Φιλαρέτη Κομνηνού: «Δεν έγινα ηθοποιός για να γίνω διάσημη και να με αναγνωρίζουν»
Η Φιλαρέτη Κομνημού είχε να κάνει τηλεόραση πάνω από δέκα χρόνια και φέτος επέστρεψε στην μικρή οθόνη μέσα από τη σειρά του ALPHA «Αγγελική».
Η αλήθεια πάντως είναι ότι παρά τη δεκάχρονη αποχή της από τα τηλεοπτικά εγκόσμια το αποτύπωμα της παρέμενε έντονο, όπως και ο αντικατοπτρισμός της ως μιας στιβαρής, δυναμικής, ακόμα και απρόσιτης γυναίκας. Αλλά για σταθείτε... Αυτή είναι η αποκρυστάλλωση με τη διαμεσολάβηση του ρόλου. Τι γίνεται με τον άνθρωπο όταν απεκδύεται το κοστούμι της ηρωίδας;
«Νομίζω πως όταν νιώσω ότι μπορώ να εμπιστευτώ το περιβάλλον και τους συνομιλητές μου μπορώ και να έχω μια παιχνιδιάρικη διάθεση που καμιά φορά ξαφνιάζει τους άλλους... Ξέρετε, υπάρχει μια προκατάληψη για τους ηθοποιούς που παίζουν κλασικό ρεπερτόριο. Αισθάνονται όλοι ότι πρέπει να είναι σχεδόν βαρύγδουπα σοβαροί. Μπορείς να παίζεις τέτοιους ρόλους, να έχεις ένα τέτοιο ρεπερτόριο και εκείνη την ώρα να υπάρχει όντως ένα κομμάτι του εαυτού σου που αντιμετωπίζει έτσι μια κατάσταση. Την επόμενη όμως στιγμή, έτσι, και για να αποφορτιστείς, μπορεί να κάνεις και το πιο απρόσμενο αστείο.
Δεν γουστάρω τη σοβαροφάνεια, ότι κάποιος που ασχολείται με τη διανόηση πρέπει οπωσδήποτε να δείχνει πολύ σοβαρός. Το ένα δεν καταργεί το άλλο. Όσο πιο ακομπλεξάριστος και χαλαρός είσαι, δεν έχεις την ανάγκη να προβάλεις τις γνώσεις που έχεις, ούτε προσπαθείς να πείσεις γι' αυτό που θα ήθελες να είσαι. Τα πράγματα μπορούν να συμβούν με πιο απλό τρόπο. Αυτόν τουλάχιστον διεκδικώ. Το θέμα της απόστασης πάλι που λέτε ότι με χαρακτηρίζει μπορεί να το δει κανείς απλώς ως προστασία του εαυτού. Προστατεύεις τον εαυτό σου από δυσάρεστες εκπλήξεις».
Στη ζωή βέβαια υπάρχουν και οι ευχάριστες εκπλήξεις. Όπως η αλλοτινή απόφαση της να δώσει εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του ΚΘΒΕ που ήρθε στο μυαλό της αυθόρμητα, χωρίς πολλή σκέψη. «Για αλλού πήγαινα, αλλά λοξοδρόμησα. Η οικογένεια μου με έσπρωχνε προς μια ακαδημαϊκή καριέρα. Η επιλογή να διαλέξεις κάτι στο οποίο το περιβάλλον σου ήταν απολύτως αρνητικό- ούτε ήθελαν να το συζητήσουν οι γονείς μου- για ένα μικρό παιδί τότε δεν ήταν αυτονόητα εύκολο. Ήθελε πολύ κουράγιο και σιγουριά. Αν στην επιτροπή δεν ήταν ο Μίνως Βολανάκης, ένας θεατράνθρωπος μεγάλης ολκής και πολύ ξεχωριστός άνθρωπος, για να με περάσει και να μου δώσει την υποτροφία, ίσως να μην επιχειρούσα να δώσω εξετάσεις για δεύτερη φορά. Ήταν το μοιραίο που λένε. Βρέθηκε η στιγμή και από εκεί και μετά τα πράγματα προχώρησαν όπως προχώρησαν», αφηγείται. Και η αλήθεια είναι ότι, ακόμα κι όταν πια πέρασε το κατώφλι της δραματικής σχολής, κάθε άλλο από ηθοποιό φανταζόταν τον εαυτό της. «Δεν υπήρχε ο στόχος της καριέρας. Ούτε μας περνούσε από τον νου. Δεν έγινα ηθοποιός για να κάνω καριέρα, για να γίνω διάσημη, για να με αναγνωρίζουν και να δίνω συνεντεύξεις. Καθόλου. Και το εννοώ 100%.
Ήμασταν άλλωστε και στη Θεσσαλονίκη, εκεί νιώθεις σαν να είσαι στο ενυδρείο. Είσαι προφυλαγμένος, προστατευμένος και πορεύεσαι με την ψυχολογία του ενυδρείου. Όταν αργότερα κατέβηκα στην Αθήνα, από το 1996 και μετά, κολύμπησα σε άλλα νερά». Αναρωτιέμαι αν τον δρόμο της καλλιτεχνικής μετανάστευσης από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα τον ακολούθησε με προσμονή, με αγωνία, με χαρά ή ίσως με δυσθυμία. «Δεν θα έκανα ποτέ κάτι δύσθυμα. Δεν με υποχρέωσε κανείς να κατέβω. Πέρασα πολλά χρόνια στο ΚΘΒΕ και στη Θεσσαλονίκη και ίσως διαισθανόμουν ότι είχα αρχίσει να βαλτώνω. Καμιά φορά το ενυδρείο δημιουργεί ιδρυματισμό.
Είμαι ταξιδιάρα. Έχω την ψυχολογία του ταξιδιώτη, όχι απλώς του τουρίστα που πηγαίνει για να περάσει καλά κάπου. Έχω την ανάγκη της εξερεύνησης, η οποία αντίστοιχα εκφράζεται και μέσα από το θέατρο. Η ανάγκη να γνωρίσεις, να δοκιμάσεις παίρνοντας και τον κίνδυνο και το ρίσκο, αυτό με έκανε να κατέβω στην Αθήνα. Θυμάμαι, κατέβηκα για να παίξω την Έλενα στον "Θείο Βάνια" με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ και τον Αλέκο Αλεξανδράκη, σε σκηνοθεσία της Μαγιάς Λυμπεροπούλου στο τότε Θέατρο Διονύσια», είπε στο GALA.