Μιχάλης Σαράντης: «Το καλό είναι πιο γοητευτικό από το κακό»
Ο Μιχάλης Σαράντης ξεχωρίζει. Όχι μόνο με την ψηλόλιγνη φιγούρα του αλλά κυρίως με τον τρόπο που αφιερώνεται στο θέατρο.
Ο ηθοποιός σε συνέντευξή του μίλησε για το αν τον επηρέασε η πανδημία και η καραντίνα, για το αν θα ξαναέκανε τηλεόραση, αλλά και για το αν τον κλόνισαν οι καταγγελίες στο χώρο του θεάτρου.
Σας επηρέασε η πανδημία, η καραντίνα;
«Επαγγελματικά, πέρυσι είχα την τύχη να κάνω τηλεόραση, οπότε κάπως επιβίωσα. Αλλά δεν ήταν τόσο απλό. Ο νους μου είναι πάντα στην εποχικότητα αυτού του επαγγέλματος. Εβλεπα φίλους χωρίς δουλειά. -Αλλά έτσι είναι στο θέατρο, μια είσαι, μια δεν είσαι. Γι' αυτό είναι καλό, όταν είσαι μέσα στη δουλειά, να το απολαμβάνεις, να δίνεις ό,τι έχεις, να είσαι πιο συνειδητός. Είναι τόσο εύκολο να έρθουν τούμπα τα πράγματα, όπως ήρθαν. Χαίρομαι όμως με το σωματείο μας, κάπως νιώθω ότι ο κλάδος μας είναι ενωμένος».
Η τηλεόραση ήταν προϊόν συγκυρίας;
«Είχε φτάσει η ώρα για μένα να κάνω τηλεόραση, ξεπερνώντας τα ψευτοενοχικά σύνδρομα που, βλακωδώς, είχα. Αν κάνεις τη δουλειά σου καλά, μπορείς να την κάνεις καλά οπουδήποτε. Το λατρεύω το θέατρο, είναι η βάση μου, το σπίτι του ηθοποιού. Μακάρι όμως να γίνονται πράγματα στην τηλεόραση με τον τρόπο που άρχισαν να γίνονται. Πέρασα υπέροχα στη «Φαμίλια». Ο Βασίλης Θωμόπουλος ήταν ο λόγος για να παίξω στη σειρά, όπως ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης – δεν γνωριζόμασταν αλλά γίναμε φίλοι. Ευχαρίστως θα ξαναέκανα τηλεόραση».
Αναδείξατε το κωμικό σας στοιχείο;
Σκέφτηκα ότι αφού θα κάνω τι να την κάνω με τα όλα της. Εχει να κάνει με τον εαυτό σου, πώς θες να παρουσιάζεσαι. Εχω φτάσει σε μια ηλικία, είμαι 36, που ήταν συνειδητή επιλογή, ήθελα να ρισκάρω. Οι μισοί θα έλεγαν γιατί το κάνει, οι άλλοι μισοί μπράβο που το κάνει. Δεν έχω την αγωνία του τι θα πει ο άλλος γιατί εγώ ξέρω αν έχω παίξει καλά ή όχι. Ακούω τι μου λέει ο κόσμος, οι φίλοι, αλλά δεν θέλω πια να αναλώνομαι τόσο στο τι σκέφτεται ο κόσμος για μένα. Θέλω περισσότερο να είμαι καλά εγώ με τον εαυτό μου».
Σας κλόνισαν οι καταγγελίες;
«Ολη την κοινωνία κλόνισαν. Προσωπικά, πάγωσα, ένιωσα τρομερά αμήχανα. Και θύμωσα, για το γεγονός ότι ένας άνθρωπος μπορεί να ξεπεράσει κατά τέτοιον τρόπο τα όρια - τελείως εκτός του αξιακού μου κώδικα. Είμαι πολύ λυπημένος για τον πόνο που προκάλεσαν. Κάποιοι άνθρωποι υπέφεραν κι έκαναν καλά που μίλησαν, όποτε ήθελαν. Το θέμα είναι και θα είναι πάντα κατά πόσο σέβεσαι τον εαυτό σου - αναφέρομαι σε αυτούς που ασκούν βία. Αν σέβεσαι τα ψυχικά και ηθικά σου όρια, αν αποδέχεσαι κάπως τη φύση σου, δεν καταλαβαίνω τι σε κάνει μετά να μεταμορφώνεσαι σε τέρας. Βέβαια η κακή πλευρά του εαυτού μας, πάντα εκεί είναι. Βία υπάρχει σε όλους τους εργασιακούς χώρους. Και ανοχή. Αλλά το θέατρο είναι ένας τόπος ονειρικός. Μπορείς να κάνεις πράγματα που δεν μπορείς να κάνεις στην πραγματική ζωή, όχι όμως με το απόλυτό σκοτάδι σου. Να νιώσεις πραγματικά ελεύθερος, ξανά παιδί όχι τύραννος. Δεν χρειάζεται βία, γίνεται κι αλλιώς το θέατρο.
Κι αυτή η βία στην κοινωνία;
«Νομίζω ότι κάτι έχει αποτύχει. Δεν ξέρω είναι αμιγώς πολιτικό και κοινωνικό -και τα δύο είναι. Ακούς κάποιον να σου μιλάει για την αγάπη και σου φαίνεται περίεργο. Είναι πάντα λίγο ψευτογοητευτικό το κακό. Ε λοιπόν, το καλό είναι πιο γοητευτικό», είπε στο ΒΗΜΑ.