Γιάννης Κουκουράκης: H δήλωση για την προσωπική του ζωή που δεν περιμέναμε
Ο Γιάννης Κουκουράκης, ο οποίος υποδύεται τον Κωνσταντή στις «Άγριες μέλισσες» μίλησε για τα παιδικά του χρόνια.
Ο γοητευτικός ηθοποιός αναφέρθηκε επίσης στο πώς προέκυψε η υποκριτική στη ζωή του, αν είχε άγχος όταν έδωσε εξετάσεις στο Εθνικό, ενώ αποκάλυψε αν είχε πέραση στα κορίτσια.
Πού γεννήθηκες και πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια;
Γεννήθηκα στα Χανιά. Έμενα στην Αθήνα μέχρι και τη Δ' Δημοτικού, μετά επέστρεψα στην Κρήτη και έζησα εκεί μέχρι να τελειώσω το λύκειο. Ξέγνοιαστα χρόνια, με πολλές αλλαγές και εναλλαγές. Μεγάλωσα ουσιαστικά στην επαρχία και αυτό μου έδωσε την ευκαιρία να ξέρω τι πάει να πει να γυρίζεις με γόνατα ματωμένα από το παιχνίδι, τι πάει να πει να κάθεσαι έξω με τους φίλους σου μέχρι να βραδιάσει και να βολτάρεις με τα ποδήλατα χωρίς φόβους ή περιορισμούς. Να ξέρω πώς μυρίζει η γη όταν βρέχει. Είναι τυχερός όποιος τα έχει ζήσει αυτά, γιατί σου δίνουν άλλες βάσεις αυτές οι εμπειρίες.
Πώς προέκυψε στη ζωή σου η υποκριτική;
Σπούδαζα στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων. Όταν ήμουν στο τρίτο έτος, γνώρισα κάποια παιδιά που φοιτούσαν σε δραματικές σχολές και ο τρόπος με τον οποίο αλληλεπιδρούσαν μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Ήταν διαμετρικά αντίθετος με τον mainstream τρόπο στον οποίο είχα συνηθίσει. Έτσι, άρχισε να με ελκύει η ιδέα του να ασχοληθώ και εγώ. Αποφάσισα να δώσω εξετάσεις σε δραματικές σχολές την επόμενη χρονιά. Μέσα σε αυτές ήταν και η Δραματική ταυ Εθνικού, μια και ζητούσε τα ίδια πράγματα με τις ιδιωτικές. Να πάρω την κρυάδα των εξετάσεων, σκέφτηκα, σιγά να μην περάσω. Έδωσα, λοιπόν, εξετάσεις και πέρασα στο Εθνικό Θέατρο. Και από εκεί ξεκίνησαν όλα.
Πώς ήσουν ως παιδί και ως έφηβος;
Ήμουν ήρεμο παιδί, θα έλεγα. Καλός μαθητής και υπάκουος γενικά. Έκανα και σκανταλιές, αλλά σε λογικά πλαίσια. Ως έφηβος, δεν είχα κάποιο σαφές στίγμα. Ούτε ροκάς, ούτε έντεχνος, ούτε λαϊκός ήμουν, δεν είχα καμία ταμπέλα. Έκανα από ελάχιστες έως καθόλου αλητείες μεγαλώνοντας. Ημουν δορυφόρος και ταίριαζα παντού και με όλους. Χαμαιλέοντας, δηλαδή. Το χρώμα που ταιριάζει με όλα. Ανήκα παντού και ταυτοχρόνως δεν ανήκα πουθενά. Μου την έδιναν όσοι είχαν αρχηγικές τάσεις και επιδειξιομανία, κάτι που ισχύει μέχρι τώρα.
Είχες, φαντάζομαι, επιτυχία στα κορίτσια.
Σχετικά, ναι. Αλλά και χυλόπιτες έχω φάει, και έχω πληγωθεί, και έχω κλάψει, και έχω τσατιστεί - και όλα τα έχω κάνει και όλα τα έχω πάθει. Αυτό που μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι ότι ξεχώριζα, γιατί ήμουν το πιο ψηλό παιδί στην τάξη. Τώρα δεν ξέρω -και δεν το νομίζω- αν με θεωρούσαν και το πιο όμορφο.
Τι ύψος έχεις;
Είμαι 1,92μ. Πάντως, όταν βλέπω φωτογραφίες από το λύκειο, γελάω πολύ. Με κοιτάζω και λέω: «Πώς ήμουν έτσι;». Είναι και η ηλικία τέτοια που ακόμα σχηματίζεται ο άνθρωπος και έχει πολλή πλάκα. Γενικά, όμως, νομίζω πως όλοι το παθαίνουμε αυτό με τις σχολικές μας φωτογραφίες. Δεν είμαι η εξαίρεση.
Σε τι είσαι η εξαίρεση;
Δεν ξέρω αν αυτό είναι η εξαίρεση, δεν νομίζω να είναι κιόλας, αλλά είμαι από τους ανθρώπους που έχουν εμμονή με το αν θα πραγματοποιηθεί κάτι που έχουν στο μυαλό τους. Βάζω τον στόχο μου, κάνω την προσπάθεια μου και δεν ηρεμώ αν δεν είμαι σίγουρος ότι τα έδωσα όλα.
Όταν έδωσες εξετάσεις στο Εθνικό, δεν είχες αγωνία για τα αποτελέσματα;
Δεν είχα, γιατί είχα δεδομένο ότι δεν θα περάσω. Πήγα και είπα: «Ας γίνει ό,τι είναι να συμβεί». Έτσι και αλλιώς οι πιθανότητες ήταν ελάχιστες, δεδομένου του ανταγωνισμού για επτά θέσεις αγοριών που γίνονται δεκτά κάθε χρονιά. Είχα την άγνοια, που ήταν μεγάλο ατού. Δεν είχα καμιά εμμονή να περάσω εκεί. Μου άρεσε η ιδέα προφανώς, αλλά και να μη γινόταν, πάλι καλά θα ήμουν. Είπα ότι θα δοκιμάσω, δοκίμασα και πέρασα. Δεν το πίστεψα όταν δέχτηκα το τηλεφώνημα από τη Σχολή ότι πέρασα. Νόμιζα πως κάποιος φίλος μου μου έκανε πλάκα. Σαφώς χάρηκα πολύ που έγινε αυτό, γιατί δεν το περίμενα κιόλας. Ετσι μπήκα σε αυτόν τον μαγικό για μένα κόσμο, είπε στο Down Town.