Κόκκινο ποτάμι: Πανταζάρας: «Διαβάζω τα σενάρια και με παίρνουν τα κλάματα. Τρέμω μη με δει κάποιος»
Ο Αργύρης Πανταζάρας στο «Κόκκινο Ποτάμι» υποδύεται έναν ήρωα που από την πρώτη στιγμή γοήτευσε το τηλεοπτικό κοινό.
Ο ηθοποιός μιλά για τη συμμετοχή του στη μεγάλη παραγωγή του Open, για τον ρόλο του Θέμη και τα πρώτα συναισθήματα που του δημιούργησε, αλλά και για το κλίμα στα γυρίσματα.
Τι ήταν αυτό που σε έκανε να αποδεχθείς την πρόταση για τη συμμετοχή σου στο «Κόκκινο Ποτάμι»;
«Η «πίστη» του κ. Μανουσάκη και οι υπόλοιποι συντελεστές. Δεν διαλέγω τη δουλειά με βάση τον σκηνοθέτη, τον ρόλο ή την αμοιβή. Αλλά με βάση τον ηγέτη και το πλήρωμα. Την ομάδα, τον θίασο, πες το όπως θες... Σε αυτές τις περιπτώσεις διαλέγεις με ποιον θέλεις να συνταξιδέψεις σε «ανοιχτές θάλασσες». Και το κυριότερο είναι να σκέφτεσαι ότι αν σε αυτό το ταξίδι «βουλιάξεις», με ποιους θέλεις να είσαι δίπλα εκείνη τη στιγμή. Έτσι διαλέγω τις δουλειές...».
Ο Θέμης είναι ένας ήρωας που έχει συγκινήσει έντονα μέχρι στιγμής το τηλεοπτικό κοινό. Όταν πήρες τα πρώτα σενάρια στα χέρια σου, ποια συναισθήματα σου δημιουργήθηκαν για τον ήρωα που υποδύεσαι;
«Σιωπή, αυτό μου έβγαλαν. «Μια κραυγή που δεν μπορεί να ειπωθεί…». Ακόμα και τώρα που διαβάζω τα σενάρια δακρύζω. Πολλές φορές λέω στον κ. Μανουσάκη τι ζημιά μου έχει κάνει. Πάω για έναν καφέ έξω, ανοίγω τα σενάρια και με παίρνουν τα κλάματα .Τρέμω μη με δει κανένα μάτι. Σου λέει ο άλλος «τι έπαθε αυτός στις 10.00 το πρωί;». Τότε συνειδητοποιείς ότι η συγκίνηση δεν έχει ώρα, δεν έχει μέρος, δεν έχει πλαίσιο. Και το λέω αυτό ως ένας άνθρωπος που τα μάτια μου είναι «στεγνά» χρόνια τώρα. Ενα ξέρω, ότι με αυτήν τη σειρά θα γίνουμε όλοι πιο ευαίσθητοι».
Υπάρχουν δύο «σχολές» στην υποκριτική -αν μπορώ να χρησιμοποιήσω τη συγκεκριμένη ορολογία- για τον ηθοποιό. Να φέρει τον ήρωα πιο κοντά στα μέτρα του, ενσωματώνοντας και δικά του στοιχεία, ή από την άλλη να λειτουργήσει ως παρατηρητής, προσπαθώντας με ψυχική απόσταση να αποδώσει πιστά, ίσως και ψυχρά τον ρόλο βάσει σεναρίου και σκηνοθεσίας. Στη δική σου «σχέση» με τον Θέμη, τι ακριβώς συμβαίνει;
«Η δική μου μέθοδος είναι «να χτίζεις και να ανακαλύπτεις τη δική σου μέθοδο ξανά από την αρχή...». Ένας είναι ο στόχος, να «δικαιώσεις τον ήρωα» και να ειπωθεί η ιστορία! Με τον Θέμη ταυτίζομαι ίσως στον τρόπο που παρατηρεί και μάλλον στην ευαισθησία που έχει για τους ανθρώπους.
Ο Θέμης μου έχει αλλάξει τον τρόπο που ανασαίνω, έχει αλλάξει τον ρυθμό που χτυπάει η καρδιά μου, έχει βαρύνει ία κόκαλα μου. Το λέω αυτό γιατί εγώ τόσα χρόνια επέλεγα να «αιωρούμαι» από το έδαφος. Ο Θέμης μου έμαθε να ακούω. Μου έμαθε να βλέπω, πίσω από την κινηματογραφική μηχανή, τα μάτια του θεατή. Με έκανε, τη στιγμή της λήψης, να συνδέομαι με τα συναισθήματα του θεατή. Το αστείο είναι ότι αυτός ο Θέμης στη δική μου ζωή όντως υπάρχει. Είναι ο μικρός μου αδελφός που τον λένε Θέμη και κάθε φορά που τον συναντώ με αλλάζει και με κάνει να γνωρίζω καλύτερα τον εαυτό μου».
Το κλίμα στα γυρίσματα πώς είναι;
«Φαντάζομαι ότι υπάρχει ικανοποίηση καθώς πρόκειται για μεγάλη παραγωγή, αλλά ταυτόχρονα γνωρίζουμε πως η σειρά έχει και πολλές απαιτήσεις με αρκετά εξωτερικά γυρίσματα και ταξίδια στο εξωτερικό... Δεν μπορείς να φανταστείς, δεν μπορείς να κάνεις τον «λογαριασμό». Ολοι καλούμαστε να ξεπερνάμε τα όρια μας καθημερινά, με πρώτον απ' όλους τον ίδιο τον Μανούσο Μανουσάκη. Δείχνει τον δρόμο και τον τρόπο. Το κλίμα είναι ανάλογο με την ποιότητα των ανθρώπων. Δεν κρίνεται από το μέγεθος της παραγωγής.
Οι απαιτήσεις, είτε κάνεις μια μικρή παραγωγή, είτε μια παραγωγή εκατομμυρίων, είναι ίδιες. Στην τελική, το ίδιο κρύο τρως, το ίδιο φαγητό, τα ίδια ξενύχτια, την ίδια ηλίαση... Σε αυτό που διαφέρουν οι παραγωγές δεν είναι ούτε τα λεφτά, ούτε το αποτέλεσμα, είναι η διαφύλαξη της ψυχικής υγείας, ο σεβασμός και η αξιοπρέπεια για όλους», είπε στο tv έθνος.