30 χρόνια χωρίς την Τζένη Καρέζη
Στις 26 Ιουλίου 1992 έφυγε από τη ζωή χάνοντας τη μάχη με την επάρατη νόσο η μεγάλη σταρ του ελληνικού κινηματογράφο, η Τζένη Καρέζη.
Ο Μάκης Δελαπόρτας έκανε μία αναδρομή στους πιο σημαντικούς σταθμούς της ζωής της.
Η Τζένη Καρέζη. Επαναστατική, φιλοσοφημένη, ατίθαση, όταν κάτι δεν της ταίριαζε, έφευγε. Μόνο όταν συναντήθηκε με τον Κώστα Καζάκο, όλη αυτή η ορμή της κόπασε.
Τη διοχέτευσε αποκλειστικά στο θέατρο. Είχε βρει πια τις ισορροπίες της, ως γυναίκα, ως σύζυγος, ως μητέρα, και τότε απογειώθηκε. Έζησε στιγμές υποκριτικής πληρότητας, αφού είχε αποκτήσει πλέον –ιδιαίτερα τη τελευταία δεκαετία– απίστευτες τεχνικές δυνατότητες και σκηνική φαντασία.
Από τις λίγες της γενιάς της που κατάφερε να αγγίξει, να εμβαθύνει και να ερμηνεύσει τους μεγάλους ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου που απογείωσαν την καριέρα της παίζοντας στην Επίδαυρο «Ηλέκτρα» και «Μήδεια».
Η Τζένη Καρέζη δυστυχώς έφυγε νωρίς. Ωστόσο, 30 χρόνια μετά συνεχίζει να ζει στις καρδιές των απλών ανθρώπων και να αποτελεί μια από τις πιο εμβληματικές μορφές του ελληνικού κινηματογράφου και θεάτρου.
Σίγουρα το υπέροχο και τόσο εκφραστικό πρόσωπό της θα μείνει για πάντα αποτυπωμένο, όχι μόνο στις «κινούμενες» οθόνες των κινηματογράφων, αλλά και στις «ονειρικές» οθόνες των δικών μας αναμνήσεων.
Σταρ του σινεμά
Το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο πραγματοποιήθηκε το 1955 στην ταινία Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο παίζοντας τον ρόλο της Κοίτης, της νεαρής πρωταγωνίστριας του φιλμ, μετά από ένα δοκιμαστικό που της έκανε ο Αλέκος Σακελλάριος. Όλα ξεκίνησαν όταν μια παλιά ηθοποιός, η Λευκή Παπαζαφειροπούλου, της είπε:
- Τζένη μου, έμαθα πως ο Αλέκος Σακελλάριος ψάχνει μια κοπέλα να παίξει στην καινούρια του ταινία. θέλεις να σε πάω να σε δει;
- Δεν ξέρω αν είμαι έτοιμη να παίξω στον κινηματογράφο. Εξάλλου εγώ λατρεύω το θέατρο, απάντησε η Τζένη.
- Βρε, μην είσαι κουτή, επέμεινε η ηθοποιός. Μπορεί να σε πάρει και να γίνεις αστέρι του σινεμά!
–Εμένα με ενδιαφέρει να γίνω καλή ηθοποιός στο θέατρο και όχι στο σινεμά, επέμενε.
- Ο καλός ηθοποιός παντού μπορεί να σταθεί, της είπε. Με τα πολλά, την έπεισε και την πήγε στον Σακελλάριο να της κάνει δοκιμαστικό. Μόλις την είδε ο Σακελλάριος, αμέσως αισθάνθηκε πως βρήκε την ιδανική πρωταγωνίστρια για την ταινία του.
-Αν τα λέει κιόλας, ψιθύρισε στον ηχολήπτη, θα την πάρω. Αυτή ταιριάζει γάντι για τον ρόλο της Καίτης. Το δοκιμαστικό έγινε κι ο Σακελλάριος ενθουσιάστηκε και με την εκφραστικότητα της Τζένης. Αμέσως της είπε πως θα της κλείσει ραντεβού να μιλήσει για τα οικονομικά με τον Φίνο. Όμως, ο Φίνος είχε άλλη άποψη.
-Δεν μου αρέσει, Αλέκο μου, δεν τη θέλω.
- Μα γιατί, Φίφη μου, είναι κούκλα και καλή ηθοποιός.
- Δεν ξέρω, κάτι δεν μου πάει. Μάλλον δεν έχει λάμψη. Δεν είναι κινηματογραφική. Άσε που νομίζω πως είναι και αλλήθωρη. Ο Σακελλάριος, όμως, επέμενε. Τόσο που ο Φίνος έκανε πίσω.
-Εντάξει, πάρ' την, αλλά την ευθύνη θα την έχεις εσύ. Έτσι κι έγινε! Πράγματι, την ευθύνη για την τόσο μεγάλη επιτυχία της Τζένης στην πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση τη φέρει αποκλειστικά ο Αλέκος Σακελλάριος.
Ο γάμος με τον Ζάχο Χατζηφωτίου
Τον Σεπτέμβριο του 1961 η Τζένη ταξίδεψε στο Λονδίνο για να συναντήσει τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, καθώς υπήρχε τότε μεταξύ τους ένα φλερτ. Εκεί συνάντησε τον Ζάχο Χατζηφωτίου, που ζούσε και δούλευε εκείνα τα χρόνια στο εξωτερικό. Ο Χατζηφωτίου ήταν ο πιο γνωστός μπον βιβάν τη κοσμικής Αθήνας – και όχι μόνο.
Ο κοσμικός υπέκυψε πολύ σύντομα στη γοητεία της όμορφης ηθοποιού με το μοναδικό ταμπεραμέντο, που κάθε δεύτερη φράση της ξεκινούσε με το αμίμητο «χρυσό μου». Όταν γύρισαν στην Ελλάδα και άρχισαν να βγαίνουν, ένα βράδυ είχαν πάει στην Τριάνα του Χειλά, όπου τραγουδούσε ο Μπιθικώτσης. Ο Χατζηφωτίου έσκυψε στο αυτί του τραγουδιστή και τον ρώτησε ψιθυριστά:
– Δεν μου λες, Γρηγόρη, στον γάμο μας θα έρθεις να μας τραγουδήσεις;
– Παντρευτείτε εσείς κι από μένα ό,τι θέλετε! απάντησε εκείνος.
Πράγματι, ο γάμος της Τζένης και του Χατζηφωτίου έγινε τον Μάιο του 1962 στην Κρύπτη Αγίας Φιλοθέης. Παρόντες όλη η κοσμική Αθήνα, σύσσωμο το ελληνικό θέατρο, πολιτικοί, εφοπλιστές, εκδότες και πέντε χιλιάδες θαυμαστές της Τζένης, που μετά τη γαμήλια τελετή έσκισαν το νυφικό της –το είχε σχεδιάσει ο Ντίμης Κρίτσας– για να κρατήσουν ένα κομμάτι του παραμυθιού.
Η ζωή του νεόνυμφου ζευγαριού ήταν γεμάτη από τη μαγεία του θεάτρου αλλά και των ξέφρενων νυχτερινών κοσμικών εξόδων. Η Τζένη για πρώτη φορά ζούσε μια τέτοια έντονη ζωή, με δεξιώσεις, πάρτι και υψηλές γνωριμίες. Ακόμη και κότερο με το όνομα του τελευταίου της έργου, «Μαίρη Μαίρη», της δώρισε ο σύζυγός της.
Σιγά σιγά, όμως, όλα αυτά άρχισαν να την κουράζουν. Θεώρησε πως ήταν μια φάση της ζωής της που ήθελε να ζήσει, αλλά πλέον συνειδητοποιούσε πως δεν ήταν φτιαγμένη για μια τέτοια ζωή.
Έτσι, μετά από ενάμιση χρόνο αποφάσισε να χωρίσει και να εγκατασταθεί, μόνη της πια, στο σπίτι που αγόρασε, εκεί όπου έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής της. Είχε πλέον ανάγκη από έναν σωστό σύντροφο και μια ήσυχη και ισορροπημένη οικογένεια.
Κώστας Καζάκος, ο άντρας της ζωής της
Το 1967 αναμφίβολα ήταν η χρονιά-σταθμός στη ζωή της. Η ίδια είχε δηλώσει: «Ναι, αυτή η χρονιά σήμαινε πολλά για μένα. Τότε γνώρισα τον Κώστα. Χρωστάμε και οι δύο αιώνια ευγνωμοσύνη στον Φίνο, γιατί γνωριστήκαμε χάρη στην ταινία του Κοντσέρτο για πολυβόλα, όπου πρωταγωνιστούσαμε.
Θυμάμαι ότι μας γνώρισαν ένα πρωινό που είχαμε γύρισμα στα Ίσθμια. Μόλις είπαμε “χαίρω πολύ”, αισθάνθηκα ένα “κρακ” μέσα μου και είπα: “Α, εδώ είναι, αυτό είναι!”. Το ένστικτό μου μου έλεγε πολλά. Γίναμε αχώριστοι. Παίζαμε τάβλι, κάναμε ατέλειωτες βόλτες, πνευματικές συζητήσεις για ώρες.
Πιστεύω πως μέχρι τότε ζούσα σε μια απόλυτη μοναξιά. Έβγαινα, διασκέδαζα, σπαταλιόμουν σε άσκοπες συζητήσεις και φιλοφρονήσεις, όμως όταν γύριζα σπίτι μου η μοναξιά μου ήταν αφόρητη. Ο Κώστας ήταν ο άνθρωπος που με επηρέασε παντοιοτρόπως, περισσότερο από οποιονδήποτε και οτιδήποτε στη ζωή μου.
Από την ώρα που τον γνώρισα κατάλαβα πόσο σημαντική είναι η προσωπική ζωή του ανθρώπου, ο σύντροφός σου στο σπίτι σου, το παιδί σου, η καριέρα σου. Μέχρι τότε ήταν τα πάντα για μένα το θέατρο.
Μετά τη γνωριμία μας χωρίστηκε το πράγμα. Εκείνος και το θέατρο με ενδιέφεραν εξίσου. Με τον Κώστα άρχισαν να με ενδιαφέρουν πιο ουσιαστικά πράγματα. Πριν μου άρεσε η κοσμική ζωή κι ολίγο να ντυνόμαστε, κι ολίγο να επιδεικνυόμαστε και κάποιο φλερτ και κάπου να χορέψουμε… Αντίθετα δεν με ενδιέφερε και ιδιαίτερα τι γινόταν γύρω μου, τα κοινωνικά προβλήματα, η πολιτική, ας πούμε. Με τον Κώστα βρήκα τον αληθινό εαυτό μου».
Η Τζένη συνάντησε τον Καζάκο την κατάλληλη στιγμή. Βρισκόταν σε μια ωριμότητα ως ηθοποιός και ως άνθρωπος. Αυτός ο έρωτας ήταν ο καρπός της ολόπλευρης ωριμότητάς της.
Η κοσμική Καρέζη, καθώς και η σταρ μπήκαν για πάντα στο χρονοντούλαπο. Η Τζένη ανακάλυψε δίπλα στον Κώστα έναν άλλο κόσμο, πιο αληθινό, πιο γήινο, πιο φιλοσοφημένο. Και της πήγαινε πολύ. Τον ακολούθησε και αισθανόταν μέρα με τη μέρα πιο κερδισμένη και πιο ολοκληρωμένη. Εκείνη του χάρισε το πείσμα και το ένστικτό της κι εκείνος τη μεθοδικότητα και τη λογική του.
Ο συνδυασμός ιδανικός. Τους οδήγησε σε στιγμές επαγγελματικής ολοκλήρωσης και προσωπικής ευτυχίας. Από τη στιγμή που γνωρίστηκαν δεν χώρισαν ποτέ. Ούτε επαγγελματικά αλλά ούτε και προσωπικά.
Την ολοκλήρωση της ευτυχίας τους ήρθε να συμπληρώσει και ο μικρός Κωνσταντίνος, που γεννήθηκε στις 25 Απριλίου 1969, σχεδόν έναν χρόνο μετά τον γάμο τους.
Τα καλοκαίρια της Τζένης
Η Τζένη αγάπησε με πάθος τη ζωή και ιό θέατρο. Και έτσι παθιασμένα όπως . αγάπησε τους ρόλους της, το ίδιο παθιασμένα αγάπησε και πράγματα καθημερινά, απλά, ανθρώπινα.
Τα καλοκαίρια, τον ήλιό, τη θάλασσα, τα ταξίδια, το βουνό, το ψαροντούφεκο, το τάβλι. Όλα αυτά την έκαναν να ξεχνιέται και να τα χαίρεται σαν παιδί. Η μεγάλη πρωταγωνίστριά, η διάσημη, με τους αμέτρητους θαυμαστές, διαγραφόταν ως διά μαγείας από το υποσυνείδητό της και τη θέση της έπαιρνε μια απλή κοπέλα, έτοιμη να τρέξει και να πλατσουρίσει στα νερά της παραλίας.
Έβαζε μια μάσκα και τον αναπνευστήρα της και ξεχνιόταν κάτω απ' το νερό για ώρες. Όταν έβγαινε και ξεροψηνόταν στον ήλιο, διάβαζε πάντα ποίηση ή έγραφε σκέψεις, εντυπώσεις απ' όσα έβλεπε γύρω της και τα έκρινε με τη δική της ματιά. Το καλοκαίρι, λοιπόν, για την Τζένη ήταν η ξεχωριστή εποχή του χρόνου.
Το περίμενε πάντα με χαρά. Πολύ συχνά, όταν οι επαγγελματικές υποχρεώσεις δεν την άφηναν να φύγει απ' την Αθήνα, έπαιρνε τον Κώστα και τον Κωνσταντίνο και οι τρεις τους πήγαιναν για μπάνιο στην Αυλίδα ή τη Βραυρώνα. Έκαναν ψαροντούφεκο και όταν η Τζένη έβγαινε απ' τη θάλασσα έκανε ηλιοθεραπεία και διάβαζε Νίκο Καββαδία.
Πηγή:ΟΚ