Γιώργος Νταλάρας: «Προσωπικά δεν έχω ιδιαίτερη εκτίμηση στη χροιά της φωνής μου»
Τόσα χρόνια ο Γιώργος Νταλάρας παραμένει στην πρώτη γραμμή ερμηνεύοντας πάντα ωραία τραγούδια. Πώς το καταφέρνει;
-Ρωτάω γιατί φαντάζομαι πως προϋποθέτει κάτι παραπάνω από το να είναι κανείς καλός τραγουδιστής, πρέπει να έχει ένα όραμα.
«Πολύ σωστά το λέτε. Πολλοί λένε ότι ο Γιώργος Νταλάρας τραγουδάει καλά. Μπορεί να λένε αλήθεια. Προσωπικά δεν έχω ιδιαίτερη εκτίμηση στη χροιά της φωνής μου αφού θα ήθελα να είναι ένα μείγμα, όσον αφορά στη χροιά της, του Γρηγόρη Μπιθικώτση, της Χαρούλας Αλεξίου, του Στέλιου Καζαντζίδη και του Αντώνη Διαμαντίδη -του λεγόμενου Νταλκα. Μπορεί να φαντάζει και να ακούγεται αφελές, αλλά ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι, σε αυτό τον βαθμό, αφελής για να κρατάει την παιδικότητα του. Πιστεύω, λοιπόν, ότι έχουν δίκιο που το λένε αυτό, αφού προσπαθώ να μη φαλτσάρω και επειδή θεωρώ τον εαυτό μου πολύ περισσότερο μουσικό παρά τραγουδιστή, αυτό βοηθάει στην καλή ανάγνωση της παρτιτούρας μου. Αλλά το ζήτημα δεν είναι τόσο αν είμαι καλός τραγουδιστής, αφού σίγουρα υπάρχουν τραγουδιστές πολύ καλύτεροι από μένα. Είναι το ότι η συνεργασία μου με σπουδαίους ανθρώπους όπως ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Κώστας Τριπολίτης, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Σταύρος Κουγιουμτζής, ο Μάνος Λοΐζος, ο Απόστολος Καλδάρας -με όλο αυτό το βασανιστικά όμορφο κομμάτι του ελληνικού τραγουδιού των τελευταίων 60 ή 70 χρόνων με τον Χατζιδάκι, τον Βαμβακάρη και ξανά μετά δημοτικά ή τη βυζαντινή μουσική-με οδήγησε σε συγκεκριμένα μονοπάτια. Αναγκαστικά, όταν επιφορτίζεσαι με αυτό το όραμα, το χτίζεις και το ακολουθείς δεν μπορεί να μη σε βγάλει στον σωστό δρόμο. Επομένως, για να φτάσεις στον δρόμο όπου καταλήγει τελικά ο Ηρακλής, δεν θέλει πολλή σκέψη για το πού πρέπει να πας, αφού έρχεται η Αρετή και σου λέει: «Για έλα, εσύ, από δω». Αυτό λοιπόν έχουμε χάσει σήμερα όλοι εμείς και επειδή ακριβώς το έχουμε χάσει, μοιάζει να μην το ξέρουμε. Οι άνθρωποι έχουν μεγάλες αντιφάσεις μέσα τους, αλλά η αντίφαση είναι από τη φύση της δημιουργική. Τι μένει επομένως από όλα αυτά; Μένει η πάλη, το να διατηρήσεις αυτό που νιώθεις τα φώτα από ένστικτο και μετά από γνώση. Μπορεί να ακούγονται μεγάλες κουβέντες αυτές, αλλά τις ζεις καθημερινά μπροστά σου. Όταν θα βρεις ένα πορτοφόλι στον δρόμο ήδη γίνεσαι εν δυνάμει Ηρακλής. Και όταν το πορτοφόλι το παραδώσεις στην Αστυνομία, όπως έχει συμβεί με κάποιους μετανάστες που δεν έχουν να φάνε, τότε αυτός ο μετανάστης είναι Ηρακλής. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ηρακλής είναι το σύμβολο αρχαιότερου ήρωα σε όλη την οικουμένη, σε όλες τις κουλτούρες. Αυτός ο ακατέργαστος γίγαντας με τις υπερφυσικές ένα υπερφυσικοί βάρβαρος, είναι η αποκάλυψη για το πώς μπορεί ένας άνθρωπος να διαλέγει ανάμεσα στο καλό και το κακό που βρίσκονται μέσα του. Είναι ωραίο να μαθαίνεις τους μύθους και την Ιστορία από παιδί γιατί αυτοπροσδιορίζεσαι σιγά-σιγά και μεγαλώνοντας βρίσκεις αυτό που είσαι» τόνισε στο Thema People.
- Πώς γίνεται, λοιπόν, εσείς, που μιλάτε για τις αλληγορίες και τον μύθο, να μπορείτε την ίδια στιγμή να αντιλαμβάνεστε τον νταλκά του κόσμου που έρχεται να σας ακούσει;
«Μα τα αντιλαμβάνομαι γιατί τα έζησα από παιδί. Κοιτάτε, όταν ο κόσμος γύρω σου καταρρέει, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, όλα και όλοι πλήττονται. Αν λοιπόν απομακρυνθείς από την ηθική και την καθημερινότητα των ανθρώπων στους οποίους απευθύνεσαι, έχει χαθεί το παιχνίδι για όλους-όχι μόνο γι αυτούς που σε ακούνε, αλλά έχει χαθεί και ο λόγος για τον οποίο κάνεις τη δουλειά σου. Χρειάζονται ψυχραιμία και μικρά βήματα. Αυτό που έχει αποτυπωθεί σε διάφορες θεωρίες ως «δυο βήματα μπρος, δυο βήματα πίσω» για να συνυπάρχεις με τους συνανθρώπους σου. Σήμερα πρέπει να καταβάλεις μεγαλύτερη προσπάθεια σε έναν τόπο που έχει κυριολεκτικά καταρρεύσει και πενθεί. Πρέπει να βρεις ξανά τη δύναμη να ξεπεράσεις με υπομονή την προσωπική οδύνη. Τα πράγματα είναι άσχημα. Και από την άλλη, δεν μπορείς να προχωρήσεις. Εγώ ξέρω ότι δεν μπορώ να αλλάξω τη μοίρα όλων αυτών των ανθρώπων, μπορώ όμως με τη μουσική, τη φιλία, τη συγκατάβαση, την αγάπη και την αλληλεγγύη, να επιστρέψω ό,τι μπορώ απ' αυτά που μου έδωσαν με τόση αθωότητα. Αυτό ακριβώς είναι άλλωστε το μόνο που μπορείς να κάνεις.»