Μαργαρίτης: «Έγραψα πολλά τραγούδια, αλλά τα έσβησα όλα και κράτησα δέκα»
Ο Γιώργος Μαργαρίτης ετοίμασε με πολύ μεράκι τη νέα δουλειά του μέσα στην καραντίνα κατά την οποία, όπως λέει, ήταν πολύ δημιουργικός.
Ο ίδιος μιλάει για τα τραγούδια που έγραψε εν μέσω καραντίνας. Διαβάστε τι αποκάλυψε...
Ο Μαργαρίτης, λοιπόν, ετοιμάζει και νέο δίσκο... «Πράγματι, είμαστε τώρα στο στούντιο με τον Φοίβο Δεληβοριά και τον Κώστα Μπαλαχούτη, που είναι η αφορμή της δουλειάς. Εγώ κατά καιρούς έχω γράψει κάποια τραγούδια, αλλά δεν είμαι συνθέτης. Απλώς τώρα μας έκλεισε μέσα ο κορονοϊός, κάθισα, πήρα την κιθάρα, παίζω 5-6 ακόρντα - δεν είμαι κιθαρίστας με δίπλωμα. Εν πάση περιπτώσει, μου λέει ο Κώστας Μπαλαχούτης: "Σε παρακαλώ, πάρε την κιθάρα, κάτσε και γράψε ορισμένα τραγούδια". Του λέω: "Εγώ δεν μπορώ να το κάνω αυτό το πράγμα". Μου απαντάει: "Εσύ δεν μπορείς; Μπορούν Φαλλοί και δεν μπορείς εσύ με αυτήν τη φωνή;".
Τέλος πάντων, έκατσα μέσα ενάμιση χρόνο τώρα, όσο κρατάει η πανδημία, και στον ενάμιση αυτόν χρόνο έγραψα πολλά τραγούδια, αλλά τα έσβησα όλα και κράτησα δέκα. Αυτά που έπρεπε, τραγούδια που δεν γράφονται τέτοια σήμερα - τα γράφανε οι μεγάλοι μας συνθέτες παλιά. Τα τραγούδια αυτά είναι βιώματά μου. Θα πρέπει να σημειώσω ότι η ενορχήστρωση είναι του Φοίβου Δεληβοριά, οι στίχοι στα 10 τραγούδια είναι του Κώστα Μπαλαχούτη και λέω και ένα μαζί με τον Φοίβο Δεληβοριά. Ένα τραγούδι από αυτά τα καινούργια που θα κυκλοφορήσουν έχει μια μικρή ιστορία, που θέλω να την εξομολογηθώ. Πέρυσι το καλοκαίρι, μήνα Αύγουστο, ντάλα μεσημέρι, περπατούσα στην Ομόνοια με έναν φίλο μου και είδα την Ομόνοια άδεια. Λέω: "Τι γίνεται εδώ πέρα; Που είναι ο κόσμος;". Μόνο κάτι μελαχρινούς έβλεπα, ξέρεις τώρα, μετανάστες και λέω πώς κατάντησε η Αθήνα. Σε μερικούς πατριώτες που βρήκα στον δρόμο μου είπα: "Τι γίνεται εδώ, ρε παιδιά, πού είναι η Ομόνοια που ξέραμε;". Και μου απάντησαν: "Εδώ είναι, ρε Γιώργο, η Ομόνοια, δεν έφυγε, ο κόσμος έφυγε". Και αρχίζω στο τραγούδι και λέω: "Αθήνα, πώς κατάντησες και ερήμωσαν οι δρόμοι, με κούρσες και με φορτηγά όλοι έχουν πάρει τα βουνά, ψάχνουν να βρούνε δανεικά, κανείς μας δεν γλυτώνει". Αυτός είναι ο πρόλογος του τραγουδιού. Στη συνέχεια, άκουγα τα γερόντια εκείνη την εποχή στο χωριό μου, που, όταν πεινούσαν, χτυπούσαν την κοιλιά τους και έλεγαν "βάρα νταϊρέ". Αυτό σημαίνει "πεινάω", πώς βαράμε νταϊρέ στην αρκούδα για να χορέψει -το νταούλι αυτοί το λέγανε νταϊρέ-, και έτσι μου βγήκε κι εμένα το ρεφρέν "βάρα νταϊρέ μες στον καφενέ". Δεν έχω κάτι άλλο να πω για αυτά τα τραγούδια», μου είπε και του ευχήθηκα κάθε επιτυχία στον νέο του δίσκο.
Πηγή: Secret