Θωμάς Παλιούρας: «Δεν μπορώ ακόμα να διαχειριστώ το θάνατο της μητέρας μου»
Τελείωσε τη δραματική σχολή που σπούδαζε παράλληλα με την ιατρική και όλα αυτά τα έκανε κρυφά από τους γονείς του.
Ο Θωμάς Παλιούρας σε πρόσφατη συνέντευξή του, μίλησε για την «απώλεια» της αγαπημένης μητέρας του, πριν από περίπου 7 μήνες, η οποία «έφυγε» στα χέρια του. Αναφέρθηκε στα τελευταία λόγια της και στις δύσκολες στιγμές που περνάει μετά το θάνατο της.
Είχες πει ότι με τη μητέρα σου μένατε μαζί από τη μέρα της γέννησης σου, έτσι δεν είναι;
«Ναι, μέναμε μαζί από την ήμερα που γεννήθηκα. Είχα δύο υπέροχους γονείς. Τον πατέρα μου τον είχαμε «χάσει» αρκετά χρόνια πριν και η μητέρα μου ήταν κοντά μου. Όλα τα χρόνια. Μου πρόσφεραν ό,τι καλύτερο μπορούσαν, όχι μόνο υλικό,, αλλά περισσότερο στις ανθρώπινες αξίες. Του ευγνωμονώ. Παρόλο που ήταν μεγάλη σε ηλικία η μητέρα μου, δεν έπαψε να είναι ένας άνθρωπος που δεν βαρυγκώμησε, δεν μου δημιούργησε ποτέ πρόβλημα. Δεν μπορείς να χορτάσεις τους γονείς σου... είναι πάντα στην ψυχή μου, μέρα και νύχτα».
-Λόγω επαγγέλματος, αλλά και ως άντρας δεν θέλησες ποτέ να μείνεις μόνος σου, σε δικό σου σπίτι, για να έχει ιδιωτικότητα η προσωπική ζωή σου;
«Όχι, γιατί οι γονείς μου ήταν τόσο κοντά μου, αλλά και μακριά μου».
-Είχες την αυτονομία σου μέσα στο σπίτι σας παρά τον κοινό βίο σας;
«Ακριβώς. Δεν ήμουν ποτέ «πνιγμένος», δεν ήταν τέτοιοι άνθρωποι, δεν ένιωσα κάτι τέτοιο. Ήταν δική μου επιδίωξη να μείνω μαζί τους, γιατί να έμενα κάπου αλλού; Ζούσα τόσο όμορφα με τους γονείς μου, δεν μου δημιούργησαν ποτέ το παραμικρό πρόβλημα. Με τον πατέρα μου είχα υπέροχη σχέση. Στο σπίτι μας δεν είχαμε ποτέ εντάσεις, επομένως γιατί να φύγω;».
- Δεν είχες την ανησυχία της ανεξαρτητοποίησης;
«Ήμουν ανεξάρτητος, μέσα στο χώρο που ζούσα, μέσα στο σπίτι μας, ήταν η οικογένεια μας».
-Έπαιξε ρόλο το ζεστό φαγητό και το καθαρό ρούχο στην ώρα του από τα χεράκια της μαμάς;
«Όχι, δεν ήταν γι' αυτό. Έζησα και κάποιο χρονικό διάστημα στο εξωτερικό, θέλω να πω ότι μπορούσα να ζήσω και μόνος μου, ποτέ δεν ήμουν το παιδί της προστασίας των γονιών του. Μου είχαν το χώρο μου, να είμαι με τις επιλογές μου. Κάποια στιγμή τους πίκρανα, γιατί ενώ ήμουν στην ιατρική, τα παράτησα, κι αυτό δεν το ήθελαν από ανασφάλεια, αλλά και γιατί δεν τους το είπα. Ενώ ήμασταν μια οικογένεια που μιλούσαμε για τα πάντα, τα λέγαμε όλα μεταξύ μας, αυτό δεν τους το είχα πει το είχα κρύψει».
-Μέχρι το τελευταίο λεπτό ήσουν στο πλάι της μητέρας σου...
«Μέχρι το τελευταίο λεπτό ήμουν πλάι της... Δύσκολες στιγμές. Δεν μπορώ να διαχειριστώ ακόμα την «απώλεια» της. Ο καιρός περνάει, αλλά ακόμα είναι δύσκολα τα πράγματα, όμως δεν μπορώ να κάνω κάτι για να τη φέρω πίσω.
-Ποια ήταν τα τελευταία της λόγια, που τα κρατάς σαν φυλαχτό;
«”Δεν έχω άλλες δυνάμεις, τελειώνω, την ευχή μου να έχεις”». Αυτό είπε πριν φύγουμε από το σπίτι για το νοσοκομείο. Η μητέρα μου πέθανε στα χέρια μου. Έπαθε ανακοπή μόλις φτάσαμε στην είσοδο του νοσοκομείου και... τελείωσε. Έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Κατάλαβε ότι θα «έφευγε» και μέχρι την τελευταία στιγμή δεν ήθελε να με στεναχωρήσει, ούτε να μου δημιουργήσει πρόβλημα.
Της έλεγα πάντα την αλήθεια και δεν αγκομάχησε, δεν διαμαρτυρήθηκε ποτέ. Ήταν άνθρωπος που με αγαπούσε τόσο πολύ, αλλά κι εγώ δεν στεναχώρησα ποτέ τους δικούς μου, δεν τους δημιούργησα ποτέ κανένα πρόβλημα. Είμαι ευλογημένος που είχα αυτούς τους γονείς», λέει στο ΛΟΙΠΟΝ.