Νένα Μεντή: «Οι ηθοποιοί δεν παίζουμε έναν ρόλο, το έργο παίζουμε»
Παρά τα όσα ισχυρίζεται η Νένα Μεντή κι ένας τρίτος μπορεί να έχει μια «συνολικότερη» εικόνα για αυτήν σε σχέση με εκείνη που διατηρεί η ίδια για τον εαυτό της.
Υπάρχει μια «σύμπτωση» που δεν μπορεί να την εξηγήσει κανείς άλλος παρά μόνον η ίδια. Κι όταν λέμε «σύμπτωση» εννοούμε το «νήμα» που φαίνεται να συνδέει, μυστικά κυρίως αλλά και ορατά ενδεχομένως, την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου με την Εκάβη του «Τρίτου στεφανιού», τη Φραγκογιαννού του Παπαδιαμάντη, τη Σοφία Αποστόλου της Λουλάς Αναγνωστάκη, τη Μαρίκα Κοτοπούλη, τη γιαγιά του Μάνου Ελευθερίου στο έργο του «Ξένες πόρτες» και την κυρία Αλβινγκ στους «Βρικόλακες» του Ιψεν - την τελευταία, πρώτα ο Θεός, το φθινόπωρο στο Εθνικό Θέατρο.
«Κατ' αρχάς, μέσα στα χρόνια που έπαιζα την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου - και ήταν αρκετά - άρχισα να καταλαβαίνω ότι έχω έναν τρόπο (θεατρικό; Υποκριτικό; Ως άνθρωπος;) να επικοινωνώ με τον κόσμο, και που είναι η βαθιά μου αλήθεια. Εναν τρόπο να μεταφέρω συγκίνηση στον κόσμο που δεν έχει σχέση με το σήμερα, αλλά με κάποιες ρίζες μας. Να βρίσκω δηλαδή την άκρη μιας μνήμης που θα την έλεγα συλλογική κι αναφέρεται σε κάποια πολύ παλιά χρόνια, όταν ζούσε, δηλαδή, η προπρογιαγιά μου. Δεν είναι κάτι βαρύγδουπο αυτό που λέω. Κατάλαβα πως κάτι έχω (από το σπίτι μου; Από ακούσματα; Από ικανότητες ηθοποιού; Αυτό δηλαδή που λέμε "ταλέντο", αν και το αμφισβητώ σε πολύ μεγάλο βαθμό, όχι για μένα προσωπικά, αλλά για όλους τους ηθοποιούς, επειδή πιστεύω ότι στο θέατρο "παίζεται" κάτι άλλο πολύ σοβαρότερο).
Τέλος πάντων μιλώ για όσους νοιαζόμαστε το θέατρο και το αισθανόμαστε σαν να είναι ο ναός μας, δεν το λέω με τη θρησκευτική έννοια, αν και με την έννοια αυτή μπορεί επίσης να εννοηθεί το θέατρο. Αρχισα λοιπόν ν' ανακαλύπτω ότι κάτι μπορώ να μεταφέρω κι όχι να είμαι απλά μια ηθοποιός. Δεν λέω πως δεν ήμουν μια χαρά κι ότι δεν είχα παίξει πολύ ωραία πράγματα ως τη στιγμή που έγινε η "αποκάλυψη" αυτή. Θέλω να θυμάμαι πάντα το "Χνούδι" στο "Πανηγύρι" του Δημήτρη Κεχαΐδη που άφησε εποχή στη Λάρισα. Πάντως δεν θεωρώ τυχαίο ότι την τελευταία δεκαπενταετία, από το 2007 ως σήμερα, έχω παίξει μόνο σε ελληνικά έργα. Ελληνική γλώσσα, ελληνική ιστορία, Έλληνες "ήρωες", Έλληνες συγγραφείς. Ανάμεσα στα πρόσωπα που αναφέρατε, θα συμπεριελάμβανα κι έναν μονόλογο του Θανάση Κοροβίνη, τη "Σύλβα". Καμία σχέση με την Ευτυχία ή με την Εκάβη, αλλά μια γυναίκα, επίσης, του τόπου μας. Πώς όμως φτάνουμε στους "Βρικόλακες" και στην κυρία Αλβινγκ;
Πρόκειται για ένα έργο, τόσο για τον Σταμάτη Φασουλή όσο και για μένα, πολύ ιδιαίτερο που έχει παίξει πολύ μεγάλο ρόλο στην αγάπη μας και στη σχέση μας με το θέατρο. Οταν πηγαίναμε στη Δραματική Σχολή τη δεκαετία του '60, το έργο αυτό δέσποζε στα Εθνικά Θέατρα. Το έπαιζαν συνεχώς η Κατίνα Παξινού με τον Αλέξη Μινωτή. Το έργο αυτό το είχα δει εξήντα πέντε φορές. Οχι γιατί μου άρεσε πάρα πολύ που, μου άρεσε - αλλά γιατί έπαιζε εκεί ο πρώτος μου, σύζυγος, ο Κώστας Στυλιάρης, έκανε τον Εγκστραντ. Κάθε φορά που πήγαινα να πάρω τον σύζυγο μου από το θέατρο, καθόμουν κι έβλεπα την παράσταση. Επομένως το έργο αυτό είναι πολύ φορτισμένο για μένα και για έναν ακόμη λόγο, γιατί έπαιζε η Κατίνα Παξινού. Μια ηθοποιός έξω από τα ανθρώπινα, δεν συγκρίνεται με καμία άλλη. Για να είναι ειλικρινής δεν ξέρω ακόμη πώς θα παίξω την κυρία Αλβινγκτ.
Δεν είχα καμιά "πετριά" να παίξω τον ρόλο αυτό, όμως το ίδιο το έργο - το πολύ σπουδαίο - αυτό καθεαυτό, το γεγονός ότι μου θυμίζει τα θεατρικά μου νιάτα και την ανεπανάληπτη Κατίνα Παξινού, όπως επίσης ότι θα συνεργαστώ με τον Σταμάτη Φασουλή που θα σκηνοθετήσει, την παράσταση των "Βρικολάκων" (έχουμε μεγάλη "προϊστορία" με τον Φασουλή κι είναι γεγονός πως τα "βρίσκουμε" πολύ καλύτερα στη σκηνή απ' ό,τι στη ζωή) με κάνουν να ανυπομονώ ώστε ν' αρχίσουν μια ώρα νωρίτερα οι πρόβες. Πιστέψτε με δεν είναι ο μεγάλος ρόλος που με συγκινεί, είναι το έργο. Γιατί εμείς οι ηθοποιοί δεν παίζουμε έναν ρόλο, το έργο παίζουμε. Ο ρόλος ανήκει σ' ένα έργο», είπε στα ΝΕΑ.