Νέλλη Γκίνη στο gossip-tv: «Ελπίζω πριν φύγω από τη ζωή να αξιωθώ να πατήσω τα χώματα της Επιδαύρου»
Τα κεφάλαια της ζωής της η Νέλλη Γκίνη τα έγραψε με αφοσίωση και σεβασμό στην Τέχνη της υποκριτικής.
Με άμεσο και μεστό λόγο που πάντα κέρδιζε και κερδίζει ακόμη και τον πιο δύσκολο θεατή. «Είμαι άμεσα συνδεδεμένη με το κοινό μου, νιώθω τον παλμό του. Ακόμη και την ανάσα του…», θα πει έχοντας διαγράψει στο χώρο μια πορεία που μετρά σχεδόν 60 χρόνια. Ευγνώμων για τους σταθμούς που την καθιέρωσαν ως μια από τις μεγάλες κυρίες του Ελληνικού κινηματογράφου αφού έχει μοιραστεί πλατό και θεατρικές σκηνές με «κολοσσούς» της υποκριτικής. «Τίποτα δεν θα άλλαζα. Έχω περάσει υπέροχα. Είμαι ευγνώμων για όλο αυτό που έζησα και ζω και ήταν ένα παιδικό μου όνειρο που έγινε πραγματικότητα», θα πει με συγκίνηση.
Αεικίνητη, το πέρασμα του χρόνου ουδέποτε το υπολόγισε με μια ζωή γεμάτη από σκηνές της Τέχνης της και των ηρωίδων της που «ζωντάνεψε» δίνοντας την ψυχή της. Και σε όλη αυτή τη διαδρομή η έπαρση δεν τη συνάντησε ποτέ- σπάνιο αφού η ζωή της έγραψε ένα σπουδαίο σενάριο.
Τα αναπάντεχα της ζωής της τα προσδοκούσε γιατί έτσι ένιωθε να δημιουργεί ακόμη κι όταν έπαιρνε το ρίσκο για μια ενδεχόμενη αποτυχία. Η ζωή της άλλαξε ολοκληρωτικά όταν έγινε μητέρα του Μάριου. «Είναι ευλογία να ακούς από το παιδί μου πως δεν θα ήθελε άλλη μαμά με τα λάθη, με τα συν και τα πλην», θα πει με περηφάνια. Υπηρέτησε το θέατρο με σεμνότητα και ήθος και η ζωή της το γύρισε πίσω αφού ακόμη και σήμερα παραμένει στο χώρο με αξιοσύνη και την επιτυχία να είναι μονόδρομος.
Με αφορμή την ΑριστοφΟνική κωμωδία «Παρακμάζουσες» του Γιώργου Μανιού, που παρουσιάζει η Abysson Productions, στο θέατρο Δόρα Στράτου στις 11, 12 και 13 Σεπτεμβρίου και στην οποία πρωταγωνιστεί η Νέλλη Γκίνη άνοιξε την καρδιά της στο gossip-tv και μίλησε για όλα τα ωραία -και μη- της ζωής της.
Αναφέρθηκε με ενθουσιασμό στο θεατρικό που κάνει πρεμιέρα σε μερικές ημέρες, θυμήθηκε με λαχτάρα τις αξιόλογες συνεργασίες της στον Ελληνικό κινηματογράφο, μίλησε για τις δύσκολες στιγμές που κλήθηκε να αντιμετωπίσει, αναφέρθηκε στην προσωπική της ζωή ενώ αποκάλυψε και το μεγάλο της απωθημένο.
Πείτε μας λίγα λόγια για την παράσταση...
«Οι Παρακμάζουσες είναι μια Αριστο-φονική κωμωδία. Μια σάτιρα που θίγει την κάθε λογής εξουσία».
Και θα σας διακόψω σε αυτό το σημείο διότι αυτή η παράσταση έρχεται να «κουμπώσει» στην Ελλάδα του 2023. Συνεχίζουμε να παλεύουμε για τα αυτονόητα σε μια κοινωνία γεμάτη παθογένειες. Η παράσταση λοιπόν αυτή εστιάζει στην μεγάλη πληγή του σήμερα...
«Και με πολύ ωραίο λόγο σε ένα κείμενο εμπνευσμένο του Γιώργου Μανιού. Ενός συγγραφέα, ποιητή που τον γνώρισα και τον εκτίμησα πάρα πολύ. Είναι λοιπόν μια κωμωδία που θίγει τις εξουσίες οικογενειακές, φιλικές και πολλές ακόμη. Βρισκόμαστε στην αρχαία Αθήνα και είναι σε ένα έμμετρο δεκαπεντασύλλαβο λόγο -που εγώ λατρεύω- και είναι ένα «ταξίδι» στο χρόνο που αναβιώνει όλες αυτές τις καταστάσεις με ομηρικούς ύμνους, ποιήματα της Σαπφούς που πραγματικά «δίνουν» εξαιρετικά το κείμενο. Σε ταξιδεύον στο 403 π.χ.».
Και νομίζω πως θα περάσει και μηνύματα.
«Νομίζω πως ναι. Ο σκηνοθέτης Εμμάνουελ Μανιός (απλή συνωνυμία με τον συγγραφέα) και θα πρέπει σε αυτό το σημείο να πω πως και οι δυο είναι εμπνευσμένα άτομα. Θα ήθελα να αναφέρω και τους υπόλοιπους συνεργάτες, οι οποίοι είναι πολύ σημαντικοί. Είναι ο Τάσος Παλατζίδης, ο Κώστας Φραγκολιάς, η Ασπασία Κοκόση, ο Παναγιώτης Καρμάτης, η Έλενα Μεντζέλου, ο Νίκος Τριφύλλης και (6μελής) Χορός με κορυφαία την Θέλμα Καραγιάννη».
Για εσάς τους ηθοποιούς υπάρχει μια λύτρωση μέσω της καλλιτεχνικής σας υπόστασης, να νιώθετε αυτές τις μικρές ελευθερίες και η παράσταση που ετοιμάζεται έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αν σκεφτεί κανείς πως η κοινωνία βάλλεται από παντού.
«Έχει πράγματι πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και πραγματικά είμαι πολύ ευγνώμων. Και δεν το λέω έτσι απλά για να το πω. Είμαι πολύ χαρούμενη που είμαι σε αυτή την παράσταση και με τους συγκεκριμένους συνεργάτες».
Αποδέχεστε τις προτάσεις όταν γνωρίζετε πως θα σας προσφέρουν χαρά και ψυχολογική ανάταση; Γιατί είναι σημαντικό να συνεργαζόμαστε με ανθρώπους που λειτουργούν με τη ανθρώπινη υπόστασή τους...
«Πιστέψτε με πως τον τελευταίο καιρό αυτό το πράγμα, το αποζητώ ολοένα και περισσότερο. Παλαιότερα στη δουλειά μου, επειδή ζω από αυτό, έκανα και κάποιες «εκπτώσεις». Ήμουν δηλαδή και σε παραστάσεις που μέσα μου δεν ενέκρινα στο εκατό τοις εκατό αλλά επειδή είναι και θέμα επιβίωσης έπρεπε να το κάνω. Για καλή μου τύχη τον τελευταίο καιρό είμαι σε πολύ καλές δουλειές. Και πραγματικά έχω την ευλογία να συναντώ ωραίους ανθρώπους, συνεργάτες και συναδέλφους».
Ήσασταν πάντα από τις πιο δυναμικές παρουσίες στο χώρο της Τέχνης, ακόμη και αν κάποιος δεν το γνωρίζει μπορεί να καταλάβει πως δεν είστε ανεκτική σε συμπεριφορές που προσβάλουν και προβληματίζουν το χώρο. Φαίνεται ακόμη και από το επιβλητικό παρουσιαστικό σας.
«Τα νιάτα -γιατί εγώ εκτιμώ πολύ τις νέες γενιές– καλό θα ήταν να ξυπνάνε από τον λήθαργο, να στέκονται μπροστά από μια οθόνη και να ονειρεύονται και να ερωτεύονται πίσω από αυτή και να επαναστατούν πίσω από την οθόνη. Είναι όνειρο ζωής αυτό, γιγαντώνεται αυτό μέσα μου, θα ήθελα να γίνει αυτή η επανάσταση. Όσον αφορά στο ερώτημα σου… και τότε υπήρχαν κακές συμπεριφορές αλλά ίσως -όπως είπες- να ήταν κάπως διαφορετικά γιατί οι εποχές ήταν άλλες. Ήταν και λιγότεροι ηθοποιοί και ίσως και πιο δοσμένοι σε αυτό το επάγγελμα. Κανείς δεν ξεκινούσε την Τέχνη του λέγοντας «θα γίνω πλούσιος και θα αποκτήσω φήμη». Εμένα τουλάχιστον αυτό δεν μου πέρασε στιγμή από το μυαλό μου. Το σανίδι ήταν για μένα αυτό που με απογείωνε. Ήθελα στο εκατό τοις εκατό να υπηρετώ την Τέχνη μου, να είμαι δοσμένη με όλο μου το είναι στους ρόλους μου ξεχνώντας ποια είμαι εγώ».
Για έναν ηθοποιό που καλείται να ενσαρκώσει πολλούς και διαφορετικούς χαρακτήρες που ο καθένας κουβαλάει τη δική του ιστορία, πώς επέρχεται μετά η κανονικότητα; Πώς επέρχεται η λύτρωση μετά το «ξεγύμνωμα» πάνω στη σκηνή;
«Είναι έτσι όπως το λες, δεν είναι εύκολο να βγεις από το ρόλο και να ξαναγίνεις εσύ. Θα μιλήσω για μένα. Εγώ και το συνειδητοποίησα τα τελευταία χρόνια, πάντα ήθελα όταν κατέβαινα από τη σκηνή να μένω μόνη. Ήθελα χρόνο και με ξεκούραζε αυτή η αποφόρτιση. Να είμαι μόνη μου. Θεωρούν ότι κάνουμε ένα εύκολο επάγγελμα αλλά δεν είναι έτσι. Όταν το κάνουμε με συνέπεια, με ήθος και αγάπη είναι και δύσκολο και ψυχοφθόρο».
Και εκεί αποδεικνύεται πως ο πολιτισμός είναι ένα κομμάτι της παιδείας του Έλληνα…
«Ελπίζω σε αυτό, ειλικρινά. Οι νέες γενιές είναι το μέλλον».
Είστε μια γυναίκα που έχετε αυτή τη λαχτάρα και την παιδικότητα μέσα σας
«Δεν έχω σχέση με τη ηλικία μου. Δεν παίζω τη μπεμπέκα αλλά η ψυχή και το μυαλό μου είναι ενός νέου ανθρώπου».
Στη πορεία σας μέσα στο χώρο συναντήσατε δυσκολίες; Σε ό, τι αφορά στους ρόλους και στις επιλογές σας;
«Ναι, έχει συμβεί. Δεν είχα άλλους οικονομικούς πόρους. Από αυτό ζω. Οπωσδήποτε αυτό έχει συμβεί αλλά προσπαθώ να κάνω το καλύτερο. Δεν είναι πάντα δυνατό γιατί δεν εξαρτάται μόνο από μένα. Υπάρχουν πολλές δουλειές που θα μπορούσα να συμμετέχω, που όμως δεν μου γίνονται προτάσεις. Είναι κι αυτό μια πολύ μεγάλη πληγή στο χώρο. Όπως και προσπάθησα στο παρελθόν να δημιουργήσω -όχι για να γίνω πρωταγωνίστρια- μια θεατρική επιχείρηση. Το 1981 που ήμουν μια νεαρή γυναίκα, έχασα δυόμιση εκατομμύρια στην προσπάθεια μου να δημιουργήσω μια θεατρική σκηνή για να μπορώ να ανεβάζω έργα που πίστευα ότι πάνε ένα βήμα παραπέρα την Τέχνη αλλά δυστυχώς απέτυχα. Δεν μου πήγε καθόλου καλά αυτή η κίνηση. Και το 2006 και 2007 που ασχολήθηκα με το παιδικό θέατρο που το αγαπώ πολύ, έχασα κι εκεί πολλά χρήματα».
Μετανιώνετε για αυτό;
«Κοίτα, μετά πέρασα πολύ δύσκολα. Πάρα πολύ δύσκολα. Δεν είπα τίποτα μέχρι τώρα γιατί δεν αφορούσε κανέναν. Ήταν δική μου επιλογή. Και ο κόσμος αυτό δεν το ξέρει. Με συναντάει στο δρόμο και με ρωτάει γιατί δεν είμαι στην τηλεόραση και λέω την αλήθεια πως για να είμαι εκεί πρέπει κάποιος να μου κάνει πρόταση. Δεν παραπονιέμαι όμως. Είμαι τόσα χρόνια σε αυτή τη δουλειά και στην πρώτη γραμμή απλά όλοι μας έχουμε ένα απωθημένο ρόλου».
Ποιο είναι το δικό σας απωθημένο;
«Θα σου πω… Εγώ ξεκίνησα στα 15 από τη αρχαία κωμωδία με τον δάσκαλό μου, τον Κωστή Μιχαηλίδη και τη Μαίρη Αρώνη. Έχω υπάρξει σε όλα τα αρχαία θέατρα και ένιωσα αυτό το δέος αγγίζοντας αυτές τις πέτρες. Το παράπονό μου είναι ότι ακόμη δεν έχω παίξει στην Επίδαυρο, δεν έχω αγγίξει αυτό το ιερό χώμα της Επιδαύρου. Ελπίζω στο μέλλον -πριν φύγω από τη ζωή- να αξιωθώ να πατήσω αυτά τα χώματα».
Μετά το παιδί μου η Τέχνη είναι το Α και το Ω
«Η δουλειά μου με κρατάει σε εγρήγορση, με κρατάει όμορφη και ευχαριστώ τον Θεό για όλο αυτό που ζω αυτά τα χρόνια. Ευχαριστώ και τον κόσμο για όλη αυτή την αγάπη. Δεν μπορώ να σας το μεταφέρω. Πώς μπορεί να είμαι αχάριστη απέναντι σε αυτή την αγάπη και τη στήριξη;»
Έχετε απίστευτες συνεργασίες με σπουδαίες κινηματογραφικές προσωπικότητες αλλά και με σκηνοθέτες και θα ήθελα να μου πείτε ποιες είναι αυτές οι στιγμές που ποτέ δεν ξεχνάτε;
«Έχω παίξει δίπλα σε όλους τους κωμικούς. Με τον Λάμπρο μου (Κωνσταντάρας) και λέω «μου» γιατί με έχουν ταυτίσει μαζί του. Όμως έχω παίξει δίπλα σε όλους τους κολοσσούς. Με τον Θανάση Βέγγο, με τον Κώστα Βουτσά, με τη Ρένα Βλαχοπούλου, τη Μάρω Κοντού, τον Σωτήρη Μουστάκα… και ντρέπομαι ειλικρινά τώρα γιατί θα ξεχάσω πολλούς. Έχω ζήσει με αυτούς τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου. Με τον Θανάση Βέγγο έχω ταξιδέψαμε σε όλη την Αμερική και τον Καναδά και φυσικά κι εδώ στην Αθήνα. Αλλά έζησα στο εκατό τοις εκατό και τον υπέροχο άνθρωπο Θανάση γιατί ήμασταν μαζί 24 ώρες το 24ωρο. Όταν λοιπόν μου κάνουν αυτή τη ερώτηση δεν ξέρω τι να απαντήσω γιατί στο 24ωρο μου έχτιζα τρεις καριέρες. Ήμουν στην τηλεόραση, έφευγα από την τηλεόραση, πήγαινα στο θέατρο και από εκεί στις πίστες μεγάλων κέντρων. Οπότε δεν ξέρω ποιους να πρωτοαναφέρω από όλους αυτούς τους χώρους. Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας σαφώς είναι ένα κομμάτι της κινηματογραφικής μου ζωής και μου έδωσε το χέρι αλλά πιστέψτε με έχω ζήσει με όλους αυτούς τους ανθρώπους. Με τον Χρόνη Ξαρχάκο με τον οποίο κάναμε μαζί την προσπάθεια τότε στο Ριάλτο. Στο σχήμα που είχαμε τότε ήταν μαζί ο Γιάννης Βογιατζής, ο Ντάνος Λυγίζος, ο Μάκης Δεμίρης, η Γιούλη Σταμουλάκη, η Μαρία Ιωαννίδου, ο Βαγγέλης Σειλινός. Ένας πολύ μεγάλος θίασος για το ’81. Εγώ ήμουν το φιντανάκι για να φανταστείς και ο Χρόνης τότε σε αυτό το επιχειρηματικό εγχείρημα στάθηκε πολύ στο πλευρό μου. Τον ευχαριστώ εκεί που είναι, μου δίνεται η ευκαιρία να το πω».
Ακόμη κι αυτές οι δουλειές όμως δίνουν ένα μάθημα…
«Βέβαια και πολύ μεγάλο μάλιστα. Γιατί έχω μάθει να διδάσκομαι από τα λάθη μου κι έτσι μεγάλωσα και το παιδί μου. Κοιτάζω πίσω μόνο για να μάθω, σε όλα τα άλλα μόνο μπροστά».
Πώς είναι η Νέλλη Γκίνη ως μαμά; Μιλήστε μου λίγο για τον γιο σας, ο οποίος ασχολείται κι εκείνος με το κομμάτι της Τέχνης
«Ναι, δεν το γλίτωσε και είναι και εγωιστής γιατί ό, τι κάνει θέλει να το κάνει μόνος του. Ούτε μέσα από τη μαμά Νέλλυ, ούτε από χατίρια, ούτε να δώσει κάτι περισσότερο από αυτό που ο ίδιος θέλει. Βέβαια ο δικός του αγώνας είναι πολύ πιο δύσκολος αλλά τον καμαρώνω γιατί έτσι θα ήθελα να είναι ο γιος μου. Και το πείσμα και την εργατικότητα τα έχει πάρει από μένα. Όταν ήρθε ο Μάριος στη ζωή μου, ήταν ένα θαύμα γιατί ήμουν τόσο δοσμένη σε αυτή τη δουλειά… είχα και γύρω μου πολλά ανίψια από τα αδέρφια μου οπότε δεν με ένοιαζε.
Όταν όμως ήρθε αυτό το θαύμα στη ζωή μου άλλαξαν όλα. Ακόμη και η δουλειά μου για πολλά χρόνια μπήκε σε δεύτερο πλάνο γιατί έπρεπε και ήθελα να δώσω όλη μου την αγάπη σε αυτό το πλάσμα που μου άλλαξε πραγματικά πολλά κομμάτια σε προσωπικό επίπεδο της ζωής μου. Είναι ευλογία και καθόλου εύκολο ειδικά για εμένα που επέλεξα να τον μεγαλώσω μόνη μου. Ο πατέρας του Μάριου ήταν στη Θεσσαλονίκη, δεν παντρευτήκαμε ποτέ. Γεννήθηκε όμως από έναν μεγάλο έρωτα και πάντα έλεγα πως αν ποτέ κάνω ένα παιδί θα ήθελα να είναι από έρωτα. Ο Μάριος λοιπόν είναι ένα παιδί από έρωτα. Πολλές φορές που τον ρωτάω πώς ήμουν σαν μαμά, μου απαντά πως «είμαι η πιο καλή μαμά του κόσμου». Είναι ευλογία να ακούς από το παιδί μου πως δεν θα ήθελε άλλη μαμά με τα λάθη, με τα συν και τα πλην. Νιώθεις μεγάλη περηφάνια να νιώθεις ξεχωριστή για το παιδί σου. Ελπίζω και ονειρεύομαι να τον δω όπως του αξίζει γιατί είναι ένας πολύ καλός μουσικός»
Περάσατε και μια πολύ μεγάλη στενοχώρια με την απώλεια της αδερφής σας...
«Πολύ μεγάλη και ακόμη το περνάω. Νομίζω δεν θα περάσει ποτέ».
Χρειάστηκε ποτέ να συμβουλευτείτε ψυχοθεραπευτή;
«Για κάποιο λόγο δεν πήγα αν και θεωρώ πως αυτοί οι άνθρωποι στη ζωή είναι ολοένα και περισσότερο απαραίτητοι. Δεν πήγα ωστόσο επειδή τα έχω και πολύ καλά με τη μοναξιά μου, διάβαζα πάρα πολύ. Σε στιγμές που είχα ανάγκη δεν πήγα, με τις φίλες μου έκανα συζητήσεις αλλά σε ψυχολόγο δεν πήγα ποτέ».
Τι άλλο να περιμένουμε από εσάς;
«Ταξιδεύω αυτή την εποχή στη Στουτγάρδη της Γερμανίας με μια ομάδα ομογενών και με αρχηγό ένα πολύ άξιο παιδί, τον Γιάννη Μπούσδρο και κάνουμε γυρίσματα για μια μίνι σειρά δέκα επεισοδίων με τίτλο «Αχ, αυτή η θεία μας». Πρόκειται για μια πάρα πολύ ωραία σειρά, καλογραμμένη και σκηνοθετημένη από τον Στέφανο Κοντομάρη. Μαζί μου είναι ο Γιάννης Παπαθανάσης, ο Θοδωρής Ρωμανίδης, ο Βασίλης Καμίτσης, η Μισέλ Βασιλάκη και θα κάνει ένα γκεστ η Μπέσσυ Μάλφα με τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση. Είναι μια πολύ αξιόλογη σειρά, η οποία θα ανέβει και σε κάποια πλατφόρμα, δεν το γνωρίζω ακόμη. Αλλά σε αυτό το σημείο θέλω να σταθώ και στην ομογένεια. Ένας κόσμος τόσο δοτικός χωρίς να έχει κανένα οικονομικό όφελος. Η φιλοξενία είναι απίστευτη, είμαι πολύ χαρούμενη για αυτή τη δουλειά και έχω ενθουσιαστεί. Τα γυρίσματα γίνονται εξ ολοκλήρου εκεί. Συμμετέχουν κι εκεί Έλληνες που ασχολούνται ερασιτεχνικά και άλλοι που δεν έχουν άμεση σχέση αλλά είναι πολύ ταλαντούχοι. Είναι πολύ ωραία δουλειά κι έχω μείνει άναυδη με όλη αυτή τη προσφορά. Το σενάριο είναι από τον Βαγγέλη Δουκουτσέλη, ένα παιδί υπερταλαντούχο με άμεσο λόγο και γρήγορο που παραπέμπει και λίγο στις παλιές ελληνικές ταινίες. Είμαι πολύ χαρούμενη για αυτή τη συνεργασία».
Λίγα λόγια για την παράσταση
Στην αρχαία Αθήνα, μια συντηρητική οικογένεια βιώνει τις αλλαγές που σηματοδοτεί η απώλεια του πατέρα στον πόλεμο, αλλά και την επανάσταση που επιφέρουν οι νέες ιδέες και οι ανατρεπτικές διδασκαλίες κάποιων σοφών της εποχής.
Η διχόνοια, η δίψα για εξουσία και ο ανταγωνισμός των μεγάλων, σε αντίθεση με την ανάγκη για ανεξαρτησία των γυναικών και την αμφισβήτηση στο κατεστημένο από τους νεότερους, φέρνει σε σύγκρουση το παλιό με το καινούριο.
Οι εμπλεκόμενοι ζητούν συμβουλές από το μαντείο και με τρόμο βλέπουν το μέλλον που περιμένει τους Έλληνες. Μπροστά στον κίνδυνο ενώνονται και αναζητούν λύσεις. Τότε, με την παρέμβαση του Δία, η ίδια οικογένεια επιλέγεται να ταξιδέψει στον χρόνο – στις επόμενες προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο Ελληνικός λαός -για να μεταφέρει το πνεύμα της ενότητας και την σπίθα της επανάστασης που θα φουντώσει την φλόγα της ελευθερίας.
Επίσης, στις ΠΑΡΑΚΜΑΖΟΥΣΕΣ, μαζί με τον έμμετρο λόγο και την μουσική αναβιώνουν μελοποιημένοι Ομηρικοί, Ορφικοί ύμνοι και ποιήματα της Σαπφούς. Μια ανεκτίμητη πολιτιστική κληρονομιά!
«Στο έργο, με έναν εκπληκτικά σατιρικό τρόπο αποτυπώνεται η διαβάθμιση των εξουσιών και η συντροφική σχέση αγάπης και μίσους που έχουν με την Δημοκρατία.» (Παναγιώτα Μπλέτα, Συγγραφέας – Διανοήτρια 22/11/2021).
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Κείμενο: Γιώργος Μανιός
Σκηνοθεσία: Εμμάνουελ Μανιός
Φωτισμοί: Άγγελος Παπαδόπουλος
Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Αρετή Κοκκίνου
Παράγωγη: AbyssOn production/ Γεωργία Σαραντοπούλου
Πρωταγωνιστούν: Τάσος Παλαντζίδης, Νέλλη Γκίνη, Κώστας Φραγκολιάς,
Ασπασία Κοκόση, Παναγιώτης Καρμάτης, Έλενα Μεντζέλου, Νίκος Τριφύλλης
και (6μελής) Χορός με κορυφαία την Θέλμα Καραγιάννη
ΘΕΑΤΡΟ ΔΟΡΑ ΣΤΡΑΤΟΥ – Λόφος Φιλοπάππου
Ημερομηνίες παράστασης : 11, 12, 13 Σεπτεμβρίου