Μίκης Θεοδωράκης: Στιγμιότυπα ζωής ενός μεγάλου Έλληνα
Ζωή σαν Ιστορία αυτή του κορυφαίου Έλληνα συνθέτη, Μίκη Θεοδωράκη.
Λίγοι είναι εκείνοι που καταφέρνουν να ζήσουν τη ζωή τους «μέχρι το μεδούλι» και ένας από αυτούς ο Μίκης Θεοδωράκης. Μια ζωή γεμάτη μουσική, αγάπη, αναγνώριση, δημιουργία, επανάσταση και αγώνα! Με στιγμές πυγμής, βασανισμών αλλά πάντα με αισιοδοξία ατένιζε το μέλλον που έμελλε να εκείνον να είναι μια σελίδα στην Ιστορία της Ελλάδας και όχι μόνο.
Η γέννηση και η καταγωγή
Ο Μίκης Θεοδωράκης γεννήθηκε στις 29 Ιούλιου το 1925 στη Χίο με μικρασιατικές και κρητικές καταβολές, για τις οποίες μόνο περήφανος ήταν.
Ο Γιώργης Θεοδωράκης του είχε χαρίσει τις Κρητικές ρίζες του, από τον Γαλατά της Μεγαλονήσου, ενώ η μητέρα του Ασπασία Πουλάκη τις μικρασιατικές, από το Τσεσμέ της Μικράς Ασίας.
Δεν είχε μόνιμο τόπο διαμονής καθώς ο πατέρας του λόγω επαγγέλματος συχνά έπαιρνε μεταθέσεις, έτσι έζησε σε πόλεις που σε καθεμιά από αυτές με τον έναν ή τον άλλον τρόπο άφησε το λιθαράκι του. Από τη Μυτιλήνη στα Γιάννενα και από εκεί στην Κεφαλλονιά, τον Πύργο Ηλείας κι έπειτα πέρασε από την Πάτρα αλλά και από την Τρίπολη Αρκαδίας.
Σε ηλικία μόλις 17 ετών όταν έδωσε την πρώτη του συναυλία, στην Τρίπολη. Το έργο του, το ονόμασε «Κασσιανή» και μέσα από αυτό έστελνε τα πρώτα του μηνύματα, λαμβάνοντας μέρος στην αντίσταση κατά των κατακτητών. Στη μεγάλη διαδήλωση την 25η Μαρτίου του 1943 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά και βασανίζεται από τους Ιταλούς αλλά με πυγμή θάρρος και επιμονή καταφέρνει να επιστρέψει στην Αθήνα για να ξεκινήσει τον αγώνα του.
Η μακρά πορεία του, οι αγώνες και τα βασανιστήρια
Οργανώνεται στον ΕΛΑΣ, εκτελεί χρέη διαφωτιστή στον Πέμπτο τομέα της ΕΠΟΝ (Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων-ήταν οργάνωση νέων που ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια της Κατοχής, στις 23 Φεβρουαρίου 1943 και ήταν μέλος του ΕΑΜ). Αγωνίζεται και σαν διμοιρίτης τής Μεταξωτής διμοιρίας του 1ου τάγματος της Νέας Σμύρνης κατά τα Δεκεμβριανά. Παράλληλα όμως δεν ξεχνά τη μεγάλη του αγάπη για τη μουσική και συνεχίζει τις σπουδές του στο Ωδείο Αθηνών.
Τον Ιούλιο του 1947 συλλαμβάνεται όμως και εξορίζεται στην Ικαρία. Οι σύντροφοί του τον ορίζουν κομματικό υπεύθυνο στο χωριό εξορίας και λίγο καιρό μετά κάνει ανεπιτυχή προσπάθεια μαζί με τους υπόλοιπους να αποδράσουν.
Προσπαθεί να συμμετάσχει στις ένοπλες ομάδες του Δημοκρατικού Στρατού Αθηνών (στρατός προσκείμενος στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, κατά τη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου 1946–1949) και επειδή καταδιώκεται, βρίσκει καταφύγιο στο πατρικό του μιας και ξαφνικά αρρωσταίνει με πλευρίτιδα. Όταν γίνεται καλά, τον στέλνουνε εξόριστο στη Μακρόνησο όπου και βασανίζεται μέχρι παράλυσης.
Ο πατέρας του και ο θείος του ως ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι προσπαθούν να τον σώσουν και τα καταφέρνουν. Ο Μίκης Θεοδωράκης απολύεται ως ανάπηρος.
Το 1950 αποπειράται να αυτοκτονήσει λόγω των συνεχών προκλήσεων που αντιμετώπιζε, όμως γλύτωσε τον κίνδυνο και το 1951 απολύεται οριστικά από τον στρατό. Το 1954 μεταναστεύει με κρατική υποτροφία στο Παρίσι όπου εγγράφεται στο Ωδείο (γαλλική ονομασία Conservatoire) και σπουδάζει με τον Ολιβιέ Μεσιάν
Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα. Το 1963, εκλέγεται πρόεδρος της "Νεολαίας Λαμπράκη", μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Λίγο καιρό μετά εκλέγεται βουλευτής της ΕΔΑ ενώ έναν χρόνο αργότερα έρχεται η διεθνής αναγνώριση του έργου του με τη σύνθεση της μουσικής για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη, Αλέξης Ζορμπάς.
Τον Απρίλιο του 1967 περνάει ξανά στην παρανομία αφού αντιστέκεται στη δικτατορία του Παπαδόπουλου. Έναν μήνα μετά γίνεται πρόεδρος της ΠΑΜ, της πρώτης αντιστασιακής οργάνωσης κατά της Δικτατορίας. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου συλλαμβάνεται και φυλακίζεται ακόμα και στην απομόνωση.
Τον πάνε στις φυλακές Αβέρωφ και ο ίδιος κάνει απεργία πείνας μέχρι που οδηγείται εξαντλημένος στο νοσοκομείο. Αποφυλακίζεται αλλά τον θέτουν σε κατ' οίκον περιορισμό και όχι στην Αθήνα αλλά σε ένα χωριό στην Αρκαδία μαζί με την οικογένειά του.
Όλο αυτό το διάστημα, και παρά τα προβλήματα, ο Μίκης Θεοδωράκης δημιουργεί και μάλιστα καταφέρνει να συγκρατεί τη φήμη του στο εξωτερικό καθώς η Μαρία Φαραντούρη και η Μελίνα Μερκούρη φροντίζουν να κάνουν γνωστά τα έργα του εκτός Ελλάδος.
Βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του '60 όταν η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται. Σημαντικές προσωπικότητες του εξωτερικού όπως ο Άρθουρ Μίλερ, ο Λώρενς Ολίβιε και ο Υβ Μοντάν ζητούν την απελευθέρωσή του. Τελικά, μετά από πολλές πιέσεις αποφυλακίζεται και φεύγει για το Παρίσι.
Συνεχίζει την αντίστασή του κατά της Δικτατορίας. Με την πτώση της Δικτατορίας επιστρέφει στην Ελλάδα κάνει συναυλίες ενώ από το 1981 έως το 1986 και από το 1989 έως το 1992 είναι ενεργός στο πολιτικό σκηνικό της χώρας ως βουλευτής και αργότερα (1990 έως 1992) χρίζεται υπουργός Επικρατείας απ' όπου και παραιτείται.
Για τη δράση του με το κίνημα «Πολιτισμός της Ειρήνης» που έχει ιδρύσει ο ίδιος και με το οποίο δίνει διαλέξεις και κάνει συναυλίες απ' άκρη σ' άκρη σε όλη την Ελλάδα, το 1983 τού απονέμεται το βραβείο Λένιν για την Ειρήνη.
Υπέρμαχος της Ειρήνης παγκοσμίως, ο Μίκης Θεοδωράκης έκανε ό,τι μπορούσε για να περάσει το δικό του μήνυμα ειρήνης και ομόνοιας μεταξύ των λαών σε όλο τον κόσμο διοργανώνοντας συνέδρια και συναυλίες γι' αυτόν τον σκοπό.
Μόνο το 1990 έδωσε 36 συναυλίες σε όλη την Ευρώπη υπό την αιγίδα της Διεθνούς Αμνηστίας ενώ τα επόμενα χρόνια έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να βοηθήσει σε θέματα περιβάλλοντος (ηλιακή ενέργεια) πολεμώντας συγχρόνως τον αναλφαβητισμό, τα ναρκωτικά, την πυρηνική ενέργεια κ.α.
Ζητούσε επίμονα επίσης σε κάθε δράση του να συσφίγγονται οι σχέσεις μεταξύ χωρών που έχουν άσχημο παρελθόν όπως για την Ελλάδα και την Τουρκία ή την Παλαιστίνη και το Ισραήλ. Για όλα αυτά και για άλλα πολλά που ακολούθησαν, το 2000 ήταν -δικαίως- υποψήφιος για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Δύο χρόνια μετά παρουσιάστηκε η όπερά του Λυσιστράτη, που φυσικά ήταν ένας αληθινός ύμνος στην Ειρήνη.
Παράλληλα με την ανθρωπιστική του δράση, ο Μίκης Θεοδωράκης αποδεικνύει με κάθε τρόπο πόσο κορυφαίος καλλιτέχνης είναι. Το 1993 αναλαμβάνει Γενικός Διευθυντής Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ, όμως έναν χρόνο μετά παραιτείται.
Η οικογένεια
Ο Μίκης Θεοδωράκης γνωρίστηκε και ερωτεύτηκε τη μετέπειτα σύζυγό του Μυρτώ Αλτίνογλου πριν ακόμα υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, σε χρόνια δύσκολα για τον ίδιο. Μαζί απέκτησαν δύο παιδιά, τη Μαργαρίτα και τον Γιώργο