Έλληνας τραγουδιστής: «Κοινώνησα 5 φορές λαθραία στην καραντίνα»
Έλληνας τραγουδιστής: «Οι εκκλησίες γεμίζουν από κόσμο τις Κυριακές, κοινωνούν και κανείς δεν έχει κολλήσει»
Τη δεκαετία του ΄70 ο Γιώργος Κοινούσης μεσουράνησε στη δισκογραφία και στα νυχτερινά μαγαζιά ως λαϊκό είδωλο. Όχι μόνο ως τραγουδιστής, αλλά και ως δημιουργός και μουσικός οργανοπαίχτης. «Άνθρωποι είμαστε», «Να ξαναγινόμαστε πάλι πιτσιρίκοι», «Δεν καταλαβαίνω τίποτα» και πολλά ακόμα σουξέ τον ενέταξαν σε μια ειδική γκάμα ολοκληρωμένων καλλιτεχνικών προσωπικοτήτων. Εγραφε τραγούδια, έπαιζε πέντε διαφορετικά μουσικά όργανα και παράλληλα τραγουδούσε κιόλας.
Η ενδιαφέρουσα ιστορία του, ωστόσο, αρχίζει πολλά χρόνια προτού γίνει πρώτο όνομα, όταν παιδί ακόμη, με κοντά παντελονάκια, έγραψε ένα τραγούδι και το έδωσε στη μεγάλη φίρμα της εποχής, την Καίτη Γκρέυ. Αυτή ήταν και η πρώτη του μεγάλη επιτυχία.
Ο Γιώργος Κοινούσης πέρασε μεγάλη φτώχεια μέχρι να καταφέρει να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Τα κατάφερε όμως. Έγινε φίρμα, γεύτηκε μεγάλες επιτυχίες και ξαφνικά, ενώ βρισκόταν στο απόγειο της δόξας του, αποφάσισε να εγκαταλείψει τα πάντα. Εδώ και πολλά χρόνια ζει με την οικογένειά του στο κτήμα του, στο Λαγονήσι. Σήμερα, σε έναν απολογισμό ζωής, μιλάει στην «Espresso» για τα βιώματά του, αλλά και για το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της καραντίνας για τον κορονοϊό κοινώνησε «λαθραία» σε εκκλησία πέντε φορές, χωρίς να πάθει το παραμικρό!
Από κάποια στιγμή και μετά ασχοληθήκατε πολύ με τον Θεό και τη θρησκεία. Σας πείραξε που κάποιοι σας αποκάλεσαν «γραφικό»;
Το να με λοιδορούν για μένα είναι γαλόνια από τον Θεό. Εκείνοι που με ειρωνεύονται δεν έχουν να δώσουν λόγο σε μένα, αλλά στον Θεό. Εγώ δεν υποστηρίζω κάποια ομάδα ή κόμμα για να έχω αντιπάλους. Απλώς πιστεύω στον Ιησού Χριστό. Αν αυτό είναι μεμπτό, ας συνεχίσουν να με λοιδορούν. Εγώ έφυγα από την «κόλαση» που ήμουν στο τραγούδι και μπήκα στον δρόμο του Κυρίου.
Γιατί λέτε «κόλαση» το επάγγελμά σας;
Ήταν ένα επάγγελμα που διέφερε από όλα τα άλλα. Δεν μπορώ να πω τι έχω δει μέσα στα καμαρίνια… Δεν μπορώ να μιλήσω για το πώς γινόταν αυτό το επάγγελμα… Υπήρχαν άνθρωποι άμεμπτοι, που τους ξεχώρισα. Οπως ο Απόστολος Καλδάρας, ο Βασίλης Τσιτσάνης. Αλλά υπάρχουν τόσα σκοτεινά σημεία σε αυτό το επάγγελμα, που δεν μπορώ να μιλήσω δημοσίως. Γι’ αυτό και σηκώθηκα και έφυγα από το τραγούδι.
Σήμερα αναγνωρίζετε καλές φωνές;
Όταν έχεις συνεργαστεί με τους μύθους, οι σημερινοί δυστυχώς δεν μπορούν να τους φτάσουν στο ελάχιστο. Ποιος μπορεί να φτάσει τον Πάριο, τον Βοσκόπουλο, τον Μητσιά, τον Νταλάρα; Έμπαιναν στο στούντιο και τα έλεγαν μία και έξω.
Τη Θεοδωρίδου, τον Βέρτη, που είναι σχετικά πιο νέοι καλλιτέχνες, τους ακούτε;
Τους ακούω, αλλά υπάρχει μια μεγάλη διαφορά: οι παλιοί ακόμα και τα μέτρια τραγούδια τα έκαναν άριστα πρώτα. Του Καζαντζίδη τού έδιναν ένα τραγούδι και τον κάθε στίχο τον ερμήνευε διαφορετικά. Το είδα μπροστά μου αυτό. Νόμιζες ότι το τραγουδούν άλλοι τραγουδιστές. Οι σημερινοί τραγουδιστές για να αρέσουν στον κόσμο και να τους αγαπήσει πρέπει να ερμηνεύσουν το τέλειο τραγούδι. Ενώ οι παλιοί το μέτριο τραγούδι το έκαναν τέλειο.
Σας έχουν ζητήσει τραγούδια νέοι καλλιτέχνες;
Τα «παιδιά μου» εγώ δεν τα δίνω για υιοθέτηση. Θέλω να μείνουν μαζί μου.
Από το τραγούδι αποκτήσατε χρήματα;
Τόσα ώστε να μπορώ να ζω με αξιοπρέπεια. Ημουν και είμαι ολιγαρκής άνθρωπος. Το ίδιο και η οικογένειά μου. Ο άνθρωπος δεν χρειάζεται πολλά για να είναι ευτυχισμένος.
Την πανδημία και την καραντίνα πώς τη βιώσατε;
Δεν έλαβα κανένα μέτρο. Η πίστη μου ήταν τόσο δυνατή, που δεν μου επέτρεπε να πηγαίνω στην εκκλησία με τη… μάσκα του Ζορό στο πρόσωπο σαν μασκοφόρος. Μασκοφόροι είναι μόνο οι ληστές. Εγώ δεν φοβήθηκα ούτε στιγμή. Για μένα πρώτη είδηση σε όλο τον κόσμο θα έπρεπε να ήταν το γεγονός ότι οι εκκλησίες γεμίζουν από κόσμο τις Κυριακές, κοινωνούν και κανείς δεν έχει κολλήσει.
Διαβάστε τη συνέχεια στην gallery που ακολουθεί: