Στέλλα Καπεζάνου: Μιλάει για τα επαγγελματικά της σχέδια και την ζωγραφική!
Η Στέλλα Καπεζάνου σε μια συνέντευξη εφ' όλης της ύλης μιλάει μεταξύ άλλων για τα επαγγελματικά της σχέδια αλλά και για την μεγάλη της αγάπη που δεν είναι άλλη από τη ζωγραφική!
Κυρία Καπεζάνου, στη ζωγραφική σας αποθεώνετε το χρώμα, αποτυπώνετε πολλές φορές σουρεαλιστικές σκηνές, σαν να είναι βγαλμένες από High Fashion Editorial. Την ίδια στιγμή, όμως, μοιάζει να κοιτάζετε με κριτική ματιά αυτόν τον κόσμο...
«Είναι αλήθεια ότι τα έργα μου στο πρώτο βλέμμα ενδεχομένως να εγείρουν την αναζήτηση της σύνδεσης τους με την ποπ εικαστική γλώσσα. Η ίδια προτιμώ να απομακρύνομαι από τέτοιες εικαστικές αναφoρές. Η προσοχή μου είναι κυρίως στραμμένη σε μια διαφορετική διερεύνηση των φορμαλιστικών και εκ-φραστικών δυνατοτήτων που μου προσφέρει το μέσο της ζωγραφικής. Ο χώρος του καμβά - ζωγραφικά, συνθετικά, νοηματικά -αποτελεί για εμένα μια σκηνή όπου διερευνώ την ανθρώπινη κατάσταση. Μελετώ τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, την κοινωνική τους θέση και την ψυχική τους κατάσταση, εξετάζοντας δηλωμένα συναισθήματα και μύχιες σκέψεις».
Πώς καταλήξατε σε αυτό το ιδιαίτερα αναγνωρίσιμο ύφος;
«Με τη ζωγραφική μου στοχεύω να ικανοποιήσω την ανάγκη μου για απελευθέρωση από την ακρίβεια του πραγματικού. Ο τρόπος που το κάνω αυτό είναι να εναλλάσσω τις δεξιότητες μου κατ' επιλογήν. Επιλέγω ανάμεσα στην παραστατικότητα ή στην αφαίρεση, ζωντανεύω ή κάνω οικονομία στο σχέδιο, μεγεθύνω λεπτομέρειες, εισάγω φαντασιακά ή αρχιτεκτονiκά στοιχεία, ακολουθώ παραδοσιακούς κανόνες στο χρώμια ή το χρησιμοποιώ εντελώς άναρχα, δημιουργώ εντάσεις και ψευδαισθήσεις μέσα από ρεαλιστικές λεπτομέρειες».
Πώς ξεκινά π σχέση σας με την τέχνη;
«Ζωγραφίζω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Η πρώτη μου ανάμνηση είναι η μητέρα μου να ζωγραφίζει όρθια στο καβαλέτο της ένα ολλανδικό τοπίο σε λάδι. Εγώ δίπλα με τους μαρκαδόρους μου. Η μυρωδιά του λινελαίου μαζί με το ροζ Coppertone ανήκουν στις πιο γλυκιές παιδικές μου αναμνήσεις. Μεγαλώνοντας ζωγράφιζα τα έπιπλα, τους τοίχους στο δωμάτιο μου, στο σχολείο μου. Πάντα πίστευα πως δεν χρειάζεται να μεγαλώσω για να γίνω καλλιτέχνης, πως είμαι ήδη καλλιτέχνης».
Αρχικά είχατε ασχοληθεί με τον χώρο των media, τι σας ώθησε τελικά να δώσετε εξετάσεις στην ΑΣΚΤ το 2011;
«Με τα media ξεκίνησα όταν ακόμα πήγαινα σχολείο. Ούσα ανήλικη^, χρειάστηκε να πείσω τη μητρα μου να έρθει να υπογράψει στο πρώτο μου πρακτορείο. Σύντομα μεταπήδησα στην τηλεόραση, φαίνεται από τότε έψαχνα πιθανές διεξόδους προσωπικής έκφρασης. Εργαζόμενη από τη Β Λυκείου, δεν είχα ποτέ χώρο να σκεφτώ "τι θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω". Η πρώτη φορά που πήρα απόσταση ήταν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μου. Και τότε "αποφάσισα ότι δεν θα ξαναγυρίσω. Η Καλών Τεχνών της Αθήνας ήταν για εμένα ό,τι ο Όλυμπος για τους αρχαίους Έλληνες. Αν κάτι μπορούσε να με κάνει ευτυχισμένη, ήταν μια θέση στο Πάνθεον των Ολύμπιων που τη στελέχωναν».
Αργότερα βρεθήκατε για μεταπτυχιακές σπουδές με διπλή υποτροφία στο Chelsea College of Arts. Σε ποιον βαθμό το Λονδίνο σας διαμόρφωσε;
«Στο Λονδίνο διδάχθηκα τη διαφορά ανάμεσα στον καλλιτέχνη και στον επαγγελματία καλλιτέχνη. Διδάχθηκα πως στη σύγχρονη τέχνη το ταλέντο και η δεξιότητα δεν επαρκούν, είναι σημαντικό το CV, η κατανόηση των όρων που, διέπουν το art market καί το art business στο Λονδίνο γκρεμίστηκε οποιαδήποτε ρομαντική διάθεση μπορεί να είχα νια την έννοια του καλλιτέχνη ως επαγγελματία. Είναι επάγγελμα, δεν περιμένω ούτε την έμπνευση, ούτε τις ιδανικές συνθήκες νια να πάω στο studio. Πηγαίνω το πρωί και φεύγω όσο αργότερα μπορώ, κάθε ημέρα, rain or shine».
Το 2Ο18 εκθέσατε στο Λονδίνο στην γκαλερί The Palm tree. Είναι εύκολο μία Ελληνίδα καλλιτέχνις να περνάει τα σύνορα;
«Η τέχνη δεν έχει σύνορα. Δεν είχε καμία σημασία το από πού κατάγομαι στο Λονδίνο, μόνο η δουλειά μου. Η δυσκολία έγκειται ότι να ζει ένας καλλιτέχνης στην Ελλάδα και να δείχνει σε μητροπόλεις. Η τέχνη είναι επείγουσα, χρειάζεται να είναι κανείς παρών εκεί που χτυπάει η καρδιά της. Επιπλέον, μία μόνο αγορά δύσκολα μπορεί να συντηρήσει έναν καλλιτέχνη».
Ποια θεωρείτε ότι θα είναι η επίδραση της πανδημίας στη διεθνή αγορά τέχνης;
«Φέρνει πολλές αλλαγές για τις οποίες - στα εικαστικά τουλάχιστον ήμασταν ελαφρώς προετοιμασμένοι. Σημαντικότατα art fairs ανέβηκαν online, οι γκαλερί παρέχουν online viewings, ψηφιακούς καταλόγους, οι καλλιτέχνες έχουν πια για portfolio το Instagram. Πειραματισμοί που ξεκίνησαν δειλά εδώ και μία δεκαετία, ξαφνικά μπήκαν στο fast forward. Μπορεί οι συνθήκες να μην είναι ιδανικές εν μέσω παν-δημίας, αλλά προσωπικά πιστεύω πως εκεί οδεύαμε έτσι κι αλλιώς. Σε τέτοιους ασυνήθιστους καιρούς, τις αλλαγές αυτές χρειάζεται να τις καλοδεχτούμε».
Υπάρχει κάποιο έργο το οποίο δεν μπορείτε να αποχωριστείτε;
«Συνήθως ερωτεύομαι το έργο που δουλεύω εκείνη τη στιγμή. Το φωτογραφίζω, το σκέφτομαι, το κοιτάζω στο κινητό μου το βράδυ προτού κοιμηθώ. Μετά, ξεκινώ καινούργιο και ερωτεύομαι από την αρχή. Υπάρχουν δύο έργα, όμως, τα οποία δεν θέλω να φύγουν από το studio, παρά μόνο αν είναι να βρεθούν σε κάποια πολύ δυνατή συλλογή. Είναι το "Cats of Bags" (2016) και το "Homecats" (2018). Και τα δύο αποτελούν μεγάλο μπελά στο στήσιμο μιας έκθεσης γιατί για κάποιον λόγο "κλωτσάνε" τα διπλανά ' τους και παραδόξως είναι και τα δύο εντελώς αντιεμπορικά. Μπορεί να είναι τα δικά μου αγαπημένα, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τους θεατές...».
Ποια είναι τα άμεσα σχέδια σας;
«Ετοιμάζω τη συμμετοχή μου στο "Art of Boards- The Skate Project που θα οργανωθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα, συνδυάζοντας τη φιλοσοφία του skateboarding με την τέχνη, για την ενίσχυση νέων που βρίσκονται σε ανάγκη. Παράλληλα, ανυπο-μονώ να απομονωθώ ξανά στο studio να συνεχίσω την καινούργια μου σειρά έργων με τίτλο "Neptune in Retrograde", η οποία εξερευνά τις γυναικείες φαντασιώσεις», σύμφωνα με το VMAGAZINO.