Τάσος Μπουλμέτης: «Το streaming έχει πάρει φαλάγγι την ουσία της δημιουργίας του κινηματογράφου»
Τάσος Μπουλμέτης: Ο σκηνοθέτης της «Πολίτικης κουζίνας», του «Νοτιά» και του «1968» μιλάει για τη νέα εποχή
Οπως αρκετοί άνθρωποι, όχι μονον στην Ελλάδα αλλά παντού, έτσι και ο Τάσος Μπουλμέτης βρισκόταν ήδη κλεισμένος στο σπίτι του από τις 4 Φεβρουάριου, πολύ πριν δηλαδή από την έναρξη του lock out στη χώρα μας για την αποφυγή της εξάπλωσης της πανδημίας του κορονοϊού.
Μια επέμβαση στο πόδι του σκηνοθέτη της «Πολίτικης κουζίνας», του «Νοτιά» και του «1968» τού είχε απαγορέψει την έξοδο, η οποία, συμπτωματικά, επρόκειτο να αρχίσει την ημέρα που τελικά οι κυβερνητικές οδηγίες επέβαλαν τον εγκλεισμό των Ελλήνων στο σπίτι.
«Ασχετα με τις εξελίξεις που θα έχουμε εξαιτίας του κορονοϊού, που σαφώς και θα πρέπει να μας προβληματίζουν, τον τελευταίο καιρό και ιδιαίτερα μετά την εμπειρία μου στην Αμερική όπου δίδαξα σε ένα πανεπιστήμιο, δεν νιώθω και τόσο αισιόδοξος για τα πράγματα στον κινηματογράφο» είπε ο Μπουλμέτης. Όλα ξεκίνησαν όταν διδάσκοντας στο UCLA του Λος Αντζελες ο Μπουλμέτης βρήκε τον χρόνο να αναστοχαστεί, να δει πώς αισθάνεται σε όλο αυτό το τοπίο που έχει δημιουργηθεί γύρω από τον κινηματογράφο τα τελευταία χρόνια.
«Έπαιξε ρόλο που βρισκόμουν στην καρδιά του Χόλιγουντ, χωρίς όμως να ασχολούμαι άμεσα με κάτι δημιουργικό - αν και η διδασκαλία είναι μια εξίσου δημιουργική διαδικασία» είπε. Στοχάστηκε πού πηγαίνει το θέμα κινηματογράφος, κατ’ αρχάς γενικότερα στον κόσμο και δεύτερον, τοπικά, στην Ελλάδα. Και κατάλαβε ότι σε γενικές γραμμές οι σκέψεις του δεν διακρίνονταν από θετικισμό.
To streaming ξεπέρασε τη δημιουργία
«Το streaming έχει πάρει φαλάγγι την ουσία της δημιουργίας του κινηματογράφου» θα πει ο σκηνοθέτης, «και αυτό είναι κάτι που βιώνουν και στο Χόλιγουντ. Με το streaming έχουν αποκαθηλωθεί τελείως το γόητρο και η εξουσία του σκηνοθέτη και αυτός που πλέον αναδεικνύεται είναι ο concept creator (σ.σ.: ο εμπνευστής ή δημιουργός σύλληψης). Κανείς δεν αναζητεί τον σκηνοθέτη μιας σειράς, εκτός αν είναι ο ίδιος ένας ήδη γνωστός σκηνοθέτης, όπως ο Ντέιβιντ Φίντσερ ή ο Μάρτιν Σκορσέζε».
Για τον Τάσο Μπουλμέτη αυτό είναι το λιγότερο, αφού «ό,τι γόητρο είχα να απολαύσω στη ζωή μου το έχω απολαύσει». Αυτό που τον απασχολεί όμως είναι η ίδια η ουσία του επαγγέλματος. «Υπάρχει τρομακτική αγορά εργασίας στο streaming, αλλά προς το παρόν είναι και αυτή πολύ επιλεκτική, εντελώς τοπική».
Ο Μπουλμέτης λέει ότι όλες αυτές οι σκέψεις σχετίζονται εν μέρει με το γεγονός ότι ο ίδιος μεγαλώνει και εν μέρει με την «πρόσκαιρη αναπηρία» του, καθώς το πρόβλημα που είχε με το πόδι του τού είχε κάμψει την ευελιξία. Παρ’ όλα αυτά, το ερώτημα ισχύει: «Μπορεί ένας ανεξάρτητος σκηνοθέτης και παραγωγός - γιατί μόνον ανεξάρτητοι υπάρχουν στην Ελλάδα μαζί με τα γραφεία διανομής που γίνονται παραγωγοί - να κάνει μια ταινία ευπρεπούς βεληνεκούς σε επίπεδο production value και κόστους;».
Ο ίδιος θεωρεί ευπρόσδεκτο και ευτυχές το γεγονός ότι έγινε η «Ευτυχία», επισημαίνει όμως ότι η ταινία έγινε μέσα στο πλαίσιο της δυνατότητας χρηματοδότησής της από μια εταιρεία, ή έναν θεσμό.
«Αλλιώς, πρέπει να γίνονται ταινίες πάρα πολύ μοναχικές και πολύ χαμηλού κόστους, όπως εξάλλου είναι η πλειοψηφία της ελληνικής παραγωγής σήμερα. Δεν το απορρίπτω αλλά δεν μπορώ να πω ότι στην ουσία εδραιώνουν ή μπορούν να στηρίξουν την κινηματογραφία μιας χώρας».
Αρκεί να δει κανείς τις ταινίες που ήταν υποψήφιες εφέτος στα βραβεία της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και θα διαπιστώσει ότι ο σκηνοθέτης έχει δίκιο. «Με την εξαίρεση της ‘’Ευτυχίας” και λίγο του “Θαύματος της Θάλασσας των Σαργασσών” του Σύλλα Τζουμέρκα, όλες οι υπόλοιπες ήταν κινηματογραφικές απόπειρες χαμηλού κόστους».
Και ο ίδιος; Τι κάνει υπό αυτές τις συνθήκες; Ή τι θα κάνει; «Εάν κάποιος παραγωγός με προσεγγίσει με ένα concept που θα μπορούσε να στηρίξει, θα ήμουν θετικός να συνεργαστώ» είπε. «Αν μου προκόψει μια ιδέα χαμηλού κόστους που θα μπορούσα να χειριστώ εγώ ως παραγωγός, επίσης θα το κάνω. Φυσικά, υπάρχουν και οι άλλες πλατφόρμες, το streaming ή η τηλεόραση, στις οποίες μπορείς να εργαστείς για να στηρίξεις τη δουλειά σου».
Προς το παρόν πάντως, εργάζεται με πολύ μεράκι πάνω στην πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, τη «Βιοτεχνία ονείρων» (1990). Η περίοδος εγκλεισμού τού έδωσε τη δυνατότητα να υλοποιήσει μια χρόνια επιθυμία του, ένα νέο μοντάζ της ταινίας που παρεξηγήθηκε στην εποχή της αλλά σήμερα θεωρείται πρωτοποριακή, διότι είναι όλη τραβηγμένη σε βίντεο
(θα προσπαθήσει να τη διανείμει στις αίθουσες ξανά).
Πηγή: Έθνος