Μπέτυ Αρβανίτη: Τις ταινίες δεν τις αποποιούμαι, αλλά η πραγματική μου επιθυμία ήταν πάντα το θέατρο
Η Μπέτυ Αρβανίτη γνώρισε τη διασημότητα μέσα από τις ταινίες της Finos Film, μια διασημότητα που ήρθε αβίαστα.
Είχε όμως ήδη ξεκινήσει από το θέατρο, το ποιοτικό θέατρο.
«Η ρίζα μου ήταν πάντα εκεί. Το σινεμά ήταν απλά κάτι που συνέβαινε παράλληλα. Αλλά τελικά αυτό μένει στη μνήμη των ανθρώπων. Εκείνες τις ταινίες δεν τις αποποιούμαι. Μια χαρά ήταν και ωραία περνάγαμε, αλλά η πραγματική μου επιθυμία ήταν πάντα το θέατρο. Απλώς όταν φτιάξαμε το θέατρο Οδού Κεφαλληνίας αυτή η επιθυμία πήρε μια πιο μεγάλη διάσταση. Ξεκαθάρισε το τοπίο ολοκληρωτικά».
Πηγαίνουμε λοιπόν στη δημιουργία του δικού της θεάτρου. Ο σκηνοθέτης Νίκος Μαστοράκης, ένας άνθρωπος κομβικός για τη ζωή της, βρισκόταν στη Βιέννη. Της τηλεφώνησε και της πρότεινε να ανεβάσει «Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ» του Φασμπίντερ. «Εγώ γερμανικά δεν ήξερα. Ευτυχώς μόλις είχα γνωριστεί με τον Βασίλη (αναφέρεται στον σύζυγο της, τον πολιτικό μηχανικό και μεταφραστή Βασίλη Πουλαντζά, νυν πρόεδρο του ΔΣ του, Εθνικού Θεάτρου). Εψαξαν μαζί για να βρουν ένα θέατρο να το ανεβάσουν. Και ύστερα κάλεσαν από τη Θεσσαλονίκη τη Ρούλα Πατεράκη για να το σκηνοθετήσει. Κατέληξαν στο Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας. «Ο πρώτος που μπήκε στον χώρο και μας έδωσε τη γνώμη του ήταν ο Μίνως Βολανάκης. Από το θέατρο αυτό είχαν περάσει πριν από εμάς ο Μιχαηλίδης, ο Ευαγγελάτος, ο Μητσάκης. Αρχικά ήταν μια αποθήκη τσιγάρων, του Καπερνάρου. Οπως και το θέατρο του Λευτέρη Βογιατζή».
Οι συναντήσεις που την καθόρισαν θεατρικά. «Ο Μίνως Βολανάκης. Καθόρισε όχι μόνο τη θεατρική μου πορεία, αλλά την ίδια μου τη ζωή. Είναι ο πιο ελεύθερος άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Με μια τεράστια γνώση που είχε προς χρήση, όχι προς επίδειξη, μια γνώση στην υπηρεσία μιας ζωής καθημερινής. Και θαύμαζα επάνω του και κάτι άλλο. Την απόλυτη αίσθηση που είχε ότι κομμάτι της ζωής που του δόθηκε να διανύσει ήταν απόλυτα δικό του. Εμάς τους ανθρώπους μας καθορίζουν πολλά άλλα πράγματα πέρα από εμάς. Εκείνος δεν είχε να δώσει λογαριασμό σε κανέναν. Για αυτό σεβόταν πολύ και την ελευθερία του άλλου, σε βαθμό μάλιστα που έλεγες "μα γιατί δεν μας πιέζει λίγο παραπάνω στην πρόβα;". "Δουλειά μου", έλεγε, είναι να σε κάνω να θέλεις αυτό που ενώ θέλω". Προσπαθούσε να εμπνεύσει μόνο, να δημιουργήσει. Για αυτό όσοι έχουν δουλέψει μαζί του τον θεωρούν μάγο, γκουρού και όλα αυτά».
Ρωτήθηκε για τη συνάντηση ζωής με τον Βασίλη Πουλαντζά, τον άνθρωπο με τον οποίο έστησαν μαζί το Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας. Χαμογελά. «Εγώ με τον Βασίλη τσακωνόμαστε πάρα πολύ. Αλλά τσακωνόμαστε για μικρά πράγματα. Δεν τσακωνόμαστε για τα σοβαρά, τα μεγάλα. Σε αυτά έχουμε την ίδια οπτική. Καμιά φορά σκέφτομαι ότι ήμασταν τυχεροί που συναντηθήκαμε σε μεγαλύτερη ηλικία. Είχαμε ήδη ένα παρελθόν, τα παιδιά μας από προηγούμενες σχέσεις. Αν είχαμε γνωριστεί νωρίτερα, το πιο πιθανό θα ήταν να μην είμαστε σήμερα μαζί. Γιατί είμαστε και οι δύο πολύ ανήσυχοι».
Η γνωριμία τους μετρά 38 χρόνια. «Ήταν αυτό που λέμε "μπαμ και κάτω"» ανέφερε. «Αρχικά ήταν η έλξη η εξωτερική. Μας ένωναν όμως πράγματα. Το θέατρο, Η θάλασσα. Παλαιότερα είχαμε ένα φουσκωτό. Περνάγαμε ωραία. Εντάξει, πλέον μεγαλώσαμε...».
Η ίδια είναι δεινή κολυμβήτρια. «Ξέρετε, είχα υπάρξει αθλήτρια. Πρωταθλήτρια μάλιστα στις Κορασίδες. Στη θάλασσα χάνομαι με τις ώρες. Επειδή έχω και μυωπία, μια φορά είχα απομακρυνθεί τόσο που δεν έβλεπα τη στεριά. Ο Βασίλης παραλίγο να καλέσει το Λιμενικό». «Μα το κάλεσα!» ακούγεται να λέει εκείνος από το σαλόνι.
Πηγή:BΗΜΑgazino