Αλέκος Ζαζόπουλος: «Τραγουδούσα και μόλις τελείωσα το πρόγραμμα έμαθα ότι έφυγε ο πατέρας μου»
Το τραγούδι του Αλέκου Ζαζόπουλου «Στην υγειά της αχάριστης», έγινε τεράστια επιτυχία και ακόμα και σήμερα όπου ακούγεται, τραγουδιέται με πάθος
Ο αγαπημένος τραγουδιστής μίλησε για την πιο δύσκολη στιγμή που έχει ζήσει στην καριέρα του και για την βραδιά που δε θα ξεχάσει ποτέ.
-«Στην υγεία της αχάριστης», ένα τραγούδι που έγινε τεράστια επιτυχία. Πείτε μου την ιστορία του…
Βρισκόμουν στην Αίγινα το 2005 για δουλειά και διακοπές. Μου έφερε λοιπόν τον στίχο ο Γιώργος Σκλάβαινας και ο Πάνος Καπίρης το μελοποίησε. Το τραγούδησα το ίδιο βράδυ στο μαγαζί κι έγινε χαμός. Ο κόσμος το τραγουδούσε μαζί μου, σαν να ήταν ένα κομμάτι που κυκλοφορούσε καιρό. Αυτό ήταν ένα σημάδι ότι θα έκανε μεγάλη επιτυχία. Βέβαια δεν περίμενα ότι θα κάνει τόσο μεγάλο χαμό και είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό.
-Θα μοιραστείτε μαζί μας μια βραδιά από την καριέρα σας, που θα θυμάστε για πάντα;
Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ, είναι μια βράδια στο Boom στη Θεσσαλονίκη, όπου ήμασταν μαζί με την Πέγκυ Ζήνα, τον Χρήστο Δάντη, τον Κώστα Μαρτάκη και τη Γιάννα Τερζή, σε ένα κατάμεστο μαγαζί, χωρητικότητας 3.000 ατόμων. Την ώρα λοιπόν που είπα το «Στην υγειά της αχάριστης» σείστηκε κυριολεκτικά το μαγαζί. Έγινε πραγματικά πρωτοφανής χαμός. Αυτή είναι μια εμπειρία που δεν πρόκειται να την ξεχάσω, όσα χρόνια κι αν περάσουν.
-Η πιο δύσκολη βραδιά που έχετε ζήσει στην καριέρα σας;
Δύσκολη βραδιά, ήταν, αυτή που έμαθα ότι πέθανε ο πατέρας μου. Τραγουδούσα και μόλις τελείωσα το πρόγραμμα, με ενημέρωσε η μητέρα μου ότι ο πατέρας μου έφυγε από τη ζωή. Έχω ένα αγαπημένο τραγούδι το «Πατέρα μας μεγάλωσες», το οποίο το αγαπούσε πολύ κι ο πατέρας μου, που συχνά το έλεγα και το λέω ακόμα. Συμπτωματικά έρχεται ένας φίλος που είχε χάσει κι εκείνος πρόσφατα τον πατέρα του και ξεκίνησα να πω το συγκεκριμένο τραγούδι και σταμάτησα γιατί δεν μπορούσα να συνεχίσω από τα κλάματα.
-Ξεπερνιούνται ποτέ αυτές οι απώλειες;
Την περασμένη βδομάδα ήμουν στο πατρικό μου στην Πτολεμαΐδα, περνούσα έξω από το δωμάτιο που κοιμόταν ο πατέρας μου και ένιωθα ότι θα ανοίξω την πόρτα και θα τον δω. Ακόμα και τώρα πιστεύω ότι θα χτυπήσει το τηλέφωνο από εκείνον και θα μιλήσουμε. Όποτε πηγαίνω στην Πτολεμαΐδα, πάω στο νεκροταφείο και του μιλάω. Του μιλάει και ο μεγάλος μου ο γιος που έχει το όνομά του και του λέει «παππού ήμουν πολύ καλό παιδί και εξαιρετικός μαθητής».
-Ήταν ξαφνικό το φευγιό του;
Όχι, το περιμέναμε. Ταλαιπωρήθηκε 2,5 χρόνια. Είναι αυτές οι στιγμές, που όσο κι αν θες να ζήσει ο άνθρωπός σου, όταν τον βλέπεις να λιώνει, αναρωτιέσαι αν είναι καλύτερα να «φύγει» και να ξεκουραστεί.
Πηγή:Λοιπόν