Ιώβη Φραγκάτου: H άλλη «μούσα» του Μπισμπίκη «βουτά στο ακραία ρεαλιστικό σύμπαν του»
Η νεαρή ηθοποιός Ιώβη Φραγκάτου πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Έγκλημα & Τιμωρία: Αθήνα» και με συνέντευξή της εξηγεί πώς είναι να βουτάς στο ακραία ρεαλιστικό σύμπαν του Βασίλη Μπισμπίκη χωρίς αναπνευστήρα και βατραχοπέδιλα.
Για την Ιώβη Φραγκάτου δεν υπάρχουν καλές, κακές ή ιδανικές στιγμές. Υπάρχουν απλώς στιγμές, τις οποίες κανείς δεν μπορεί να καταδικάσει με έναν a priori χαρακτηρισμό. Γι’ αυτό και η ίδια τα τελευταία χρόνια έχει συνειδητά βάλει μια άσκηση στον εαυτό της. Απλώς τις ζει. Όπως εκείνη που περιγράφει εμβόλιμα στη συζήτησή μας από το περσινό καλοκαίρι. Όταν έφυγε με φουσκωτό από τη Σαντορίνη, έφτασε στην Ανάφη, έκανε την ανάβαση στον περίφημο μονόλιθο του νησιού, κοιμήθηκε στο ύπαιθρο και την επομένη το πρωί είδε την ομορφότερη ανατολή της ζωής της. Ή όπως αυτές τις στιγμές που ζει ως νέο μέλος της ομάδας του Βασίλη Μπισμπίκη, ο οποίος οραματίστηκε το «Έγκλημα και Τιμωρία» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι στην Ομόνοια του 2023 και το μεταφέρει στη σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Η ταλαντούχα ηθοποιός, που με περηφάνια μιλά για πς οκτώ συμμετοχές της σε επιδαύριες παραστάσεις, μοιάζει και ακούγεται φτιαγμένη για το ωμά ρεαλιστικό σύμπαν του Βασίλη Μπισμπίκη. Είναι ενθουσιώδης, φιλοπερίεργη, πεισματάρα, αποφασισμένη να μην αφήνει τη ζωή να ξεγλιστρά από τα χέρια της, ταγμένη στο να ζει πολλές και διαφορετικές ζωές μέσα από τις ηρωίδες που ερμηνεύει. Κυρίως να τις παρατηρεί και να τις αφουγκράζεται, δηλαδή όχι να τις κρίνει. Ναι, η Ιώβη Φραγκάτου είναι τόσο ξεχωριστή όσο το βαφτιστικό όνομά της.
Καταρχάς, οφείλω να πω όπ εντυπωσιάζεις και μόνο με το όνομά σου.
Είναι το θηλυκό του Ιώβ.
Πώς το αποφάσισαν οι δικοί σου; Σου έχουν πει;
Χωρίς λόγο και αιπα, απλά τους άρεσε το όνομα. Η μία μου γιαγιά ονομάζεται Ιωάννα και η άλλη Ευμορφία.
Μεγάλωσες στην Αθήνα;
Ναι, στη Σταμάτα. Εκεί που είναι οι ταβέρνες με τα παιδάκια. Οι γονείς μου είναι από τον Πειραιά.
Πρώτη φορά φέτος στην ομάδα του Βασίλη Μπισμπίκη;
Ναι, πρώτη φορά. Είναι μια πρωτόγνωρη και πολύ ωραία εμπειρία. Υπάρχει τεράσπος σεβασμός στην ομάδα σε σχέση με τα νέα μέλη, υπάρχει τεράσπα αγάπη μεταξύ τους και σύμπνοια, είναι μια ομάδα με γερά θεμέλια. Αυτό από μόνο του είναι συγκινητικό. Α, και τους ενδιαφέρει να είναι όλοι χαρούμενοι.
Άρα ήταν εύκολη η ένταξή σου;
Ναι. Υπήρχε άλλωστε και πολύ μεγάλη ελευθερία στο π θα δοκιμάσεις κι αυτό σε έφερνε πιο κοντά στα υπόλοιπα μέλη της ομάδας, αν ήσουν βέβαια έτοιμος να εκτεθείς. Εγώ δεν είχα πρόβλημα, οπότε πήγε καλά. Είναι μια ωραία εμπειρία και συγκυρία. Και πολύ αληθινή.
Αληθινή;
Κάθε σκηνοθέτης έχει τον δικό του τρόπο. Ο Βασίλης έχει τον ακραίο ρεαλισμό. Τα φτάνουμε όλα στα άκρα και είναι τέρμα αλήθεια. Δεν κάνουμε στη σκηνή όπ είναι αλήθεια. Είναι αλήθεια.
Δεν είναι σκληρό;
Πολύ, αλλά και πολύ αληθινό για όποιον μπορεί να το αντέξει. Οταν λες πάω να δω μια παράσταση του Μπισμπίκη, ξέρεις τι θα δεις.
Αλλο όμως να το βλέπεις μία φορά ως θεατής, κι άλλο να το ερμηνεύεις κάθε βράδυ για έναν μήνα.
Σωστά. Είναι δοκιμασία για τον ηθοποιό. Ωραία δοκιμασία.
Τι δουλειά έχει λοιπόν το «Εγκλημα και Τιμωρία» στην Αθήνα σήμερα;
Για την ακρίβεια, η υπόθεση έχει μεταφερθεί στην Ομόνοια, όπου το ντεκαντάνς ή, πιο σωστά, το αυθεντικά λούμπεν και περιθωριακό κυριαρχεί Ακόμα και τα ρούχα που έχει φτιάξει ο Γιώργος Σεγρεδάκης είναι αγορασμένα από μαγαζιά πέριξ της Ομόνοιας.
Κι εκεί ποια είσαι;
Είμαι η Ντίνα Σχίζα, αδελφή του Μιχάλη Σχίζα, δηλαδή του Ρασκόλνικοφ. Είναι ένα κορίτσι σαν τα κρύα τα νερά που θέλει να γίνει τραγουδίστρια. Κατάγεται από το Αμύνταιο της Φλώρινας. Ερχόμαστε λοιπόν από το σκοτάδι της αχανούς ελληνικής επαρχίας όπου όλα είναι μαύρα και όλα συζητιούνται. Η Ντίνα, αν και λαμπερή, είναι στην πιάτσα από μικρή κι έχει αναπτυγμένο το ένστικτο της επιβίωσης. Έχει υποστεί σεξουαλική και ψυχολογική κακοποίηση από το αφεντικό της, τον.Αρκάδη Πονηρίδη ο οποίος έχει ψύχωση μαζί της. Ενώ λοιπόν αυτό το κορίτσι έχει όνειρα κ ται πως θα πάει στην Αθήνα και θα ξεφύγει από όλο αυτό, η μητέρα της την ξεπουλά δικηγόρο, έναν εξουσιαστικό τύπο.
Ενσαρκώνεις, με άλλα λόγια, όλες τις παθογένειες και όλα τα δεινά των γυναικών που συζητάμε τα τελευταία χρόνια.
Τόσο πολύ που φρικάρω ακόμα και εγώ. Αφού τελικά διώχνω τον δικηγόρο I θέλει να με ξεπουλήσει η μάνα μου, για να με διεκδικήσει το παλιό αφεντικό μου, ο Αρκάδης, και τον ευνουχίζω. Στην αρχή η ιστορία της ηρωίδας ήταν πολύ σοκαριστική και μεγάλη πρόκληση να αποδώσω τον τσαμπουκά που έχει.
Πώς προσεγγίζεις μια ηρωίδα με την οποία δεν έχεις κοινά βιώματα και εμπειρίες;
Τη φαντάστηκα, μίλησα με ανθρώπους και νομίζω όπ με βοήθησε πολύ το γεγονός όπ έχω μεγαλώσει μαζί με αδελφό, οπότε ο τσαμπουκάς υπήρχε ως στοιχείο στο σπίπ. Θυμάμαι, τον δάγκωνα κι εκείνος με πέταγε στον τοίχο.Το όπ ανέβαινε μεταξύ μας η ενέργεια στο 100 έχει κι αυτό σημασία. Το πολύ ενδιαφέρον που έχει συνολικά σημασία στο έργο, πάντως, είναι όπ εγκλήματα κάνουμε όλοι, όσο αγγελικοί ή διαβολικοί κι αν φαινόμαστε.
Όπως δηλαδή και στην αληθινή ζωή.
Ακριβώς.
Το κοινό, όμως, είναι έτοιμο να δει τον καθρέφτη του πάνω στη σκηνή;
Το θέμα είναι να είναι ανουττοί οι θεατές στο να δεχτούν όπ συμβαίνει και στους ίδιους.
Γιατί ηθοποιός;
Το έλεγα από μικρή, αλλά δεν ήμουν και σίγουρη. Ευτυχώς, ήμουν καλή σε αρκετά πράγματα. Εκανα χορό, έκανα πρωταθληπσμό στον στίβο, ήμουν στα 110 μέτρα με εμπόδια, επίσης τραγουδούσα στο Αρσάκειο, έπαιζα και πιάνο. Οταν τελείωσα το σχολείο, επειδή η μητέρα μου ασχολούνταν με τη ζωγραφική και τα κοσμήματα, με προέτρεψε να στραφώ σε κάτι καλλιτεχνικό. Ετσι πήγα στη σχολή Βελουδάκη και παράλληλα έκανα σεμινάρια θεάτρου και χοροθεάτρου στο Μικρό Πολυτεχνείο. Ο κόσμος της μόδας δεν με ενθουσίασε όταν τον κοίταξα κατάματα, κι έτσι αποφάσισα να δώσω εξετάσεις στο Εθνικό Θέατρο. Διάβασα πολύ, το έβαλα πείσμα, πέρασα με την πρώτη φορά και τελείωσα με άριστα. Δόξα τω Θεώ, από τότε δουλεύω. Εχω παίξει και οκτώ φορές στην Επίδαυρο.
Τι σε γοητεύει στο θέατρο;
Το γεγονός ότι μπορείς και ζεις πολλές ζωές και λες πάρα πολλές ιστορίες.
Δεν σε χαώνουν κάπως οι πολλές ζωές;
Αν τα έχεις καλά με τον εαυτό σου και έχεις βρει το κέντρο σόυ, καθόλου. Και αυτό το λέω μετά από πολλή δουλειά ψυχοθεραπείας.
Ποια είναι λοιπόν η πιο γοητευτική ζωή που έχεις ερμηνεύσει επί σκηνής;
Κάτι πολύ δυνατό που έζησα είναι σίγουρα με την Κασσάνδρα στον «Αγαμέμνονα», σε σκηνοθεσία Τσέζαρις Γκραουζίνις.
Πίστευες ανέκαθεν σε σένα ή χρειάστηκες και την επιβεβαίωση των άλλων;
Φυσικά και τη χρειάστηκα Ομως πιστεύω όπ όλα ξεκινούν από την αυτογνωσία. Το πρόβλημα υπάρχει αν δεν πιστεύεις εσύ σε σένα και πιστεύουν οι άλλοι. Είναι κάπως προβληματικό.
Γιατί να έρθουμε στο «Έγκλημα και Τιμωρία: Αθήνα»;
Γιατί θα έρθετε σε επαφή με σημερινά ζητήματα της κοινωνίας μέσα από μια διαφορετική προσέγγιση, εκείνη του ακραίου ρεαλισμού, πάντα υπό τη σκέπη της μεγάλης ρωσικής λογοτεχνίας.
Πώς είναι η ζωή μιας νέας ηθοποιού στην Αθήνα σήμερα;
Οχι πάρα πολύ εύκολη. Με πολύ τρέξιμο και πολύ κυνήγι. Οταν είναι δημιουργικό, είναι πολύ ωραίο. Αλλά δεν είναι πάντα.
Έχεις κάποιες ιεροτελεστίες στην καθημερινότητά σου;
Μ’ αρέσει να περπατάω και να τρέχω με το σκυλάκι μου. Τη λένε Μπεσαμέλη.
Πρωτότυπο όνομα κι αυτό. Πώς σου ήρθε;
Γιατί μου αρέσει πολύ η μπεσαμέλ, γιατί είναι γλυκιά σαν μέλι και κυρίως γιατί έχει μπέσα. Κάτι που χαρακτηρίζει κι εμένα.
Πηγή: Gala
Διαβάστε επίσης: