Γιώργος Μάγκας: «Έκλαιγε με λυγμούς…»
O Γιώργος Μάγκας απαντά με ειλικρίνεια. Ποια ήταν τα περισσότερα χρήματα που έχει ρίξει κάποιος στα πόδια του για μια παραγγελιά;
«Διακόσιες χιλιάδες δραχμές. Ένας ομογενής από την Αμερική. Έπαιζα στην Τρίπολη. Έρχεται αυτός ο λεβέντης, που τον είχε φάει η ξενιτιά. Ήθελε να του παίξω την «Ιτιά» σόλο. Όταν τη χόρεψε, μου λέει: «Και τώρα παίξε τον “Ήλιο”, την “Καραγκούνα” και το “Λιβανατέικο”» και πέταξε στα πόδια μου διακόσια χιλιάρικα. Έκλαιγε με λυγμούς με το «Μάνα στα ξένα δεν θα βρεις».
Του λέω: «Σε παρακαλώ, πάρε πίσω τα λεφτά». «Οχι, θα τα πάρεις» επέμενε. Πήρα τις 20.000 δραχμές και τα άλλα τα έδωσα στο συγκρότημα. Την αγαπάνε την Ελλάδα, χρυσή μου κοπέλα. Στη Λιβαδειά έχω πάρει ένα διαμέρισμα με δάνειο. Οι γείτονες λένε στη γυναίκα μου: «Καλά, ρε Τζούλη, τέσσερις το βράδυ παίζει κλαρίνο ο Γιώργος; Ωραία είναι, αλλά τα παιδιά κοιμούνται. Με παίρνουν ομογενείς από την Αυστραλία, την Αμερική. «Παίξε, Γιώργο, να ακούσω κλαρίνο, σε λίγο φεύγω από τη ζωή» μου λένε. Και παίζω. Να, μα το Θεό, πίστεψέ με, κλαρίνο στις πέντε το πρωί από το τηλέφωνο για να με ακούσει ο ασθενής. Φημίζομαι για το παθιασμένο κλαρίνο» τόνισε στην Espresso.
-Όταν παίζετε, τι σκέφτεστε;
«Σκέφτομαι τον θάνατο. Ωχ, μανούλα μου. Τη μαύρη γη. Ολοι μέσα εκεί θα μπούμε. Μέσα στο σκοτάδι, στο χώμα. Όταν βλέπω τον Χάρο να παίρνει νέους, «κλαίει» η ψυχή μου, «κλαίει» και το κλαρίνο. Αχ, αυτός ο νέος δεν χόρεψε, γιατί τον παίρνει ο τάφος;»
-Ποιος είχε πιστέψει ότι θα γίνετε μεγάλος και τρανός;
«Ο φίλος μου ο Λουκάς. Άνθρωπος του Θεού. Αυτός μου είπε: «Γιώργο, Τετάρτη και Παρασκευή θα νηστεύεις για τον Χριστό και δεν θα βρίζεις τα θεία». Αυτός με έκανε καλό άνθρωπο. «Θα γίνεις παγκοσμίως γνωστός σε αυτό που θα κάνεις» μου είχε πει και δεν έκανε λάθος. Όταν ήμουν στο Παρίσι, σε έθνικ φεστιβάλ με τους καλύτερους μουσικούς του κόσμου και μου έδωσαν το χρυσό κλειδί της πόλης, τον θυμήθηκα και δάκρυσα. Μια λαοθάλασσα με χειροκροτούσε, 4.000 άτομα. Είχα την Τζούλη, τη γυναίκα μου, να μου φωνάζει: «Σήκω και πήγαινε να τους δείξεις ποιος είναι ο Μάγκας της Ελλάδας. Ο κόσμος έχει έρθει για σένα». Μου είχε σηκωθεί η τρίχα. Με τι δώρα έφυγα από το Παρίσι; Να μην μπορεί η Τζούλη να τα σηκώσει.
Η εφημερίδα «Liberation» έγραψε: «Ο μάγος του κλαρίνου». Ο Παπάσοφ ο Βούλγαρος και ο Μπουγιάς ο Τούρκος, οι καλύτεροι κλαρινίστες, μου έλεγαν στα ελληνικά: «Γεια σου, Γιώργο». Ήταν και η Χαρούλα Αλεξίου εκείνο το διάστημα στο Παρίσι, αλλά δεν πρόλαβε, γιατί τραγουδούσε. Τη λατρεύω τη Χαρούλα. Θέλω να συνεργαστώ μαζί της, να «χαϊδέψω» το αυτί της, να το «γαργαλήσω» με το κλαρίνο μου. «Αηδόνι» η Χαρούλα. Μια Αλεξίου βγαίνει στα πεντακόσια χρόνια, κι άμα.»
-Βλέπω ότι τη φωτογραφία του φίλου σας την κουβαλάτε πάντα μαζί σας. Του μιλάτε, κι ας έχει «φύγει». Να, τώρα του είπατε «Να είσαι καλά εκεί που είσαι» και ήπιατε μια γουλιά καφέ.
«Τρώω μαζί με τον Λουκά, πίνω το καφεδάκι μου, πάμε και τις βόλτες μας. Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Του ανάβω το καντηλάκι στο νεκροταφείο και του λέω όλα τα νέα και τα προβλήματά μου. Συνεχίζουμε να είμαστε μαζί. Ο Λουκάς είχε χάρισμα από τον Θεό. Σαν να διαισθανόταν ή να έβλεπε πράγματα. Ήταν σαν ασκητής. Βοηθούσε κόσμο με προσευχές και φιλανθρωπίες. Μου λέει μια μέρα: «Γιώργο, σε μία εβδομάδα θα πεθάνω. Με καλεί ο Θεός. Να πεις στη μάνα μου να καθαρίσει το σπίτι για την κηδεία». Του λέω: «Ελα, ρε, άσε τις βλακείες». Πέρασε μία εβδομάδα και «έφυγε» ξαφνικά στον ύπνο του, όπως το είχε προβλέψει.»