Απόστολος Ρουβάς: Η ταινία του BBC, τα πρώτα του χρήματα και η σχέση με τη μαγειρική
Ο Απόστολος –όχι Αποστόλης ή Τόλης- είναι σίγουρα ένας Ρουβάς. Ακόμα κι αν έλειπε η συγκλονιστική ομοιότητα με τον μεγαλύτερο αδελφό του, Σάκη -στο γέλιο, στη φωνή, στα λακκάκια, στον τρόπο που στέκονται ή σταυρώνουν τα πόδια όταν κάθονται-, και οι δύο έχουν την ίδια φυσική ευγένεια και την ίδια σοβαρή, προσγειωμένη προσέγγιση στα πράγματα.
Αρκεί να του ρίξεις μια ματιά για να καταλάβει πως έχεις να κάνεις μ' έναν άνθρωπο που δούλεψε και δουλεύει σκληρά. Διότι, όπως συνηθίζει να λέει κι εκείνος «Το όνομα Ρουβάς από μόνο του δεν πληρώνεται».
Φημολογείται πως π καριέρα σου μπροστά σης κάμερες ξεκίνησε από το BBC
«Αλήθεια είναι. Είχα πάρει μέρος ως κομπάρσος σε μια ταινία του ΒΒC, που είχε γυριστεί στην Κέρκυρα - στο Δημοτικό ήμουν ακόμα. Είχαμε κάνει τέσσερα γυρίσματα, μη φανταστείς κάτι τρομερό. Μας έλεγαν, για παράδειγμα: «Περάστε τρέχοντας εκείνο το στενάκι και στριφτέ στη γωνία» ή «Παίξτε στην πλατεία κάνοντας ότι πετάτε πορτοκάλια υ ένα^ στον άλλο». Η αμοιβή μου ήταν 20.000 δραχμές - πολλά χρήματα για εκείνη την εποχή. Με αυτή αγόρασα το πρώτο μου ποδήλατο».
Από τότε έχεις κάνει πολλές δουλειές;
«Πολλές. Νομίζω πως έχω κάνει τα πάντα. Πωλητής σε μαγαζί με τουριστικά είδη, τυπογράφος, delivery boy, φανοποιός, έχω δουλέψει σε μπαρ και εστιατόρια σε όλα τα πόστα, σε εταιρεία με ιστιοπλοϊκά ως υπάλληλος στις μεταφορές και αργότερα ως - αυτή η τελευταία δουλειά μου άρεσε πολύ»
Και γιατί σταμάτησες;
«Διότι στην εταιρεία που δούλευε τότε ο αδελφός μου ο Βασίλης -μια εταιρεία εισαγωγής ρούχων- έψαχναν προσωπικό για το τμήμα πωλήσεων και μου πρότεινε να έρθω να δουλέψω μαζί του. Έτσι, μετακόμισα για πρώτη φορά στην Αθήνα το 2000. Αλλά δεν μου άρεσε κι έφυγα»
Γιατί;
«Νομίζω πως δεν ήταν ακριβώς δική μου απόφαση να έρθω και μάλλον δεν ήμουν έτοιμος για αυτή την αλλαγή. Δεν περνούσα καλά, δεν μου άρεσε η Αθήνα, ο τρόπος ζωής, ούτε κι αυτό που έκανα. Όταν ξαναήρθα, το 2013, ήμουν πιο αποφασισμένος να μείνω, οπότε όλα πήγαν καλύτερα.»
Σε έχω ακούσει να λες πως ασχολείσαι με τη μαγειρική από μικρός. Μαγείρευες, δηλαδή, κανονικά, για την οικογένεια;
«Όχι, βοηθητικά έμπαινα μες στην κουζίνα, Μια και η μητέρα μας δούλευε πολλές ώρες, όλοι μας ξέραμε να φτιάξουμε ένα απλό φαγητό. Και να μην το πετυχαίναμε πολύ, δεν μας ένοιαζε. Αρκεί να τρωγόταν!»
Δηλαδή και ο Βασίλης και ο Σάκης μαγειρεύουν;
«Ναι, και μάλιστα πολύ καλά.»
Πριν πας σε σχολή μαγειρικής είχες μπει σε επαγγελματική κουζίνα;
«Είχα δουλέψει πιτοαδόρος στα 18 μου και μετά σε μια οικογενειακή επιχείρηση με μαγειρευτό φαγητό που είχαμε ανοίξει στην Κέρκυρα - ουσιαστικά βοηθούσα τη μητέρα μου, που μαγείρευε. Τότε είχα σκεφτεί πρώτη φορά να ασχοληθώ πιο σοβαρά με το αντικείμενο. Είχα κοιτάξει και για σχολές, όμως σε μία που έκανα κρούση δεν με έπαιρναν λόγω ηλικίας και απογοητεύτηκα κάπως. Η ιδέα μου ξανάρθε πριν από δέκα χρόνια, μια εποχή που έψαχνα πάλι για δουλειά - ήθελα πια να επιλέξω ένα αντικείμενο που να μου αρέσει, να αφοσιωθώ σε αυτό και να χτίσω μια επαγγελματική βάση. Αυτή τη φορά, όμως, τα έκανα σωστά. Πριν πάω στη σχολή, πήγα σε ένα κέντρο δυσλεξίας, έκανα τα σχετικά τεστ και μου έδειξαν πώς ακριβώς πρέπει να είναι τα πράγματα για να μπορώ να διδαχθώ κάτι. Πλέον, δίνω τα μαθήματα προφορικά.»
Μου δίνεις την εντύπωση ότι εκεί γύρω μετά τα 30 έκανες ολοκληρωτικό restart στη ζωή σου. Σου συνέβη κάτι τότε;
«Ναι, είχα μια, ας την πούμε, «τραυματική εμπειρία» με ένα άλλα πρόσωπο, κάτι που με έκανε να δω τη ζωή αλλιώς. Εκ των υστέρων αποδείχτηκε πως αυτό ήταν ό,τι καλύτερο μου συνέβη ποτέ»
Ήθελε κότσια, πάντως, να πας σε σχολή μαγειρικής στα 40 σου.
«Εξαρτάται πώς θα το δεις. Σαφέστατα ένα παιδί που ξεκινάει να μαγειρεύει στα 18 του έχει μπροστά του όλη τη ζωή να μάθει, να εξελιχθεί στο αντικείμενο του, να χτίσει μια καριέρα. Από την άλλη, μπορεί να μην είναι σοβαροί ή πειθαρχημένος να το κάνει δοκιμαστικά ή για να κάνει το χατίρι στους γονείς του. Ενας άντρας στην ηλικία μου, όταν κάνει αυτή την επιλογή, είναι απολύτων συνειδητοποιημένος», λέει στο περιοδικό ΟΚ.