Στα δικαστήρια ο Βασίλης Ζούλιας – Ψάχνει να βρει το δίκιο του
Σε μια απίστευτη περιπέτεια έχει εμπλακεί ο καταξιωμένος σχεδιαστής Βασίλης Ζούλιας, καθώς, -όπως ισχυρίζεται- έχει εξαπατηθεί από γνωστή δικηγόρο κυπριακής καταγωγής και σύζυγο επιχειρηματία, με αποτέλεσμα μεταξύ άλλων να έχει εγγράψει ενέχυρο ακόμη και στο εμπορικό του σήμα.
Η υπόθεση αφορά στην εξαγορά της εταιρίας του από τη συγκεκριμένη δικηγόρο-επιχειρηματία, η οποία τελικά ματαιώθηκε. Ωστόσο, τα μέτωπα που άνοιξαν από αυτή την ιστορία ήταν πολλά με αποτέλεσμα ο σχεδιαστής να «παρασυρθεί», όπως καταγγέλλει, στην υπογραφή δανειακών συμβάσεων, αλλά και στη σύσταση ενεχύρου στα σήματα της εταιρίας του για την «υποτιθέμενη», όπως λέει, «διασφάλιση των οφειλομένων του από υποτιθέμενο δάνειο».
Αυτά τα τελευταία έγιναν αντικείμενο αγωγής που θα κριθεί από το Πρωτοδικείο της Αθήνας.
Ο λόγος που οδήγησε ιόν Βασίλη Ζούλια σε συνομιλίες για πώληση της εταιρίας του ήταν η οικονομική κρίση. Ωστόσο, παράλληλα με τα προβλήματα που του είχε προκαλέσει η δυσμενής οικονομική συγκυρία, αντιμετώπιζε και σοβαρά προβλήματα με τον τότε συνέταιρο του.
«Και τότε εμφανίστηκε η γυναίκα αυτή ως φύλακας-άγγελός μου. Η γυναίκα αυτή έγινε διάσημη στην Ελλάδα το 2015 όταν μαζί με το σύζυγο της ανέλαβαν ως επενδυτές τη διάσωση γνωστής ομάδας. Ο εγχώριος Τύπος τους υποδέχθηκε με διθυραμβικά σχόλια προβάλλοντας τη .διεθνούς εμβέλειας επιτυχημένη επιχειρηματική δράση τους. Το ζευγάρι συνέχισε να απασχολεί έντονα τον Τύπο, καθώς τον ίδιο χρόνο τέλεσε γάμο-«υπερπαραγωγή» στην Τζια με τετραήμερο γλέντι», εξηγεί ο σχεδιαστής στους δικαστές.
Η συνεργασία
Εκείνη την εποχή εμφανίστηκε ως πελάτισσα στο κατάστημα του και, αφού εξήρε τις ικανότητες του, του ζήτησε να σχεδιάσει κάποια φορέματα για εμφανίσεις της κατά τη διάρκεια των εορτασμών του γάμου της, όπου και παρευρέθη ο Βασίλης Ζούλιας.
«Τον Αύγουστο τις ίδιας χρονιάς στη Μύκονο, δηλώνοντας την ακράδαντη πίστη της στις σχεδιαστικές μου ικανότητες, μου πρότεινε να της παραχωρήσω δικαίωμα φρανσάιζινγκ στο κατάστημα «Ζούλιας» στη Μύκονο, το οποίο βρισκόταν στα Ματογιάννια, σε κτίριο το οποίο επρόκειτο να αγοράσει. Προς απόδειξη της σοβαρότητας και της αμεσότητας των προθέσεων της να λειτουργήσει αμέσως την επόμενη σεζόν το κατάστημα, μου ζήτησε να δώσω εντολή στο δικηγόρο μου για άμεση εκπόνηση των σχετικών συμβάσεων, ενώ θα επακολουθούσαν εκ μέρους της εμβάσματα χρηματικών ποσών ως «καλόπιστες» προκαταβολές για δικαιώματα χρήσης των σημάτων μου, παραγγελία πρώτων υλών και διακόσμησης που θα προμηθευόταν το κατάστημα της. Πολύ σύντομα μου ανακοίνωσε ότι πίστευε τόσο πολύ στη συνεργασία μας που θα προτιμούσε να γίνουμε συνέταιροι για την παραγωγή και προώθηση των δημιουργιών μου και δη παγκοσμίως», εξηγεί ο κ. Ζούλιας.
Η συμφωνία, σύμφωνα με όσα καταγγέλλει πάντα ο σχεδιαστής, ήταν πως εκείνη θα κατέβαλλε το τίμημα για την έξοδο του -τότε- συνεταίρου του, θα αποπλήρωνε τα χρέη της εταιρίας, ενώ εκείνος θα παρείχε το δημιουργικό μέρος, τις σχεδιαστικές και προωθητικές του ικανότητες, την άδεια χρήσης των σημάτων του, έναντι ποσοστού συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο και αυτοτελών αμοιβών του για το σχεδιασμό, την προσωπική του εργασία, την άδεια χρήσης σημάτων, που θα του εξασφάλιζαν αφενός τη δυνατότητα να αφοσιωθεί στο σχεδιαστικό του έργο, με τη μέλλουσα συνέταιρο του να τον διαβεβαιώνει και για την οικονομική του ευημερία, αφού του υποσχόταν -όπως λέει- «ότι σύντομα η εταιρία μας θα άξιζε 100 εκατομμύρια ευρώ».
Ο ίδιος, τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη της περιπέτειας του, λέει ότι αυτή «η ζεστή, φιλική στάση της γυναίκας εκείνης και η γενναιοδωρία που έδειχνε, κατάφεραν δυστυχώς να τον τυφλώσουν και να μη δει ότι αυτό ήταν πολύ καλό για να είναι αληθινό».
Τη στιγμή που περίμενε να ξεκινήσουν οι διαδικασίες και να εγκριθεί η νέα εταιρία περίπου στα μέσα του Νοεμβρίου του 2015, η δικηγόρος-επιχειρηματίας τον παρέπεμψε στο δικηγόρο της, ο οποίος του ζήτησε να μεταβιβάσει τα σήματα του στη νέα εταιρεία και συνακόλουθα την απαλοιφή όλων των διαρκών δικαιωμάτων που απέρρεαν από αυτά, «με την υπόσχεση ότι οι σταθερές ελάχιστες καθαρές αποδοχές του θα ανέρχονταν σε 10.000€ μηνιαίως και ότι, ως αντιστάθμισμα, το ποσοστό συμμετοχής μου στο μετοχικό κεφάλαιο θα παρέμενε σταθερό, χωρίς να εισφέρω αντίστοιχα σε ενδεχόμενη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου».
Αν και η απαίτηση αυτή τον ανησύχησε, όπως περιγράφει, η μέλλουσα συνέταιρος του φέρεται να τον διαβεβαίωσε ότι το νομικό της επιτελείο θα βρει τον κατάλληλο νομικό μηχανισμό.
Ωστόσο, μέχρι να βρεθεί η «χρυσή» τομή, εκείνη -σύμφωνα με τα καταγγελλόμενα- θα αναλάμβανε τη διαχείριση όλων των εταιρικών υποθέσεων λόγω των εξειδικευμένων γνώσεων που είχε.
Ταυτόχρονα, φέρεται να ζητήθηκε από τον σχεδιαστή η υπογραφή προχρονολογημένων δανειακών συμβάσεων για όλα τα εμβασθέντα ή εμβασθησόμενα ποσά προς εκείνον, περιλαμβανομένου του τιμήματος εξαγοράς των εταιρικών μεριδίων του τότε συνεταίρου του, προκειμένου -όπως του είπαν- να μη βρίσκονται στον αέρα οι καταβολές και με τη διαβεβαίωση ότι θα τις έσκιζαν με την υπογραφή σύστασης της εταιρίας.
«Δυστυχώς, καλόπιστα και χωρίς να ζητήσω τη νομική συμβουλή της δικηγόρου μου, υπέγραψα στο πλαίσιο της δήθεν υλοποίησης του σχεδίου αυτού στα τέλη Νοεμβρίου με αρχές Δεκεμβρίου του 2015 μια δανειακή σύμβαση ύψους 260.000€ και τον Αύγουστο του 2015 υπέγραψα μία ακόμη δανειακή σύμβαση ύψους 202.000€, εκ της οποίας τα 137.000€ δεν μου δόθηκαν ποτέ», εξηγεί ο Βασίλης Ζούλιας στους δικαστές.
Εκβιασμός
Η επόμενη χρονιά ήταν καθοριστική για τη συνεργασία των δύο πλευρών, αφού ο σχεδιαστής κάνει λόγο για εκβιασμό από την πλευρά της συνεταίρου του. Ειδικότερα, λίγο πριν από την υπογραφή πράξης εξόδου του συνεταίρου του, φέρεται να του ζητήθηκε «εκβιαστικά», όπως λέει, να υπογράψει σύμβαση ενεχυρίασης επί των σημάτων του, προς διασφάλιση της υποτιθέμενης δανειακής σύμβασης που είχε υπογράψει, με την αιτιολογία ότι επιθυμούσε να διασφαλιστεί πως θα μεταβιβάσει τα σήματα του και υπό την «απειλή» ότι, αν εκείνος αρνιόταν, «εκείνη δεν θα κατέβαλλε το τίμημα για την έξοδο του τότε συνεταίρου, αλλά και ότι θα προέβαινε σε καταγγελία των φερομένων ως δανειακών συμβάσεων».
«Ένιωσα τυλιγμένος σε μια κόλλα χαρτί», είπε ο Βασίλης Ζούλιας σε δικούς του ανθρώπους εκείνη την εποχή, όταν και τελικά υπέγραψε τη σύμβαση ενεχυρίασης δικαιωμάτων επί σήματος. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της δικαιοπραξίας αποχώρησης του συνεταίρου του και της μετατροπής της εταιρίας σε μονοπρόσωπη ΕΠΕ, φέρεται να υπέγραψε και τη λύση της, με ανοιχτή ημερομηνία και με διαβεβαιώσεις ότι αυτά είναι διαδικαστικά των δικηγόρων.
Από εκείνο το σημείο κι έπειτα η συμπεριφορά της δικηγόρου-επιχειρηματία άλλαξε.
«Μιλάνε μόνο χα νούμερα, τέρμα οι γλύκες», του είπε, σύμφωνα με όσα ο ίδιος υποστηρίζει. Τον Οκτώβριο του 2016, ήρθε το επόμενο χτύπημα για τον σχεδιαστή, όταν πληροφορήθηκε από τα μέσα ενημέρωσης ότι η συγκεκριμένη γυναίκα είχε εμπλοκή με τη Δικαιοσύνη για άλλη επιχειρηματική της δραστηριότητα μαζί με το σύζυγο της.
Από εκείνο το σημείο τα πράγματα πήραν το δρόμο της Δικαιοσύνης, με τον Βασίλη Ζούλια να ζητά την αναγνώριση της ακυρότητας των δύο δανειακών συμβάσεων, που, όπως υποστηρίζει, του ζητήθηκε να υπογράψει, αλλά και την άρση του εγγραφέντος επί των σημάτων του ενεχύρου.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος