Ποιους «καίει» με το βιβλίο της η Πόπη Μαλλιωτάκη –Τα αποσπάσματα, η πέτρα του σκανδάλου και η δολοφονία Λαζαρίδη
Αποσπάσματα από το βιβλίο με τίτλο «Όσα δεν είπα για τον Μπάμπη» της Πόπης Μαλλιωτάκη βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
Η σύζυγος του επιχειρηματία Μπάμπη Λαζαρίδη ο οποίος δολοφονήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου του 2008 θέλησε να αποτυπώσει στις σελίδες ενός βιβλίου τη δική της αλήθεια για τα γεγονότα που συνέβησαν και για τα οποία έχουν χυθεί τόνοι μελανιού σε εφημερίδες και περιοδικά. Η Espresso προδημοσιεύει αποσπάσματα από το συγκεκριμένο βιβλίο που για την ίδια την Πόπη Μαλλιωτάκη αποτελεί κατάθεση ψυχής για όλα όσα πέρασε τα τελευταία χρόνια. «Θέλω να βάλω τα πράγματα στη θέση τους και όχι να πυροδοτήσω νέες ίντριγκες. Αρκετά! Άλλωστε πολλά από τα πρόσωπα τα έχω συγχωρήσει και θέλω μέρος από τα έσοδα αυτού του βιβλίου να τα δώσω στους γονείς του Μπάμπη, τα πεθερικά μου, που τα βγάζουν δύσκολα οικονομικά και δεν είχαν χρήματα ούτε για τα εισιτήριά τους για να πάνε στο νεκροταφείο και να ανάψουν το καντήλι στον τάφο του» λέει η ίδια. Η Πόπη Μαλλιωτάκη μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της, για ευνόητους λόγους φωτογραφίζει πρόσωπα και καταστάσεις. Μάλιστα, σε κανένα σημείο του βιβλίου δεν αναφέρεται το όνομα της Αγγελικής Ηλιάδη, προτιμώντας τη λέξη «τραγουδίστρια» όταν περιγράφει περιστατικά με πρωταγωνίστρια εκείνη και τον σύζυγό της. Σε κάποιο σημείο του βιβλίου της μάλιστα, αναφέρεται στην πρώτη φορά που κατάλαβε πως ο Μπάμπης Λαζαρίδης διατηρούσε σχέση μαζί της. «Μια μέρα άκουσα τον άντρα μου να μιλάει στο τηλέφωνο με μια τραγουδίστρια που δούλευε στο μαγαζί. Ύστερα από μερικές μέρες πήγα με μία φίλη στο μαγαζί, κάθισε ο Μπάμπης δίπλα μου και η τραγουδίστρια τον κοίταζε μέσα στα μάτια να δει αν μου μιλάει, αν με έχει αγκαλιά. Εκείνος προσπαθούσε να αποφύγει το έντονο βλέμμα της, η τραγουδίστρια με κάρφωνε συνεχώς και μας κοιτούσε να δει τις κινήσεις μας. Παρατηρούσε αν του μιλάω, αν τον χαϊδεύω. Εκεί κατάλαβα ότι κάτι "παίζει". Από κει και μετά αποφάσισα να τον παρακολουθήσω και φυσικά είδα με τα μάτια μου τον Μπάμπη να πηγαίνει σε γνωστό ξενοδοχείο της Γλυφάδας μαζί της. Έτσι μου ερχόταν να νοικιάσω δωμάτιο κοντά της, να βγω μπροστά της για να μάθει ότι ο Μπάμπης είχε γυναίκα και παιδί, γιατί μέχρι τότε δεν ήξερα τι της είχε πει. Εκείνος ερχόταν σπίτι λες και δεν συνέβαινε τίποτα, και αγκάλιαζε εμένα και το παιδί. Όταν του έλεγα "Μπάμπη, ακούγονται διάφορα", εκείνος μου απαντούσε "μην πιστεύεις τίποτα", ενώ για τις εξαφανίσεις του μου έλεγε ψέματα ότι είχε ραντεβού με δικηγόρο, ενώ ήξερα ότι ήταν στο ξενοδοχείο μαζί της...». Μεγαλύτερο λάθος για το οποίο μετανιώνει, η Πόπη Μαλλιωτάκη θεωρεί το γεγονός ότι έφυγε από το σπίτι μαζί με τον γιο της Βασίλη όταν έμαθε για την εξωσυζυγική σχέση του άντρα της. Η ίδια περιγράφει στο βιβλίο: «Αφού άφησα το πεδίο ελεύθερο φεύγοντας από το σπίτι, βρήκε ευκαιρία η τραγουδίστρια και τον τράβηξε κοντά της. Μάζεψε λίγα ρούχα και πήγε κι έμεινε μαζί της. Πριν από λίγο καιρό έμενε με τους γονείς της. Όταν άρχισε η σχέση της με τον σύζυγό μου, έφυγε απ' το σπίτι της και έμενε στο γνωστό ξενοδοχείο που της είχε νοικιάσει, στη Γλυφάδα. Αυτό βέβαια, το να φύγω, ήταν μια λάθος αντίδραση δικιά μου, που μετανιώνω γι' αυτήν ακόμα και σήμερα, γιατί η γυναίκα όταν αντιμετωπίζει τέτοιο θέμα, πρέπει να μένει και να παλεύει [...] Μη αντέχοντας όλο αυτό που γινόταν, τη δημοσιότητα που είχε δοθεί στο θέμα, αλλά και επειδή ως γυναίκα και ως άνθρωπος ένιωθα χάλια, ένιωθα να κυλάει στο αίμα μου η απόρριψη, η ψυχή μου ήταν μαύρη, πήρα την απόφαση (έτσι έκρινα εκείνη τη στιγμή) να πάρω το παιδί, την νταντά και να φύγω, να εξαφανιστώ. Και, ναι, το έκανα. Πήγα σε γνωστό ξενοδοχείο της Γλυφάδας και έκλεισα το κινητό για να μη μας βρει πιστεύοντας ότι έτσι ίσως να τον ταρακουνήσω. Αυτό ήταν το μεγάλο μου λάθος. Έπρεπε να μείνω. Να μην αφήσω χώρο να μπει κάτι άλλο ανάμεσά μας. Όμως δεν άντεξα άλλο».
Φυσικά, η Πόπη Μαλλιωτάκη δεν θα μπορούσε να μην αναφερθεί και στο βράδυ της δολοφονίας του επιχειρηματία συζύγου της: «Όταν έμαθα, το βράδυ της 13ης Δεκεμβρίου του 2008, ότι ο Μπάμπης έφυγε από τη ζωή, έφυγε η γη κάτω από τα πόδια μου. Έτσι άρχισε για εμένα ένας πολύ μεγάλος Γολγοθάς. Δεν ήξερα τι να πω στο παιδί. Για τρεις μέρες το έκρυβα. Όμως με τη βοήθεια κάποιων ψυχολόγων που έστειλαν φίλοι από τηλεοπτικές εκπομπές τού το είπα. Έπρεπε λοιπόν να αποφασίσουμε εδώ και τώρα αν θα πάμε στην κηδεία. Η άποψη των ψυχολόγων ήταν ότι αν δεν ήθελε το παιδί, να μην πήγαινα ούτε εγώ για να μη δει όλον αυτόν τον θρήνο. Τότε ο Βασιλάκης ήταν μόλις 8 χρόνων. Αποφασίσαμε λοιπόν μαζί με το παιδί να πάμε στην κηδεία».