Λάκης Λαζόπουλος: «Χρειάζεται ο καθένας μας να κάνει ενός λεπτού σιγή μέσα στο σπίτι του»
Ο Λάκης Λαζόπουλος λίγο πριν την παράσταση «Μάνα, απόψε θα μιλήσω για σένα» μιλά για το έργο και αν αυτό αφορά λόγια που δεν ειπώθηκαν, συναισθήματα που δεν πρόλαβαν να εκδηλωθούν ή κάποια μηνύματα που ο ίδιος θέλει να περάσει στον κόσμο.
«Είναι λίγο απ’ όλα. Πόσες φορές αυτός ο χρόνος που είναι τόσο λίγος, τόσο πιεστικός που δεν αφήνει τον άνθρωπο να ζει αυτό που του αρέσει, αλλά αυτό που τον υποχρεώνει; Και έχει γίνει αυτός ο υποχρεωτικός χρόνος ζωής πολύ ισχυρότερος ποτέ από τον άλλο, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να συμφιλιωθούμε. Οι εποχές δεν μένουν ατάραχες. Όλες οι αλλαγές όμως κουβαλούν τα ίδια συναισθήματα που εγκλωβίζονται σε διαφορετικούς χώρους. Αυτός ο νεοεγκλωβισμός των συναισθημάτων συμβαίνει σε κάθε επαρχιακή πόλη, σε κάθε πόλη. Για την Αθήνα δε μιλάμε πια, η κατάσταση εκεί είναι χρόνια έτσι. Η Λάρισα όμως είναι μια ζωντανή πόλη. Το ίδιο και τα χωριά της. Αν μπορέσεις να προσδιορίσεις μέσα σου τι είναι αυτό που πραγματικά θέλεις, τότε θα τα έχεις καταφέρει. Αυτό που ο άνθρωπος έχει χάσει είναι ότι έχει μια ενημέρωση που του δημιουργεί πλαστά διλήμματα και γι’ αυτό και δεν μπορεί να συμφιλιωθεί. Πιέζεται αφόρητα, δεν ξέρει ποιος είναι ο δρόμος, τον πάνε από δω, τον πάνε από εκεί και δεν έχει μάθει να ακούει το μέσα του. Αυτό είναι το θέμα μας. Πρέπει να ακούσουμε το μέσα μας» τόνισε στο eleftheria.
-Με τόση βαβούρα γύρω μας, πώς θα το καταφέρουμε αυτό;
«Είναι εύκολο. Χρειάζεται ο καθένας μας να κάνει ενός λεπτού σιγή μέσα στο σπίτι του. Ενός λεπτού σιγή για να μπορέσει να ξαναπροσδιορίσει πού βρίσκεται, να ακούσει την ψυχή του. Είναι τόσες οι επιρροές, τόσες οι επιδράσεις, τόσο το ψέμα, τόσο σκληρή και απέλπιδα η σημερινή εποχή. Έχουν διαλυθεί τα πάντα. Έχει συντριβεί κάθε ελπίδα. Είναι λες και κάθε λίγο ένα καράβι να ετοιμάζεται να πλεύσει και να συντρίβεται πριν καν ξεκινήσει. Αυτό το πράγμα για έναν λαό που περιμένει να φύγει από αυτό και κάθε φορά που ανεβαίνει σε ένα καράβι καινούριο βλέπει ότι αυτό δεν τον πάει πουθενά, είναι το χειρότερο συναίσθημα. Αυτό δυναμώνει την πίεση και τον θυμό.»
-Και πώς θα σωθούμε από αυτό το καράβι που διαρκώς βουλιάζει;
«Ο πολιτισμός είναι η σωτηρία του τόπου. Είναι κρίμα που δεν το καταλαβαίνουνε. Το είπε η Μελίνα Μερκούρη. Ο πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας και ακόμη δεν έχει γίνει αντιληπτό. Θα περάσει καιρός. Έχουμε τέτοια ιστορία, τέτοια μυθολογία, τέτοιο πλούτο. Το να έχεις χώμα και να μην το φυτεύεις δεν σημαίνει ότι το χώμα δεν υπάρχει, σημαίνει ότι εσύ δεν φυτεύεις κάτι. Έχουν σκοτώσει το πνεύμα των Ελλήνων. Αν έχει γίνει μια δολοφονία συστηματική είναι στο μυαλό των ανθρώπων, στο πνεύμα, στη φωνή τους. Όλα αυτά για να έχουν χώρο να μιλάνε …τα τσόκαρα. Και ξαφνικά μεταμορφώνεσαι σε μια φωνή που καταλαβαίνεις ότι δεν είναι η δικιά σου, αλλά παρόλα αυτά συνεχίζεις να κοιτάς σαστισμένος. Εδώ στα χωριά επειδή οι άνθρωποι έχουν μια αλήθεια και μια αυθεντικότητα μπορούν να το ξαναβρούν. Μόνο οι άνθρωποι της επαρχίας μπορούν να προσδιορίσουν το νήμα ξανά στην τέχνη και τη ζωή. Επιμένω ότι η επαρχία μπορεί να δώσει. Η επαρχία κινεί τα νήματα. Δεν είναι τυχαίο το Θεσσαλικό Θέατρο, που έδωσε τόσα πολλά. Όλα τα ΔΗΠΕΘΕ είναι Θεσσαλικό Θέατρο. Έτσι ξεκινάνε τα όμορφα ταξίδια με καημό, αγάπη και δίψα.»
-Βάλατε πλώρη για νέο ταξίδι;
«Αυτή η παράσταση είναι ένα νέο ταξίδι. Είναι μια ευκαιρία με μηδέν έξοδα να ξανακουστεί ο λόγος. Στο μυαλό μου έχω να κάνω ένα φεστιβάλ γυμνού λόγου. Δεν θέλω ούτε κοστούμια, ούτε φώτα, ούτε σκηνικά. Να μην υπάρχει τίποτα, μόνο σημαντικά κείμενα να ακούγονται. Μπορείς να ενώσεις ανθρώπους κάτω από αυτό. Να δώσεις θέματα και να αρχίσουν να κινούνται πράγματα, κάτω από ένα συναίσθημα, μια καθοδήγηση. Πάντα δουλεύω πράγματα στο κεφάλι μου. Πρόσφατα έκανα μια παράσταση στη Σύμη από το τίποτα. Μάζεψα δέκα καρέκλες και ζήτησα να μου αφηγηθούν την ιστορία τους, όπως την κατέγραψαν οι ντόπιοι του νησιού. Εγώ στη συνέχεια υποδύθηκα τους ανθρώπους που κάθισαν σε αυτές. Η παράσταση ήταν συγκλονιστική, αλλά πιο συγκλονιστική ήταν η ιστορία που έκρυβαν οι καρέκλες και οι μνήμες που έκρυβαν. Αυτή τη στιγμή δεν έχουμε ούτε μπομπότα πνευματική. Αν δεν πιαστείς από τον πολιτισμό από πού θα πιαστείς; Το μόνιμο θέμα είναι το οικονομικό. Στην τέχνη μπορούν να γίνουν πράγματα εκ των ενόντων. Δεν μπορούμε να χαρούμε τίποτα ενώ όλα είναι μπροστά μας. Τι μας συμβαίνει λοιπόν; Τι χάθηκε; Ο πολιτισμός. Ο πολιτισμός είναι το ενδιάμεσο της ψυχής. Η ψυχή δεν ευχαριστιέται. Αυτή η ευχαρίστηση μπορεί να υπάρξει μόνο στα χωριά, γιατί στα χωριά το πνεύμα είναι ελεύθερο.»
-Την είχατε χάσει αυτή την ευχαρίστηση τα τελευταία χρόνια;
«Σωστά το λες. Στην Αθήνα δεν περνάω καλά. Ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι ανήκω εκεί. Ποτέ δεν μ’ άρεσε. Ζω γιατί είναι η δουλειά μου, όμως δεν είναι το μέρος μου. Πιο καλά περνάει η ψυχή μου να κάνω βόλτες εδώ στο τόπο μου ή στη Πάρο να αγναντεύω τη θάλασσα. Πιέζομαι. Γιατί πρέπει να είμαι 2,5 ώρες στο δρόμο για να πάω σε μια δουλειά και μετά να είμαι κουρέλι; Για ποια ζωή μιλάμε; Όχι καθόλου δεν το ευχαριστιέμαι.»
Πηγή: eleftheria.gr