα. Σκέφτηκα ότι εκθέτω τον πατέρα μου, αλλά είχα τη συνείδησή μου ήσυχη, το δίκιο με το μέρος μου. Τώρα, έπειτα από 50 χρόνια, μου λένε «Γιαννάκη μου, αγάπη μου, τι κάνεις;» Τότε, ως νεούδι, μου έλεγαν «σκάσε κι έλα εδώ».
Αυτοί άλλαξαν ή εγώ; Μάλλον εγώ. Γιατί πλέον, ύστερα από τέτοια πίεση που έχω δεχθεί, όταν μου λένε ένα, θα τους πω πέντε. Κι επειδή είμαι και νευρικός και το ξέρουν, φοβούνται να μη φάνε και καμιά καρέκλα στο κεφάλι. Δεν σηκώνω τσαμπουκάδες 45 χρόνια στο σανίδι. Ισως και να με θεωρούν πλέον έγκριτο και να με σέβονται (γέλια)! Πάντως οι καλύτερες εποχές μου στο θέατρο ήταν με την Ομάδα Θέαμα του Γιάννη Κακλέα, με τον οποίο αλλάξαμε τότε το τοπίο. Παίζαμε στα χαλάσματα στο παγοποιείο Φιξ στην Πατησίων και 300 άτομα περίμεναν ουρά απέξω. Κάναμε πάταγο για 20 χρόνια. Είμαστε η πρώτη ομάδα που έκανε μεταμεσονύχτιες παραστάσεις. Ο πατέρας μου με έβλεπε ότι προσπαθούσα και χαιρόταν. Δεν έβγαζε όμως ποτέ το βαθμολόγιο», λέει ο ηθοποιός στην εφημερίδα Espresso.